Γράφει ο Γεράσιμος Ταυρωπός
Η Ιστορία δεν επαναλαμβάνεται παρά μόνο σαν τραγωδία ή σαν φάρσα, είπε ο φιλόσοφος. Όμως, συχνά στην Ιστορία επαναλαμβάνονται οι τραγωδίες, όπως και οι φάρσες. Λέγοντας επαναλαμβάνονται, δεν εννοούμε φυσικά την ταυτόσημη επανάληψη γεγονότων -κάτι μεταφυσικό και αδύνατο- αλλά την επανάληψη ιστορικών συμβάντων με ισχυρές αναλογίες μεταξύ τους. Με τέτοιους όρους, ο Δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος υπήρξε μια ολέθρια «επανάληψη» του Πρώτου: οι ίδιοι πρωταγωνιστές, τα ίδια κίνητρα, τα ίδια αποτελέσματα. Ωστόσο, ακόμη και παίρνοντας υπόψη ότι οι δύο αυτοί πόλεμοι αποτέλεσαν τμήμα ενός ενιαίου ιστορικού κύκλου και απόπειρα ο Δεύτερος να αποτελέσει τη ρεβάνς του Πρώτου, είχαν και πολύ σημαντικές διαφορές – και μόνο το γεγονός ότι η ΕΣΣΔ υπήρξε μία από τις συνέπειες του Πρώτου αλλά μεγάλος πρωταγωνιστής στον Δεύτερο, αρκεί για να μας δυσκολέψει να μιλήσουμε για επανάληψη.
Αυτές τις μέρες έχει ανάψει για τα καλά ένας ιδιότυπος «ελληνο-γερμανικός» πόλεμος, με εκατέρωθεν δηλώσεις στα όρια ή και πέρα από τα όρια της διπλωματικής ευπρέπειας. Ο Σόιμπλε θεωρεί εαυτόν προσβεβλημένο από δηλώσεις του Βαρουφάκη και, χωρίς να το παραδέχεται, ανταποδίδει την προσβολή. Ο Σόιμπλε μιλάει προσβλητικά για τη νέα ελληνική κυβέρνηση λέγοντας, ούτε λίγο ούτε πολύ, ότι είναι «ανάξια» των συμφερόντων του ελληνικού λαού. Η Bild εξαπολύει ανθελληνική εκστρατεία, βιντεάκια και τραγουδάκια του συρμού διακωμωδούν τους Έλληνες ηγέτες και τον ελληνικό λαό, η θεωρία των «τεμπέληδων του Νότου» ξαναζεσταίνεται. Αλλά και το σοβαρό Spiegel θεωρεί χρέος του να ρωτήσει τον Αλέξη Τσίπρα αν σκέφτεται να αποπέμψει τον υπουργό του των Οικονομικών.
Στην Ελλάδα τώρα, τα «εθνικά» ανακλαστικά φουντώνουν, οι αναλογίες με την Κατοχή ανασύρονται, η απαίτηση να «απαντήσουμε» με διεκδίκηση των πολεμικών αποζημιώσεων και του κατοχικού δανείου γίνεται το εθνικό μας trend, κάποιοι προτείνουν να… κατάσχουμε το Ινστιτούτο Γκαίτε έναντι οφειλών. Και από την άλλη, σοβαροί Γερμανοί παράγοντες απαντούν ότι έχουν τρόπο να αντιδράσουν σε αυτό…
Τι συμβαίνει λοιπόν; Το τρένο της Ιστορίας ξαναμπαίνει στις παλιές ράγες; Εξυπηρετεί μήπως κάτι ή κάποιους ένα ζήτημα διεθνών και ευρωπαϊκών σχέσεων, η σχέση της Ελλάδας με τους δανειστές και η σχέση μιας χώρας-μέλους με την Ευρωζώνη και την Ε.Ε., να μετατρέπεται σε ζήτημα «ελληνο-γερμανικής» αντιπαράθεσης;
Επαληθεύτηκε μήπως στο σύντομο μετεκλογικό διάστημα η άποψη ότι το πρόβλημα είναι ο «μερκελισμός» και ο γερμανικός «προτεσταντισμός»; Η ακραία επιθετική στάση της ισπανικής και πορτογαλικής κυβέρνησης, η στάση του Ιταλού κ. Ντράγκι, αλλά και η δήλωση του Ευκλείδη Τσακαλώτου ύστερα από το Eurogroup της 20ής Φεβρουαρίου ότι η στήριξη από τις Γαλλία – Ιταλία και το ΔΝΤ ήταν πρακτικώς μη ανιχνεύσιμη, δεν επιτρέπει μια τέτοια σχηματοποίηση.
Το πρόβλημα αφορά τις σχέσεις της Ελλάδας με την Ευρωζώνη και με τους δανειστές της, είναι πρόβλημα διεθνών σχέσεων και όχι ελληνο-γερμανικής σύγκρουσης. Ασφαλώς η Γερμανία είναι ηγεμονική δύναμη στην Ευρωζώνη αλλά και στο μπλοκ των δανειστών (το δεύτερο, κυρίως εξαιτίας του πρώτου), οπότε αναπόφευκτα με αυτό το ειδικό βάρος της καθορίζει σε μεγάλο βαθμό την ευρωπαϊκή πολιτική. Αλλά όποιος νομίζει ότι στις υπόλοιπες ευρωπαϊκές καγκελαρίες έχουν κάνει κατάληψη εξ εφόδου οι κεϊνσιανοί ή οι μαρξιστές, κοιμάται τον ύπνο του δικαίου.
Σε τι αποσκοπεί, λοιπόν, όλο αυτό το σκηνικό «ελληνο-γερμανικού πολέμου» που στήνεται ιδιαίτερα την τελευταία βδομάδα; Για ποιο πράγμα θέλει να μας προετοιμάσει; Για τη ρήξη, ώστε αυτή να αποδοθεί όχι σε μια αντιευρωπαϊκή διάθεση αλλά σε υπαιτιότητα των Γερμανών ή για να ρίξουμε στους «κακούς Γερμανούς» το ανάθεμα για τον αναπόφευκτο συμβιβασμό αφήνοντας στο απυρόβλητο τη σχέση -και το σημερινό στάτους αυτής της σχέσης- με τους δανειστές γενικά και την Ευρωζώνη ειδικότερα;
Εξετάζοντας με όσο το δυνατόν πιο «ψυχρό αίμα» τις εξελίξεις, αυτές έχουν φτάσει σε ένα κομβικό σημείο: Κάνοντας ένα πρώτο οδυνηρό συμβιβασμό με τη συμφωνία του Eurogroup της 20ής Φεβρουαρίου, η ελληνική κυβέρνηση αποδέχτηκε ένα πολύ στενό κορσέ επιτήρησης ακόμη και στις λεπτομέρειες του νομοθετικού της έργου. Παρ’ όλα αυτά, δεν έλυσε το πρόβλημα της χρηματοδότησης των αναγκών του Δημοσίου για το άμεσο διάστημα. Το αποτέλεσμα είναι ότι οι εκβιασμοί συνεχίζονται με αμείωτη ένταση. Στο πρόσφατο Eurogroup, έκανε νέους συμβιβασμούς, αποδεχόμενη την έλευση των τεχνικών κλιμακίων των θεσμών στην Αθήνα και παραιτούμενη από οποιαδήποτε νομοθετική πρωτοβουλία δεν θα προεγκρίνεται από τους δανειστές. Παρ’ όλα αυτά, πάλι δεν έλυσε το πρόβλημα της χρηματοδοτικής ασφυξίας. Αντίθετα, με τα τεχνικά κλιμάκια στην Αθήνα, στους δεδομένους εκβιασμούς είναι βέβαιο ότι θα προστεθούν και νέοι, ενώ ήδη διατυπώνεται η απαίτηση να έρθει πιο κοντά η συνολική συμφωνία.
Με το πιστόλι της χρηματοδοτικής ασφυξίας στον κρόταφο, κάθε υποχώρηση φέρνει με μαθηματική ακρίβεια την επόμενη. Πρόκειται για κλασική περίπτωση θανάσιμου εγκλωβισμού. Η κυβέρνηση πρέπει να πάρει μια απόφαση γι’ αυτό εδώ και τώρα! Είτε επιστρέφει στη σκληρή διαπραγματευτική γραμμή του πρώτου μετεκλογικού διαστήματος και οργανώνεται για να αντεπεξέλθει στις απαιτήσεις μιας ρήξης με τους δανειστές είτε παραδίδεται στην προοπτική της υπογραφής του τρίτου μνημονίου.
Οπότε, αν αυτό είναι το άμεσο και πιεστικό δίλημμα, δικαίως αναρωτιέται κανείς «πού κολλάει» η έξαρση των ελληνο-γερμανικών «εχθροπραξιών»: στην επιλογή της ρήξης ή στην επιλογή του συμβιβασμού με το «μοιραίο»;
Διότι θα μπορούσε εξίσου καλά να συνδυαστεί και με τις δύο…
Η Ιστορία είναι γεμάτη με ηρωισμούς, οράματα και εφιάλτες. Και έρχεται η στιγμή που πρέπει να αποφασίσεις… Αν δεν αποφασίσεις εσύ, θα αποφασίσει αυτή για λογαριασμό σου!