Του Mark Mazower*
Η ευθύνη είναι του Βερολίνου να καταδείξει ότι μπορεί να αποδεχθεί τις ευθύνες της ηγεσίας, γράφει ο Mark Mazower στις Γνώμες των Financial Times
Με τον Wolfgang Schäuble, τον Γερμανό υπουργό Οικονομικών, να έχει πετάξει στην Αθήνα την Πέμπτη για μια επίσκεψη ηθικής υποστήριξης, γίνεται όλο και πιο σαφές από ποτέ ότι η Ευρώπη έχει ένα πρόβλημα ηγεμονίας.
Υπό από την Προεδρία του Φρανσουά Ολάντ, η Γαλλία έχει όλα, αλλά λείπει η δράση σε ότι αφορά τα ζητήματα της ΕΕ. Το Ηνωμένο Βασίλειο δεν έχει μετράει στην Ευρώπη, χάρη στη δέσμευση του πρωθυπουργού David Cameron για το ενδεχόμενο ενός δημοψηφίσματος για την παραμονή ή όχι της χώρας στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Ακόμα και στις καλές εποχές, η Ιταλία και η Ισπανία δεν είχαν την ίδια βαρύτητα με τους βόρειους γείτονές τους, πόσο μάλλον τώρα που το βάρος τους υπονομεύεται από την κρίση.
Έτσι απομένει η Γερμανία. Ούτε οι ίδιοι οι Γερμανοί, ούτε κανείς άλλος φαίνεται να αισθάνεται άνετα με αυτό. Ωστόσο η πρωτοκαθεδρία του Βερολίνου είναι μια πραγματικότητα που δεν μπορεί κανείς να αγνοήσει. Η πρόκληση είναι να βρούμε πώς μπορεί αυτή η κατάσταση να επωφελής για όλους.
Την παραμονή του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, ένας ηλικιωμένος Γερμανός δικηγόρος, ο Heinrich Triepel έγραψε για το θέμα της ηγεμονίας ένα έργο που παραμένει κλασικό, όπου επιχειρεί να συμφιλιώσει την πολιτική της ισχύος με την ιδέα ότι τα κυρίαρχα κράτη είναι ως προς το δίκαιο, όλα ίσα. Ένα θέμα πολύ κοντά στην καρδιά του διεθνούς δικαίου, που στη γενιά του Triepel ήταν φυσικά το κεντρικό ζήτημα της γερμανικής πολιτικής, δηλαδή η σχέση της Πρωσίας με τα μικρότερα γερμανικά κρατίδια. Κατά διαβολική σύμπτωση, το βιβλίο του Die Hegemonie βγήκε το 1938, όταν ακριβώς τα στρατεύματα του Χίτλερ άρχισαν τη μακρά τους πορεία σε όλη την Ευρώπη.
Η ναζιστική Νέα Τάξη αποδείχθηκε πως ήταν ότι ακριβώς ο Triepel τάχθηκε κατά. Όλα είναι δύναμη και δεν υπάρχουν κανόνες, αυτό ήταν το όραμα του Χίτλερ για την Ευρώπη, που επαναπαύθηκε χωρίς καμία πραγματική αίσθηση ιδεολογικής και πολιτισμικής κοινότητας. Mε λίγους Αρίους τιμητικά δίπλα, μη-Γερμανοί ήταν σαφώς δεύτερης κατηγορίας υπήκοοι. Μόνο στο τέλος του πολέμου το Βερολίνο έκανε το λάβαρό του τον αντικομμουνισμό. (Και, σε αντίθεση με την καγκελάριο Άνγκελα Μέρκελ, ο Χίτλερ ποτέ δεν θα ενθάρρυνε να ξοδευτούν τα χρήματα των Γερμανών φορολογουμένων για κανέναν άλλο).
Αντί να βλέπουμε σημερινή Γερμανία ως Τέταρτο Ράιχ, θα πρέπει να την δούμε από το πως διαμορφώνεται από την επιθυμία της να αποφευχθεί το ναζιστικό μοντέλο με κάθε κόστος. Όπως ο κ. Σόιμπλε κατέστησε σαφές στην Αθήνα, η σύλληψη της ηγεμονίας του Βερολίνου του 21ου αιώνα είναι να σφυρηλατήσει ένα σύνολο κανόνων και στη συνέχεια να επιμείνει να τους εφαρμόσει ο καθένας. Διακριτική ισχύς – η ουσία της εξουσίας του Χίτλερ – είναι αυτό που πρέπει να κρατηθεί κατ΄ ελάχιστο. Μια κοινότητα κανόνων θα δεσμεύει τους Ευρωπαίους να είναι μαζί.
Δεν είναι η πρώτη φορά που η ήπειρος έχει οδηγείται από μια δύναμη ή μια ομάδα δυνάμεων, η οποία προσδιόρισε το σκοπό της, στην επιβολή κανόνων και εξουσίας στους άλλους. Μετά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο η Βρετανία και η Γαλλία καθιέρωσαν το χρυσό πρότυπο, τις κεντρικές τράπεζες, συμπεριλαμβανομένης και της Τράπεζας Διεθνών Διακανονισμών, για να κρατήσουν τη νομισματική πολιτική μακριά από τα χέρια των πολιτικών, ενθάρρυναν τις συνταγματικές δημοκρατίες και προώθησαν την Κοινωνία των Εθνών ως διεθνές φόρουμ. Και οι Αμερικανοί έκαναν το ίδιο, μάλλον με περισσότερη επιτυχία, μετά το 1945 – βοηθώντας τη δημοκρατία να ανακάμψει στη Δυτική Ευρώπη.
Αλλά σε σύγκριση με το σήμερα, αυτό που είναι εντυπωσιακό είναι ότι καμία από αυτές τις ηγεμονίες δεν συμπεριφέρονταν όπως όλοι οι άλλοι. Οι Βρετανοί προφανώς δεν ήταν, αφού είχαν τους τεράστιους πόρους της αυτοκρατορίας που εγγυόταν την άμυνά τους στον κανόνα του χρυσού.
Όσο για τις ΗΠΑ, η δέσμευσή τους για δημιουργία διεθνών θεσμών μετά το 1945 ήταν συμβατή με την αμερικανική ιδιαιτερότητα. Ήταν πάντα το Κογκρέσο που έπρεπε να αποφασίζει κατά πόσο οι ΗΠΑ θα πρέπει να δεσμεύονται από τους κανόνες που καλούσαν να εφαρμόσουν οι άλλοι. Αυτή η ιδιαιτερότητα προκαλούσε οικονομικά spin-offs. Οι ΗΠΑ ήταν σε θέση να απολαύσουν τα οφέλη του ρόλου του δολαρίου ως παγκόσμιο νόμισμα.
Αλλά η Ουάσιγκτον είδε επίσης την ανάγκη να διασφαλίσει ότι τα δολάρια θα συνέχιζαν να είναι διαθέσιμα σε όλο τον κόσμο: η Pax Americana εξαρτάται από το να συμπεριφέρεται ως ηγεμόνας με μια κεϋνσιανή λογική, κατευθύνοντας τα κεφάλαια εκεί που τα δολάρια ήταν λιγοστά για να λειτουργήσει το εμπόριο και ως εκ τούτου να συνεχιστεί η ανάπτυξη. Για δεκαετίες, η Ευρώπη ήταν ο κύριος δικαιούχος αυτής της πολιτικής.
Αλλά τώρα που η εποχή της αμερικανικής γενναιοδωρίας έχει έρθει σε ένα τέλος, θα συνεχίσει το Βερολίνο να είναι τόσο τρομοκρατημένο από τη μνήμη του Τρίτου Ράιχ, κατάσταση που αποκρούσει εντελώς μια διακριτική δράση; Αυτό θα ήταν μοιραίο. Η αποτελεσματική ηγεμονία δεν είναι μόνο κανόνες. Μαζικά πλεονάσματα του ισοζυγίου εξωτερικών συναλλαγών της Γερμανίας σύρουν στα σίγουρα την Ευρώπη κάτω όπως έγινε στη δεκαετία του 1930 με τη Γαλλία που αποθησαύριζε χρυσό. Μπορεί άραγε η Γερμανία να αρχίσει να βλέπει τον εαυτό της ως απαραίτητη κινητήρια δύναμη σε ηπειρωτική κλίμακα; Μπορεί να αποδεχθεί τις ευθύνες της ηγεσίας;
Για την Αμερική στον ψυχρό πόλεμο το κίνητρο ήταν σαφές: η οικονομική ευημερία θεωρήθηκε ως ζήτημα ασφάλειας εν μέσω φόβων ότι ο κομμουνισμός θα μπορούσε να τροφοδοτηθεί από τη φτώχεια της ηπείρου. Αυτή η ανησυχία έχει φύγει. Άλλωστε, η ασφάλεια και η ευημερία της Γερμανίας είναι ακόμα πιο κατοχυρωμένη από ότι εκείνη της Αμερικής με τη σταθερότητα της ευρωπαϊκής δημοκρατίας. Το πώς (η Γερμανία) επιλέγει να ορίσει τον ηγετικό της ρόλο θα δείξει αν παραμένει στοιχειωμένη από τους δαίμονες του παρελθόντος ή είναι σε θέση να αξιολογήσει τις ανάγκες του μέλλοντος με τους δικούς του όρους.
* Ο Mark Mazower είναι καθηγητής Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο Κολούμπια και συγγραφέας του «Η διοίκηση του Κόσμου»