Συνέντευξη στη Χρύσα Βαλαμουτοπούλου
Έχετε ένα πλούσιο βιογραφικό με πολλές συνεργασίες σε θέατρο, τηλεόραση και κινηματογράφο. Ποιό μέσο προβολής από αυτά θεωρείτε ότι έχει παίξει το σημαντικότερο ρόλο στην καριέρα σας έως σήμερα;
Ως ηθοποιός, το θέατρο είναι το βασικότερο όλον. Από τα ερασιτεχνικά μου χρόνια ακόμη, δηλαδή στην εφηβεία μου, το θέατρο ήταν ο καταλύτης στην πορεία μου αλλά και στον χαρακτήρα μου. Η πιο δυναμική μου παρουσία λοιπόν ήταν εκεί, ενώ στην τηλεόραση ήμουν μόνο κάποια χρόνια και στον κινηματογράφο έχω κάνει λίγες συνεργασίες. Όμως, η επιρροή του κινηματογράφου πάνω μου ήταν σπουδαία όπως η ταινία με τον κ. Πανουσόπουλο και τον Θανάση Τσαλταμπάση ήταν πολύ όμορφα πράγματα για εμένα.
Υπάρχει μία συνεργασία-σταθμός που έχετε να αναφέρετε;
Ναι, η συνεργασία μου με τον Θύμιο Καρακατσάνη. Θα μπορούσα να χαρακτηρίσω την καριέρα μου πρo Θύμιου και μετά Θύμιο. Ήταν ένας πολύ μεγάλος ηθοποιός και καλλιτέχνης και για μένα τα τέσσερα έργα που κάναμε μαζί από το 2004 μέχρι το χειμώνα του 2006 ήταν σπουδαία εμπειρία. Με σημάδεψε ο τρόπος που δουλεύει, η μανία που έχει στο θέατρο και πάνω απ όλα η σκηνοθεσία του και το πόσο δοτικός ήταν. Πολλοί λένε ότι ήταν σκληρός, εγώ όμως θα τον χαρακτήριζα μανιακό με τη δουλειά του και σπουδαίο θεατράνθρωπο. Από αυτούς τους μεγάλους καλλιτέχνες πρέπει να διδαχτείς.
Θα θέλατε να ασχοληθείτε με την σκηνοθεσία;
Ο καλός σκηνοθέτης είναι εκείνος που μπορεί να σε ανθίσει, μπορεί να βγάλει από μέσα σου αυτό που πραγματικά έχεις. Στο παρελθόν έχω συνεργαστεί με σκηνοθέτες που τους ρωτούσα πολλά πράγματα. Μερικοί τα έχαναν. Για μένα ο σκηνοθέτης πρέπει να υπηρετεί πρώτα το θεατρικό έργο και μετά τους χαρακτήρες. Η πρώτη μου απόπειρα σκηνοθεσίας ήταν όταν φοιτούσα στη σχολή όπου έγραψα δύο επιθεωρήσεις που παρουσιάστηκαν στο θέατρο της σχολής. Θα ήθελα κάποια στιγμή να το κάνω, νομίζω πως μετά από είκοσι χρόνια θα μπορούσα να τα καταφέρω.
Τα «Ραδίκια Ανάποδα» ανεβαίνουν για 4η συνεχή χρονιά στο θέατρο Eliart. Ποιό είναι το μυστικό της επιτυχίας τους;
Δεν ξέρω αν υπάρχει μυστικό. Αν το ήξερα, μακάρι να το ανακάλυπτα νωρίτερα. Μυστικό δεν υπάρχει, απλά είναι μία παράσταση που την αγαπώ πολύ, είχε πολλή δουλειά για να γραφτεί. Όταν μου δόθηκε η ευκαιρία να το κάνω, το έκανα και είμαι πολύ χαρούμενος που τα κατάφερα. Όταν ξεκινάει η παράσταση, δεν καταλαβαίνω πότε τελειώνει. Όμως, το μυστικό στην επιτυχία νομίζω πως δεν το κατέχει κανείς. Περισσότερα μυστικά υπάρχουν στην αποτυχία. Το θέατρο δεν το πιάνεις από πουθενά, τι θα πετύχει, τι θα αρέσει. Πολλές φορές, κάτι που δεν αρέσει, πετυχαίνει εμπορικά και καταρρίπτεται στον χρόνο.
Τελικά, έχετε καταλάβει τι προτιμάει το θεατρικό κοινό;
Ειλικρινά, όχι. Εμείς απλώς προσφέρουμε. Εμείς μαγειρεύουμε κι από εκεί και πέρα τι όρεξη έχει ο πελάτης που θα έρθει και θα φάει στο εστιατόριο που λέγεται θέατρο, δεν το ξέρει κανείς. Πολλοί παράγοντες παίζουν ρόλο, από το ποιός ηθοποιός σου αρέσει μέχρι ποιό είδος θεάτρου σου αρέσει ή αν σου αρέσει ο χώρος, είναι ένας συνδυασμός πολλών πραγμάτων τελικά μία παράσταση.
Ο Βλαδίμηρος Κυριακίδης σκηνοθετεί την παράσταση. Πώς θα χαρακτηρίζατε αυτή τη συνεργασία;
Με τον Βλαδίμηρο είχαμε δουλέψει πριν από πολλά χρόνια. Τελευταία μας φορά ήταν στο Θέατρο Μινώα σε μια φάρσα, λεγόταν «Φερμουάρ», μια παράσταση όπου γελάσαμε πάρα πολύ, πάνω και κάτω από τη σκηνή. Κατόπιν, μου είχε ζητήσει να του γράψω κάτι και τότε ήταν που του είπα για τα «Ραδίκια», που ήταν ακόμη στο χαρτί. Διάβασε κάποια κείμενα και του άρεσαν. Έτσι προέκυψε κι η συνεργασία. Ο μήνας των προβών ήταν από τους πιο δημιουργικούς μήνες που έχω περάσει στο θέατρο. Ήταν ένας πραγματικός coach, όπως πρέπει να είναι ένας σκηνοθέτης. Η σκηνοθεσία της κωμωδίας είναι πολύ ιδιαίτερη. Όταν σκηνοθετείς έναν κωμικό, αρχικά χρειάζεται να γελάσεις κι εσύ μαζί του και κατόπιν να τον οδηγείς στο μέτρο κι όχι στην υπερβολή. Αρχικά, τον αφήνεις να αφηνιάσει λίγο στη σκηνή, στη συνέχεια τον μαζεύεις. Όταν στην πορεία, προσέθεσα κι άλλα κομμάτια στην παράσταση, ήταν στη γραμμή που είχε δώσει ο Βλαδίμηρος.
Γιατί επιλέξατε το θέμα του θανάτου. Τι επιδιώκετε μέσα από αυτό;
Αυτή η ιδέα με τους επικήδειους είχε ξεκινήσει από πολύ παλιά, γύρω στο 1994-1995. Θυμάμαι είχα γράψει τότε έναν μονόλογο (τον επικήδειο του Αντωνάκη της παράστασης), ο οποίος είχε μείνει στο συρτάρι. Δεν μπορούσε να ενταχθεί κάπου, το είχα όμως κρατήσει. Τελικά, προέκυψε παράσταση να μπει αυτό το κείμενο. Τότε, άρχισα να γράφω και τους υπόλοιπους μονολόγους.
Στην παράσταση, διακωμωδείται ο θάνατος. Στην πραγματικότητα, τι στάση έχετε εσείς απέναντί του;
Ο θάνατος είναι η αφορμή. Στην παράσταση, περισσότερο σατιρίζονται αυτοί που έρχονται ή αυτοί που μένουν πίσω. Περισσότερο, σατιρίζεται η ζωή. Νομίζω είναι μία κωμωδία χαρακτήρων, όμως φλερτάρει με αρκετά είδη κωμωδίας. Επειδή στο θάνατο όλοι είμαστε ίσοι, προσπαθούσα να κρατήσω μία ισορροπία και στην παράσταση ακόμα. Είτε κοινωνικά (από ένα κλεφτρόνι μέχρι μία χήρα εφοπλιστή) είτε άνθρωποι εξουσίας ή εξουσιαζόμενοι. Αυτό που κάνει την ιδέα να λειτουργεί, είναι ο φόβος. Πολλές φορές γελάμε με πράγματα που μας φοβίζουν. Οι μεγαλύτερες κωμωδίες έχουν γραφτεί για αστυνομικά τμήματα, για νοσοκομεία. Είναι χώροι όπου δεν θέλουμε να μπούμε, αλλά θέλουμε να κοιτάξουμε από μια κλειδαρότρυπα τι συμβαίνει μέσα. Κι αν αυτό γίνεται μέσω μίας κωμωδίας, ακόμη καλύτερα γιατί έτσι ανατρέπονται όλα αυτά που πιστεύουμε για αυτούς τους χώρους.
Τι στάση έχετε απέναντι στη ζωή;
Ανάλογα με την ψυχολογία και πώς έρχονται τα πράγματα. Προσπαθώ να ζω τη ζωή όσο μας επιτρέπουν οι καταστάσεις κι οι καιροί. Προσπαθώ μέσα από τη δουλειά μου να εκφραστώ.
Υπάρχει κάτι που δεν συγχωρείτε στον εαυτό σας;
Πολλά πράγματα δεν συγχωρώ στον εαυτό μου. Την ατολμία μου, την αναποφασιστικότητά μου σε επαγγελματικό επίπεδο. Αλλά τελικά, αν δεν ήμουν έτσι, δεν θα ήμουν κι αυτός ο ηθοποιός που είμαι. Ξέρω ακριβώς πότε αυτό που κάνω είναι καλό ή όχι, δεν χαρίζομαι στον εαυτό μου. Νομίζω όμως πως τελικά οι αποτυχίες κι οι δυσκολίες είναι αυτές που με ωρίμασαν. Έχω δικαίωμα να το πω αυτό στα 45 μου χρόνια.
Αν ξέρατε πως δεν υπάρχει αύριο, τι θα θέλατε να κάνετε σήμερα;
Θα ήθελα να παίξω μία κινηματογραφική κωμωδία. Αυτό θα ήθελα να κάνω. Θα ήθελα να φτιάξω μία πολύ ωραία κωμωδία, σχεδόν βουβή.
Αν η ζωή σας ήταν ένα θεατρικό έργο, τι τίτλο θα βάζατε;
«Είναι κωμωδία;»
Σας ευχόμαστε καλή συνέχεια και καλή επιτυχία σε ό,τι κάνετε.
Σας ευχαριστώ πολύ. Καλή επιτυχία και σε εσάς, να είστε καλά.