O Νίκος Γκάλης είναι ο Μεσσίας του ελληνικού μπάσκετ. Δεν ήταν αυτός που γέννησε το άθλημα στη χώρα, καθώς είχαν προηγηθεί οι «προφήτες» του, όπως συμβαίνει σε αυτές τις περιπτώσεις. Ήταν όμως αυτός που το απογείωσε, το έβαλε σε κάθε ελληνικό σπίτι και κυρίως ήταν αυτός που λειτούργησε σαν πρότυπο ώστε οι πιτσιρικάδες στις γειτονιές ανά την Ελλάδα, να πιάσουν για πρώτη φορά μια μπάλα του μπάσκετ στα χέρια τους.
Ήταν 29 Σεπτεμβρίου του 1979 όταν ο μεγάλος αυτός παίκτης ήρθε από τις ΗΠΑ να παίξει μπάσκετ στην Ελλάδα. Μια Ελλάδα που έψαχνε τον βηματισμό της, καθώς προσπαθούσε να τινάξει από πάνω της τον «επαρχιωτισμό» και να βρει μια θέση στον σύγχρονο κόσμο. Ο Γκάλης έκανε ακριβώς αυτό. Έδειξε με το δικό του τρόπο το πώς μπορούν να επιτευχθούν μεγάλοι άθλοι. Και το έδειξε στην πράξη, μέσα στο γήπεδο. Μέσα στην έξαψη της προσπάθειας και του αγώνα. Άλλωστε στα λόγια δεν ήταν ποτέ καλός. Ευτυχώς. Διότι στις δεκαετίες του 80 και του 90 χορτάσαμε από λόγια, από ρητορείες, από «εξυπνάδες», από ατάκες. Η επικοινωνία του Γκάλη με την κοινωνία γινόταν με ένα και μόνο τρόπο. Με το ταλέντο του, τον άψογο επαγγελματισμό του και την αποτελεσματικότητά του. Αυτή άλλωστε είναι η «Αγία Τριάδα» κάθε πραγματικής Ηγεσίας.
Τι να τα κάνει τα λόγια ένας παίκτης όταν σε κάθε παιχνίδι του σκόραρε κατά μέσο όρο 30 πόντους; Τα πολλά και μεγάλα λόγια ακούγονται συνήθως από αυτούς που είναι «φούσκες», ανεβαίνουν ψηλά και σκάνε. Ο Γκάλης ήταν ηγέτης. Για αυτό και ανέβασε ψηλά το ελληνικό μπάσκετ. Πήρε στους ώμους του και τον Άρη και την εθνική ομάδα μπάσκετ και απέδειξε πως τίποτα δεν είναι ακατόρθωτο για αυτούς που πιστεύουν, που αγωνίζονται, που ιδρώνουν για τη φανέλα.
Ο Νίκος Γκάλης πήγε «κόντρα» στη κρατούσα νοοτροπία της εποχής. Αναδείχθηκε σαν Ηγέτης με την αντισυμβατικότητά του σε σχέση με τα κυρίαρχα πρότυπα της εποχής. Δηλαδή την ψευτοαριστερά που θεμελίωνε τη διαπλοκή, εμφανίζοντάς την ως δημοκρατική πρόοδο. Τα πρώτα ευρωπαϊκά κονδύλια που κατέφθαναν και σπαταλούνταν χωρίς σχέδιο ανάπτυξης. Τις μίζες που βαπτίστηκαν «δωράκια» για να νομιμοποιηθούν. Τις αθρόες προσλήψεις των κομματικών στρατών στο δημόσιο. Αν δει κανείς ψύχραιμα και από απόσταση το κλίμα της εποχής, καταλαβαίνει πόσο «μόνος» ήταν ο Νίκος Γκάλης. Αλλά αυτό ακριβώς τον έκανε Μοναδικό. Διότι σε μια χώρα που ανακάλυπτε την ευκολία, ο Γκάλης έδειχνε πως δεν υπάρχει εύκολος τρόπος για τη νίκη. Έκανε προπόνηση περισσότερο από κάθε άλλο. Έπαιζε ομαδικά περισσότερο από κάθε άλλο. Τολμούσε εκεί που οι υπόλοιποι σταματούσαν. Τη διαφορά ποτέ δεν την κάνεις ακολουθώντας την πεπατημένη. Τη διαφορά την κάνεις ανοίγοντας δρόμους που δεν έχουν περπατηθεί από κανέναν.
Η κατάκτηση του πανευρωπαϊκού το 1987 ήταν το επιστέγασμα αυτής της κοπιώδους προσπάθειας. Ο Νίκος Γκάλης ήταν ο αρχηγός, ο εμψυχωτής, ο μεγάλος αθλητής που στο πρόσωπό του η ελληνική κοινωνία αναγνώρισε έναν πραγματικό ήρωα. Απέδειξε στο δικό του χώρο πως η Ελλάδα μπορεί να κοιτάξει τους πάντες στα μάτια. Χωρίς κόμπλεξ. Χωρίς «δεύτερες σκέψεις» και αναστολές. Χωρίς τους γνωστούς «ελληνικούς» τρόπους επιτυχίας που βασίζονται κυρίως στην άμυνα και στο «βαστάτε να αντέξουμε». Βγήκε μπροστά και διεκδίκησε αυτό που άξιζε, αυτό για το οποίο έδινε το μυαλό και την ψυχή του. Για αυτό και το κέρδισε.
Ο Νίκος Γκάλης είναι από μόνος του ένα ολόκληρο μάθημα για τη σύγχρονη ελληνική ιστορία. Κανονικά θα έπρεπε τα παιδιά στο σχολείο να διδάσκονται τι έκανε και πως το έκανε ο Νίκος Γκάλης για το ελληνικό μπάσκετ και την Ελλάδα. Για να γαλουχηθούν γενιές που θα πιστεύουν στην προσπάθεια και όχι στην ευκολία, στον σκληρό αγώνα και όχι στην «τύχη», στη συνειδητή ανάληψη μιας εθνικής αποστολής και όχι στο «σταριλίκι». Για να μπορούν να διακρίνουν ανάμεσα στο αθλητικό ήθος και το lifestyle του «φράγκα, γκόμενες, παλάτια και καλά κρεβάτια».
Από το θρίαμβο του πανευρωπαϊκού έχει περάσει ένα τέταρτο του αιώνα. Η βαρύτιμη κληρονομιά του Γκάλη έδωσε στο μεταξύ μεγάλους και σπουδαίους καρπούς για το ελληνικό μπάσκετ. Σήμερα ωστόσο η Ελλάδα ξαναψάχνει τον βηματισμό της, όπως όταν πρωτοφόρεσε τη φανέλα του Άρη ο Νίκος Γκάλης.
Η κρίση, η παρακμή, η απογοήτευση δεν έχουν αφήσει τίποτα αλώβητο. Θεωρώ λοιπόν πως η χθεσινή τιμητική βραδιά για το Νίκο Γκάλη στο Αλεξάνδρειο της Θεσσαλονίκης μπορεί να ήρθε πολύ καθυστερημένα για αυτόν τον σπουδαίο αθλητή που άλλαξε τον ρου του ελληνικού μπάσκετ, ήρθε όμως πάνω στην ώρα που «ψαχνόμαστε» για το πώς μπορούμε να βρούμε την άκρη σε αυτό το σκοτεινό τούνελ μέσα στο οποίο είμαστε εγκλωβισμένοι.
ΥΓ1: Το πιο ωραίο με τον Νίκο Γκάλη ήταν το γεγονός πως δεν είχε την «κλασσική» εικόνα του μεγάλου αθλητή του μπάσκετ. Τα φυσικά χαρακτηριστικά του ταίριαζαν με αυτά ενός συνηθισμένου ανθρώπου. Πιστεύω πως αυτό έπαιξε καταλυτικό ρόλο για την αγάπη του κόσμου. Ο καθένας μπορούσε να ταυτιστεί με το Νίκο Γκάλη και να «τρέξει» μέσα στη φαντασία του το σενάριο πως στη θέση του θα μπορούσε να είναι ο ίδιος. Είναι αυτή η διαδικασία «ταύτισης» που λείπει εντελώς σήμερα από όσους προβάρουν κοστούμια Ηγέτη σε διάφορους χώρους.
ΥΓ2: Στην Ελλάδα της μιζέριας και της παρακμής, οι πάντες μιλούν για αλλαγή νοοτροπίας. Αλλά στο τέλος, αυτό που εννοούν είναι απλά πως θα ξοδέψουμε λιγότερα. Αληθινή αλλαγή νοοτροπίας όμως, σημαίνει πως θα μάθουμε να παράγουμε περισσότερα. Και Ηγέτης θα αναδειχθεί αυτός που θα το δείξει έμπρακτα.