Γράφει ο Δημήτρης Κατσαρός
Ο ανανεωμένος προϋπολογισμός της Ευρωπαϊκής Ένωσης κάλεσε χώρες που οι οικονομίες τους πηγαίνουν καλύτερα να καταβάλλουν έκτακτες συνεισφορές στον ευρωπαϊκό κοινοτικό προϋπολογισμό.
2,1 δισεκατομμύρια ευρώ ζητήθηκαν από τη Βρετανική κυβέρνηση, γεγονός που προκάλεσε την οργή του Ντέιβιντ Κάμερον, ο οποίος, μετά το τέλος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου δήλωσε εμφατικά: «δεν πληρώνω» ενώ ζήτησε έκτακτη συνεδρίαση του ίαση του ecofin άμεσα. Οι δηλώσεις του βρετανού πρωθυπουργού δήλωναν αγανάκτηση, προβλέποντας ότι και η βρετανική κοινή γνώμη θα έχει παρόμοια συναισθήματα.
«Είναι εντελώς απαράδεκτος ο τρόπος λειτουργίας αυτού του οργανισμού, που ξαφνικά παρουσιάζει ένα λογαριασμό με ένα τεράστιο ποσό χρημάτων και τόσο λίγο χρόνο για την αποπληρωμή του… Δεν είναι αποδεκτό, είναι φρικτή συμπεριφορά. Δεν θα πληρώσω αυτόν τον λογαριασμό την 1η Δεκεμβρίου. Εάν ο κόσμος νομίζει ότι θα το κάνω, θα δει. Δεν πρόκειται να συμβεί.» δήλωσε μεταξύ άλλων ο Ντέιβιντ Κάμερον.
Η Καθημερινή αναφέρει την άποψη αναλυτών που θεωρούν ότι ο Κάμερον δε θα μπορέσει να στηρίξει μέχρι τέλους τη θέση του «δεν πληρώνω» και ότι ίσως γίνει μια συμφωνία μέσω της οποία θα κληθεί να πληρώσει μέρος του ή – συμπληρώνουμε εμείς – το ίδιο ποσό, σε άλλο χρονικό πλαίσιο.
Αυτό που δεν είναι δύσκολο να καταλάβουμε είναι ότι οι κορώνες του Ντέιβιντ Κάμερον δεν απευθύνονται στους ευρωπαίους εταίρους του αλλά στο εσωτερικό της χώρας του. Ο αναγνώστης θα πρέπει να έχει στο νου του μια βασική διάκριση. Ενώ σε πολλές χώρες της Ευρώπης όπως και στην Ελλάδα είναι οι συντηρητικοί που εμφανίζονται πιο υποστηρικτικοί της Ενωμένης Ευρώπης, ενώ οι πιο προοδευτικές δυνάμεις επιλέγουν πιο αιρετικές ή ευρωσκεπτικιστικές θέσεις, στη Βρετανία το τοπίο είναι το ακριβώς αντίστροφο. Ο Κάμερον σε σχέση με τους εργατικούς εμφανιζόταν εξ αρχής πιο ευρωσκεπτικιστής με αποτέλεσμα σήμερα να δέχεται πιέσεις από τον ευρωφοβικό Νάιτζελ Φάρατζ, στα δεξιά του, ο οποίος αποκτά μεγάλη δυναμική στη Μεγάλη Βρετανία. Σε αυτό το πλαίσιο η αντίδρασή του είναι απόλυτα δικαιολογημένη, ειδικά μετά την προτροπή του Φάρατζ να «μη δώσει φράγκο».