Υπάρχει ένα σημείο σχετικά με το βρετανικό δημοψήφισμα που αν και δεν έχει αναδειχθεί όσο θα έπρεπε, προβλέπεται να παίξει πολύ σημαντικό ρόλο ανεξαρτήτως αποτελέσματος.
Όπως γράφει σήμερα ο βρετανικός businessinsider, το Κοινοβούλιο του Ηνωμένου Βασιλείου δεν είναι υποχρεωμένο να βγάλει τη χώρα εκτός Ε.Ε., ακόμα κι αν ο κόσμος αποφασίσει να ψηφίσει υπέρ του Brexit.
Γιατί αυτό; Πολύ απλά γιατί το αποτέλεσμα της 23ης Ιουνίου δεν είναι δεσμευτικό νομικά για την κυβέρνηση Κάμερον. Αντ’ αυτού, είναι απλώς συμβουλευτικό και θεωρητικά μπορεί να αγνοηθεί εντελώς από την κυβέρνηση του Ηνωμένου Βασιλείου. Ο David Allen Green των Financial Times αναφέρει πως στη νομοθεσία της Ε.Ε. δεν υπάρχει ουδεμία δεσμευτική διάταξη που να αναγκάζει το κοινοβούλιο μιας χώρας να εφαρμόσει το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος. Στις σχετικές νομοθετικές ρυθμίσεις της Ε.Ε. που προβλέπουν τι συμβαίνει σε περίπτωση δημοψηφίσματος, αναφέρεται πως το αποτέλεσμα είναι “συμβουλευτικό”.
Τα παραπάνω έρχονται σε αντίθεση με το πιο πρόσφατο δημοψήφισμα που έγινε στη Βρετανία το 2011, για την αλλαγή του εκλογικού συστήματος, το αποτέλεσμα του οποίου είχε χαρακτήρα δεσμευτικό για την εφαρμογή του από το κοινοβούλιο της χώρας.
Αν ο κόσμος ψηφίσει υπέρ του Brexit, θα ξεκινήσει στη Βουλή μια μεγάλη σε διάρκεια πολιτική συζήτηση και εν τέλει θα αποφασιστεί από τους βουλευτές αν θα επικυρωθεί το αποτέλεσμα ή όχι. Πρόκειται για μια “δικλείδα ασφαλείας” της Ε.Ε. για να μην μπορεί μια χώρα να αποχωρίσει εύκολα. Όπως έχουν διαμορφωθεί τα δεδομένα μέχρι τώρα, δύσκολα θα ληφθεί απόφαση για αποχώρηση σε περίπτωση που τεθεί το αποτέλεσμα σε ψηφοφορία στο Westminster. Οι περισσότεροι βουλευτές τάσσονται υπέρ της παραμονής στην Ευρωπαϊκή Ένωση και η πλειοψηφία των 650, είναι υπέρμαχοι του “Ναι”, με τους ευρωσκεπτικιστές να είναι η μειοψηφία.
Ωστόσο, πολλοί βουλευτές έχουν ήδη δηλώσει πως σε κάθε περίπτωση θα πρέπει να σεβαστούν την απόφαση του λαού και να την επικυρώσουν, αλλιώς θα υπάρξει δημοκρατική εκτροπή, κάτι που δεν θα ήθελαν να χρεωθούν στην ονομαστική ψηφοφορία που θα ακολουθήσει.
Ένα δεύτερο σενάριο είναι πως ο Κάμερον θα πάρει το αποτέλεσμα και θα διεκδικήσει μια ακόμα πιο βελτιωμένη συμφωνία με την Ε.Ε., έτσι ώστε ακόμα κι αν υπάρξει απόφαση για Brexit, να μπορέσει να μεταπείσει την κοινή γνώμη και να αποφασίσει υπέρ της αθέτησης του Brexit σε δεύτερο δημοψήφισμα. Το να αγνοήσει παντελώς την απόφαση των ψηφοφόρων, είναι το τελευταίο και λιγότερο πιθανό σενάριο. Σε κάθε περίπτωση όπως καταλαβαίνει κανείς, το να “αποκοπεί” το Μεγάλο Νησί από την Ε.Ε., φαντάζει πολύ μα πολύ δύσκολο. Πάντως όχι απίθανο.
Πώς θα υλοποιηθεί το “Όχι”
Το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος θα ήταν δεσμευτικό μόνο αν η κυβέρνηση αποφάσιζε να εφαρμόσει το άρθρο 50 της Συνθήκης της Λισαβόνας, βάσει του οποίου ένα κράτος – μέλος ενεργοποιεί τις διαδικασίες εξόδου. Το άρθρο 50 θα έδινε τη νομική βάση για την αποχώρηση. Παρόλα αυτά, ακόμα κι αν κερδίσει το “Όχι”, δηλαδή το να “μην μείνουμε”, η κυβέρνηση δεν είναι υποχρεωμένη από καμία διάταξη να βάλει σε εφαρμογή το άρθρο 50.
Σημειώνουμε πως οι υποχρεώσεις ενός κράτους- μέλους στην Ευρωζώνη συνδέονται με τη συμμετοχή του στην ίδια την Ε.Ε. Η Ευρωζώνη δεν είναι μια ξεχωριστή οντότητα, αλλά απλώς το τρίτο στάδιο της πλήρους οικονομικής και νομισματικής ένωσης των ευρωπαϊκών κρατών στην οποία είναι υποχρεωμένα να προσχωρήσουν όλα τα κράτη – μέλη, εκτός του Ηνωμένου Βασιλείου και της Δανίας.
Τι προβλέπει η Συνθήκη. Το “win-win” του Κάμερον
Η Συνθήκη της Λισαβόνας περιγράφει με λεπτομέρειες τη διαδικασία αποχώρησης από την ΕΕ: “Το κράτος – μέλος που αποφασίζει να αποχωρήσει γνωστοποιεί την πρόθεσή του στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο. Υπό το πρίσμα των προσανατολισμών του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, η Ένωση προβαίνει σε διαπραγματεύσεις και συνάπτει με το εν λόγω κράτος συμφωνία που καθορίζει τις λεπτομερείς ρυθμίσεις για την αποχώρησή του, λαμβάνοντας υπόψη το πλαίσιο των μελλοντικών του σχέσεων με την Ένωση. Η διαπραγμάτευση της συμφωνίας αυτής γίνεται σύμφωνα με το άρθρο 218, παράγραφος 3, της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η συμφωνία συνάπτεται εξ ονόματος της Ένωσης από το Συμβούλιο, το οποίο αποφασίζει με ειδική πλειοψηφία, μετά από την έγκριση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου”.
“Θα ακούσουμε τη γνώμη του λαού και θα τη λάβουμε σοβαρά υπόψη. Θα γίνει σεβαστή αλλά η Βουλή έχει πάντα τον τελευταίο λόγο”, έλεγε την περασμένη εβδομάδα υπουργός του Κάμερον στη BBC, διατηρώντας την ανωνυμία του. Για τις επιπτώσεις του Brexit έχει άλλωστε προειδοποιήσει ο υπ. Οικονομικών, Τζορτζ Όζμπορν. “Η αποχώρηση από την ΕΕ θα έπληττε τις επενδύσεις, θα ζημίωνε τις οικογένειες και θα έβλαπτε τη βρετανική οικονομία”, ανέφερε ζητώντας από τους πολίτες να ψηφίσουν “Ναι”.
“Θα είχα την ευθύνη να προσπαθήσω να αποκαταστήσω τη δημοσιονομική σταθερότητα και αυτό θα σήμαινε έναν κατεπείγοντα προϋπολογισμό, στον οποίο θα αναγκαζόμασταν να αυξήσουμε τους φόρους και να περικόψουμε τις δαπάνες”, έλεγε.
Θυμίζουμε πάντως πως είτε το αποτέλεσμα της ψηφοφορίας είναι να μείνει η Βρετανία, είτε φύγει, ο Κάμερον έχει κερδίσει ήδη πολλά από την Ένωση. Ανάμεσα σε αυτά, είναι η προσωρινή αναστολή μέχρι τέσσερα χρόνια των κοινωνικών επιδομάτων στους Ευρωπαίους εργαζόμενους στο Ηνωμένο Βασίλειο. Κέρδισε επίσης τη διευκόλυνση της ελεύθερης κίνησης των κεφαλαίων και τη μείωση των γραφειοκρατικών διαδικασιών για τις επιχειρήσεις.
Πρακτικά, η Ε.Ε. προχώρησε σε παραχωρήσεις στα θέματα της τραπεζικής εποπτείας και της διαμόρφωσης μελλοντικά της νομοθεσίας για τον χρηματοπιστωτικό τομέα, της καταβολής κοινωνικών επιδομάτων, της γραφειοκρατίας για τις επιχειρήσεις και της δέσμευσης που υπάρχει στην ιδρυτική συνθήκη της ΕΕ για μία “συνεχώς στενότερη ένωση”. Όλα αυτά για να πείσει τους πολίτες να ψηφίσουν υπέρ του “Ναι” μιας και θα ισχύουν μόνο αν η χώρα διατηρήσει τη θέση της ως έχει.
Φυσικά, τα κέρδη του Κάμερον αποκτήθηκαν με διαπραγματεύσεις και βρετανικές απειλές, μήνες πριν το δημοψήφισμα, το αποτέλεσμα του οποίου όπως είπαμε και παραπάνω, δεν τον “δένει” με υποχρεωτική αποχώρηση. Win-win με άλλα λόγια μιας και η Γερμανία που βασίζει την οικονομία της στις εξαγωγές, σε καμία περίπτωση δεν θα ήθελε να χάσει έναν πολύ σημαντικό εμπορικό εταίρο από τα “χωράφια” της Ένωσης.
H έξοδος της Βρετανίας από την Ε.Ε. θα οδηγούσε σε μείωση της γερμανικής ανάπτυξης κατά 0,5% του ΑΕΠ, όπως εκτιμά το Οικονομικό Ινστιτούτου της Γερμανίας, DIW.
Σύμφωνα με το σκεπτικό του Ινστιτούτου, το Brexit θα συνεπαγόταν αύξηση των εμπορικών εμποδίων, με αποτέλεσμα τη συρρίκνωση του μεγέθους των γερμανικών εξαγωγών. Ως εκ τούτου, η γερμανική οικονομία θα στερούνταν σημαντικούς πόρους, οι οποίοι εκτιμώνται στο 0,5% του ΑΕΠ.
Θυμίζουμε πως το 1975 είχε λάβει χώρα και πάλι δημοψήφισμα στη Βρετανία για την παραμονή της χώρας στην τότε ΕΟΚ. Οι Βρετανοί ψήφισαν υπέρ της παραμονής.
πληροφορίες από news247.gr