Όπου υπάρχει φτώχεια, υπάρχει και γκρίνια. Το γνωμικό κολλάει απόλυτα στην περίπτωση της αγοράς πετρελαιοειδών, η οποία βιώνει μια πρωτοφανή στα χρονικά ύφεση, με αποτέλεσμα να βγουν εκτός αγοράς τουλάχιστον 1.500 βενζινάδικα και το σύνολο σχεδόν των εταιρειών εμπορίας να καταγράφουν ζημιές.
Πρόσφατα μια εταιρεία, από τις μεγαλύτερες, επέβαλε στους συνεργαζόμενους βενζινοπώλες έξτρα χρεώσεις για παραδόσεις καυσίμων σε ποσότητες κάτω των 18.000 λίτρων. Η ποσότητα αντιστοιχεί σε αυτήν που μεταφέρει ένα συνηθισμένο βυτιοφόρο. Οι χρεώσεις που χαρακτηρίζονται ως «έξοδα διαχείρισης παραδόσεων» αν και φαινομενικά μικρές, της τάξης των 5-6 ευρώ έχουν εξαγριώσει τους βενζινοπώλες, που θεωρούν ότι με τον τρόπο αυτό η εταιρεία επιδιώκει να αποτρέψει τις παραγγελίες μικρών ποσοτήτων, οι οποίες ωστόσο αποτελούν αναγκαστική λύση για μεγάλο αριθμό πρατηρίων λόγω μικρού όγκου πωλήσεων.
Πολύ φοβόμαστε ότι με τον τρόπο αυτό η εταιρεία εμπορίας θα ωθήσει πολύ περισσότερους βενζινοπώλες να μετατραπούν σε «ανεξάρτητους», οπότε θα πάψουν να υφίστανται τους ελέγχους ποιότητας και ακριβούς παράδοσης ποσοτήτων, τους οποίους εφαρμόζουν οι οργανωμένες εταιρείες. Και οι οποίοι να πούμε ότι είναι πιο συχνοί και πιο συστηματικοί, σε σχέση με αυτούς που ασκούν οι δημόσιες υπηρεσίες.
Οπότε ποιος θα πληρώσει τη νύφη; Μα ο καταναλωτής.