Εντάξει βιώνουμε την απόλυτη σύγχυση. Δεν ξέρουμε τι μας ξημερώνει, πως να κινηθούμε, αν μπορούμε να σχεδιάσουμε σε ορίζοντα μεγαλύτερο της μιας βδομάδας κ.τ.λ. Ωστόσο, ορισμένα πράγματα ανήκουν στη σφαίρα των βασικών κι αυτονόητων. Όπως για παράδειγμα ότι δεν πρόκειται να επιστρέψουμε στις ημέρες προ του 2010 και ότι το να είσαι ανταγωνιστικός και γειωμένος με την πραγματικότητα, είναι μια ασφαλής συνταγή επιβίωσης.
Ο κ. Κώστας είναι επιχειρηματίας της εστίασης διατηρώντας cafe – bar σε σημείο που πολλοί θα «σκότωναν» για να το έχουν. Σε μια λωρίδα γης μέσα…στη θάλασσα! Μέρος μαγικό κι ονειρεμένο που επί σειρά ετών είχε μετατραπεί κυριολεκτικά σε μηχανή κοπής χρήματος. Εκλεκτή μουσική, «καθαρά» ποτά, εξαιρετικό σέρβις (όλα αυτά με το αζημίωτο βεβαίως-βεβαίως) και όλος ο καλός κόσμος εκεί (όχι με την έννοια του lifestyle). Οικογενειάρχες, επαγγελματίες της περιοχής… Μάγκας ο κ. Κώστας «έβγαζε» κανονικά τη γλώσσα στους άλλους συναδέλφους του, που πάλευαν με την πιτσιρικαρία και τις φραπεδιές να βγάλουν μεροκάματο.
Την περασμένη Παρασκευή βρέθηκα στην περιοχή μετά από μήνες και φυσικά η επιλογή ήταν μια. Στον κ. Κώστα για ποτάκι, να πάρουμε μια γερή ανάσα…
Αντί για ανάσα, όμως, κεραμίδα ενέσκηψε στα κεφάλια μας. Πλάσμα τηλεοράσεις ολογυρίς συντονισμένες στον αγώνα της Εθνικής με τη Βοσνία κι ορδές πιτσιρικάδων να χαλούν τον κόσμο (και καλά έκαναν). Στριμωχτήκαμε σε ένα τραπεζάκι (θεωρητικώς το πιο απάνεμο σε σχέση με τη βαβούρα) και πήραμε το ποτάκι μας. Να’ σου και ο κ. Κώστας να μας υποδεχθεί και πες τα, να τα πούμε άρχισε να μας μιλά για τα ζόρια που τραβά.
«Παρασκευή βράδυ και τα μόνα ποτά που δώσαμε είναι τα τέσσερα δικά σας. Το φαντάζεστε; Ε, έτσι είναι πια. Οι άνθρωποι ζορίζονται και το ποτό και η έξοδος είναι πια περιττή διαδικασία. Το γύρισα στους πιτσιρικάδες για να βγω. Δυο ευρώ ο καφές. Το μαγαζί ζει πια από τους καφέδες και τα αναψυκτικά. Ανάβουμε κερί αν κάποιος παραγγείλει μπύρα. Άσε που ζω κανονικά πια, αφού το πολύ μέχρι τις 12 κλείνω…».
Και οι μη πιτσιρικάδες τι κάνουν δηλαδή, είναι κλεισμένοι σπίτια τους; Δε βγαίνουν ούτε έστω για ένα ποτό; «Οχι, μωρέ, απλώς να, πάνε στην τάδε περιοχή όταν αποφασίσουν να βγουν. Που κάθε τρεις και λίγο όλο προσφορές είναι εκεί τα μαγαζιά». Kαι γιατί κ. Κώστα δεν έριξες και συ τις τιμές στα ποτά να κρατήσεις την ωραία σου πελατεία, αντί να απευθύνεσαι στο χαρτζιλίκι των πιτσιρικάδων; “Ε, όχι ρε παιδιά. Όλα τα πράγματα έχουν την τιμή τους. Δε μπορώ να πουλήσω το ουίσκι κάτω από 7 ευρώ. Δε με συμφέρει….Κι αυτοί που το κάνουν θα την πατήσουν κάποια μέρα».
Αχ, κ. Κώστα δεν ξέρουμε πότε αυτοί θα την πατήσουν, αλλά εσύ την πάτησες ήδη. Ούτε εμείς θα ξανάρθουμε. Διότι όσο μαγεία και αν πουλάς δεν μπορούμε να αγοράζουμε το ουίσκι πάνω από 7 ευρώ. Δεν μας συμφέρει…