Γράφει ο Γιώργος Ευγενίδης
Είναι ένα ερώτημα που απασχολεί από χθες πολύ έντονα τη δημόσια συζήτηση: έπρεπε ή όχι να πάρει άδεια, έστω και διήμερη, από τη φυλακή ο ισοβίτης Δημήτρης Κουφοντίνας;
Δεν έχει νόημα να πιάσω το ζήτημα συναισθηματικά, αλλά καταλαβαίνω απόλυτα αυτούς που το κάνουν: ιδίως τους ανθρώπους που έμαθαν να ζουν με την απώλεια, επειδή ο Κουφοντίνας και ορισμένοι ακόμα ψευτοιδεολόγοι αποφάσισαν, ως κοινοί δολοφόνοι, να αποδώσουν δικαιοσύνη με τον τρόπο που μόνο αυτοί καταλάβαιναν. Ό,τι και να πει η οικογένεια Μπακογιάννη, η οικογένεια Μομφεράτου, η οικογένεια Βρανόπουλου, η οικογένεια Περατικού κ.ο.κ. για την περίπτωση αυτού του δολοφόνου, ποιος θα βρεθεί να τους δώσει άδικο;
Αλλά, η δικαιοσύνη δεν λειτουργεί με γνώμονα το συναίσθημα, αν και στην περίπτωση του Κουφοντίνα, πέραν του γράμματος του νόμου, υπάρχει και το πνεύμα του. Με άλλα λόγια, πέρα από τις τυπικές προϋποθέσεις χορήγησης της άδειας, συντρέχουν και οι ουσιαστικές. Αν ως ουσιαστική προϋπόθεση λάβουμε τη μεταμέλεια του κρατουμένου, τότε ο Κουφοντίνας δεν θα έπρεπε να ξαναδει το φως του ήλιου.
Από την άλλη, μια δημοκρατία δεν εκδικείται. Δεν εκδικείται ακόμα και αυτούς που την εχθρεύονται και την επιβουλεύονται και επιδιώκουν να την ανατρέψουν. Με άλλα λόγια, ακόμα και τους Κουφοντίνες, δεν τους εκδικείται. Από την άλλη, η δημοκρατία πρέπει να αμυνθεί. Ανεκτική μεν η δημοκρατία, αλλά όχι χωρίς όρια. Κανείς δεν θα έλεγε τίποτα στο συμβούλιο των φυλακών Κορυδαλλού, αν επεκαλείτο τον κίνδυνο τέλεσης εκ νέου αξιόποινων πράξεων εκ μέρους του Κουφοντίνα. Επομένως, και οι κρίνοντες κρίνονται.
Το χειρότερο στην περίπτωση του Κουφοντίνα είναι πως δεν συνταξιοδοτήθηκε. Γράφει βιβλία, τα οποία mainstream εκδότες έσπευσαν να εκδώσουν, αρθρογραφεί, κάνει παρεμβάσεις στον δημόσιο λόγο. Και, πέραν αυτού, υπάρχει ένα αδιόρατο νήμα που συνδέει, τόσο μέσα στη φυλακή όσο και εκτός αυτής, την παλιά γενιά της τρομοκρατίας με τη νεοτρομοκρατία, είτε στις σκληρές της εκδοχές (Σέχτα Επαναστατών, Συνωμοσία Πυρήνων της Φωτιάς) είτε και στις πιο light, όπως ο Ρουβίκωνας.Ο Κουφοντίνας εξακολουθεί να διαδραματίζει έναν ρόλο ιδεολογικού πάτρωνα της νεοτρομοκρατίας. Είναι, άλλωστε, η φυσική εξέλιξη ενός αρχιδολοφόνου: από τη στιγμή που βγαίνει από το πεδίο, μετατρέπεται σε «γκουρού» της θεωρίας και κατηχεί τους νέους, δημιουργώντας τη νέα γενιά δολοφόνων.
Ο Κουφοντίνας, ο οποίος επικαλείται το αστικό δικαίωμά του στην άδεια, είναι ο ίδιος που συνεχίζει να φτύνει την πολιτεία στα μούτρα: συνεχίζει τη δράση από άλλο μετερίζι, υπερασπίζεται την παρακαταθήκη του και ουδέποτε μετάνιωσε για το γεγονός πως αυτοαναγορεύθηκε σε δικαστή που αποφασίζει πώς και σε ποιους θα «απονείμει δικαιοσύνη».
Ο Κουφοντίνας, εν τέλει, μετά από πολύχρονες προσπάθειες κατάφερε να ξαναβγεί από τη φυλακή, να πάει σε μια ταβέρνα, να κοιμηθεί στο σπίτι του και να ασχοληθεί με τα μελίσσια του. Δεν αλλάζει κάτι, είναι καταδικασμένος και αύριο θα επιστρέψει στη φυλακή. Τι θα έδιναν, όμως, για δύο μέρες ακόμα επί γης ο Μομφεράτος, ο Ρουσέτης, ο Νορντίν, ο Σιπαχίογλου, ο Αγγελόπουλος, ο Βρανόπουλος, ο Περατικός και ο Σόντερς; Ίσως τα πάντα, αλλά δεν θα το ξέρουμε ποτέ. Τους δίκασε σε πρώτο και δεύτερο βαθμό με το σαρανταπεντάρι του ο επίμονος μελισσοκόμος, για τον οποίον κάποιοι δίνουν το νυν υπερ πάντων αγώνα.