Χωρίς ιδιαίτερη ανησυχία περιμένει η Αθήνα τη διπλή ετυμηγορία από τις Βρυξέλλες για το μεσοπρόθεσμο μακροοικονομικό σενάριο και τις δημοσιονομικές προοπτικές της χώρας, οι οποίες θα θέσουν τις βάσεις για το τετραετές πρόγραμμα προσαρμογής, που θα συμφωνηθεί μεταξύ Ελλάδας και Κομισιόν έως τον Σεπτέμβριο.
Η Αθήνα, μαζί με την υπόλοιπη Ευρώπη, περιμένει, μάλλον στις αρχές Ιουνίου, τις αναθεωρημένες εαρινές εκτιμήσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την τριετία 2024-2026. Το βασικό στοιχείο των προβλέψεων θα είναι η ανάπτυξη της οικονομίας. Στον ρυθμό ανάπτυξης για τα επόμενα χρόνια θα βασιστούν οι εκτιμήσεις για την πορεία των πρωτογενών πλεονασμάτων αλλά και της μείωσης του χρέους, το οποίο, με βάση τους νέους δημοσιονομικούς κανόνες, μπαίνει ξανά σε πρώτο πλάνο για την Ευρωπαϊκή Επιτροπή.
Εν αναμονή των προβλέψεων, το ΥΠΕΘΟ έχει πάρει ήδη θέση μέσα από το Πρόγραμμα Σταθερότητας που υπέβαλε στο τέλος Απριλίου. Αναθεώρησε επίσημα την ανάπτυξη για το 2024 από το 2,9% στο 2,5% και στο 2,6%, από 2,3% για το 2025. Βάση για τον αναπτυξιακό σχεδιασμό είναι η έγκαιρη και ορθή αξιοποίηση των 36 δισ. ευρώ από το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας. Έχοντας εισπράξει ήδη 14,9 δισ. ευρώ από το πρόγραμμα, η Ελλάδα διεκδικεί ακόμη 21,1 δισ. ευρώ τους επόμενους 26 μήνες. Το γεγονός αυτό, μαζί βέβαια με τα 27 δισ. ευρώ που αναμένονται από το ΕΣΠΑ 2021-2027, μπορεί να δικαιολογήσει τις ελληνικές προβλέψεις για την ανάπτυξη. Εκτός από τις δημόσιες επενδύσεις, αθροιστικά στην ανάπτυξη θα επιδράσουν η μείωση της ανεργίας, η συνέχιση της αύξησης των εισοδημάτων και η ανάκαμψη της Ευρωζώνης, που θα αυξήσουν περαιτέρω την ιδιωτική κατανάλωση και τις εξαγωγές.
Οι προβλέψεις της Αθήνας έχουν ως βασικές παραδοχές ότι πριν από το τέλος του 2025 τα επιτόκια του ευρώ θα έχουν υποχωρήσει στο 2%, το πετρέλαιο θα έχει για τα επόμενα 2 χρόνια μέση τιμή 85 δολάρια το βαρέλι και το φυσικό αέριο αναμένεται ότι θα παραμείνει κοντά στα 29 ευρώ η θερμική μεγαβατώρα. Όλα αυτά, ενώ ο πληθωρισμός αναμένεται να υποχωρήσει φέτος στο 2,6% και να σταθεροποιηθεί στο 2% την τριετία 2025-2027.
Με αυτές τις βασικές παραδοχές κινείται, σύμφωνα με πληροφορίες, και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, η οποία προετοιμάζει αυτόν τον καιρό τις εαρινές προβλέψεις της.
Εκτίμηση της Αθήνας είναι ότι οι διαφορές στις προβλέψεις για την ανάπτυξη, αν υπάρξουν, θα είναι οριακές και δεν θα επηρεάσουν το συνολικό πλαίσιο της διαπραγμάτευσης. Ο προγραμματισμός θέλει τις προβλέψεις της Κομισιόν να δημοσιεύονται αρχές Ιουνίου. Τούτο διότι μετά τις ευρωεκλογές η δημοσιοποίησή τους θα καθυστερήσει πολύ, αφού θα πρέπει να οριστεί η νέα Ευρωπαϊκή Επιτροπή, η οποία αναμένεται να συνέλθει ως σώμα όχι νωρίτερα από το τέλος του επόμενου μήνα.
Οι οροφές των δαπανών
Ένα δεύτερο στοιχείο που επείγει να ανακοινωθεί από την Επιτροπή είναι οι οροφές δαπανών για το 2025. Η Αθήνα έχει κατεβάσει τον πήχη της αύξησης των δαπανών για το 2024 από το 2,6%, που είχε ανακοινώσει η Κομισιόν πέρυσι για φέτος, στο 2,1%, υλοποιώντας ένα πακέτο μέτρων 1,7 δισ. ευρώ για την αύξηση των εισοδημάτων, δημόσιου και ιδιωτικού τομέα.
Παράλληλα, ως κίνηση στρατηγικής ανακοίνωσε πρόωρα, από τις αρχές Απριλίου, ότι τα πρόσθετα μέτρα για το 2025 δεν θα ξεπεράσουν τα 870 εκατ. ευρώ, δηλαδή περίπου τα μισά από όσα υλοποιούνται ήδη από φέτος. Είναι σαφές ότι η Ελλάδα θα έχει υψηλότερη οροφή δαπανών για το 2025 από το 2024. Αυτό παρά το γεγονός ότι ο δημοσιονομικός στόχος που έχει τεθεί είναι να έχουμε πρωτογενή πλεονάσματα 2,1% του ΑΕΠ για το 2024 και το 2025. Η δυνατότητα μεταφοράς δαπανών από χρόνο σε χρόνο, αν μένεις κάτω από τις συμφωνημένες οροφές των δαπανών ένα ή δύο χρόνια, δίνει περιθώριο για πρόσθετες παρεμβάσεις από το 2025 έως και το 2027, ανάλογα με τις πολιτικές αποφάσεις.
Ο στόχος για τη μείωση του χρέους μετά και την υποχώρηση του πληθωρισμού είναι λιγότερο φιλόδοξος από τα προηγούμενα χρόνια. Συγκεκριμένα το ΠΣΑ που δόθηκε στη δημοσιότητα προβλέπει μείωση του χρέους κατά 16% του ΑΕΠ τη διετία 2024-2025, από το 162,9% του ΑΕΠ που έφτασε στο τέλος του 2023 στο 146,3% του ΑΕΠ στο τέλος του 2025.
Τα σημεία-κλειδί του νέου προγράμματος
Τα σημεία που θα τεθούν κατά τις διαπραγματεύσεις οι οποίες θα γίνουν με τους ξένους αξιωματούχους θα είναι οι μεταρρυθμίσεις που θα αναλάβει να φέρει εις πέρας η Ελλάδα μέσα από το πρόγραμμα, οι οποίες θα αφορούν τις πάγιες παθογένειες της οικονομίας.
Πρώτη και βασική μεταρρύθμιση θα είναι η βελτίωση της λειτουργίας του ελληνικού δημοσίου. Εκτός από την επιτάχυνση στην απονομή δικαιοσύνης, η οποία θα πρέπει να έχει ολοκληρωθεί μέχρι και το 2025, οι Βρυξέλλες θα θελήσουν να έχουν συγκεκριμένους στόχους για μέτρα τα οποία θα μειώσουν τη γραφειοκρατία, τη διαφθορά και τη φοροδιαφυγή. Τα μέτρα αυτά θα πρέπει να έχουν συγκεκριμένο αποτέλεσμα και στα δημοσιονομικά στοιχεία.
Το δεύτερο μεγάλο θέμα είναι η ορθή αξιοποίηση των κοινοτικών πόρων, για την οποία εκφράζονται ακόμη αμφιβολίες από τις Βρυξέλλες. Η απορρόφηση και αξιοποίηση των περίπου 50 δισ. που δικαιούται η Ελλάδα έως το 2026 θα πρέπει να φέρει αποτέλεσμα στην οικονομία, που θα είναι ζητούμενο με τη μορφή στόχων στο ελληνικό πρόγραμμα.
Το τρίτο, και ίσως πιο δύσκολο από όλα, που ζητούν σε πάγια βάση οι Βρυξέλλες είναι να υπάρχει πολιτική συναίνεση για την οικονομική πολιτική, ώστε η αλλαγή κυβέρνησης να μην απειλήσει τη σταθερότητα που έχει επιτευχθεί με κόπο την τελευταία πενταετία.
Του Τάσου Δασόπουλου
Πηγή capital.gr