Επισημαίνει ο Δημήτρης Γιαννακόπουλος
Ο ρόλος μου ήταν να ακούσω τη συζήτηση μεταξύ των μελών μιας κυβερνητικής ομάδας πάνω σε ένα συγκεκριμένο θέμα και να συντάξω μια πρόταση που θα αποκρυστάλλωνε με ένα εναρμονιστικό τρόπο την βούληση τους, ώστε αυτή να αποτελέσει το πλαίσιο για ένα νομοθέτημα.
Άκουσα, έφυγα, συνέταξα την πρόταση και επέστρεψα στη σύσκεψη. Μόλις η ομήγυρης διάβασε το κείμενο, έμεινε αποσβολωμένη: «Ε, όχι και έτσι», μου είπε ο ένας από αυτούς! «Αυτό θα σήμαινε ρήξη», συμπλήρωσε κάποιος άλλος! Και εγώ δεν άντεξα και γέλασα: «Καλά αυτά δεν λέγατε εδώ, επί τόσην ώρα; Σε αυτό δεν ήταν που συμφωνούσατε;» ρώτησα! Όλοι χαμογέλασαν! «Μα καλά μια κουβέντα κάναμε, δεν είπαμε να τα κάνουμε και νόμο», είπε ο τρίτος της ομάδας!
Αν αισθάνονται την ανάγκη για «επαναστατική γυμναστική» κυβερνητικές ομάδες και κυβερνητικά συμβούλια, σκεφθείτε πόσο περισσότερο έχει αυτή την ανάγκη σήμερα ο ασφυκτιών, φτωχοποιούμενος ελληνικός λαός, με την έννοια οιασδήποτε λαϊκής συναναστροφής ή συνάθροισης αγανακτισμένων με την κατάσταση πολιτών! «Προχώρα στη ρήξη, να τελειώνουμε», σου λένε και μετά… σε κρεμάνε! Δεν το εννοούσαν έτσι ακριβώς! Δεν το φαντάζονταν έτσι το αποτέλεσμα της ρήξης! Αυτοί απλοί άνθρωποι του μόχθου ήταν, μια κουβέντα από την καρδιά τους είπαν και την ψυχή τους σού άνοιξαν, εσύ υπουργέ, πρωθυπουργέ, νομοθέτη, έπρεπε να τα πάρεις κατά γράμμα;
Εσύ όφειλες να γνωρίζεις και να υπολογίσεις σωστά τις συνέπειες, μια και υπάρχει κάποιες φορές «κοινωνικό αίσθημα» (social mood) για ρήξη με ένα διεθνές καθεστώς συμμόρφωσης και προσαρμογής, που αν τo πάρεις τοις μετρητοίς, θα σε οδηγήσει σε τραγικά αποτελέσματα εις βάρος αυτών των ίδιων που σε προέτρεπαν για… ρήξη. Τότε θα είναι αυτοί οι ίδιοι οι αγανακτισμένοι και απηυδισμένοι, που όπως ισχυρίζονται σήμερα δεν έχουν να χάσουν τίποτε από μια ρήξη με τους ευρωπαϊκούς θεσμούς – στην περίπτωσή μας – που θα ζητούν την «κεφαλήν σου επί πίνακι»! Και θα την έχουν, αν εσύ δεν στηρίζεσαι σε κάποια μορφή δική σου δικτατορίας. Όταν αυτή πέσει, πάλι είναι η «επαναστατική» σου κεφαλή που θα κιντυνεύσει! Θα θέλουν να την κόψουν, ακόμη κι αν έχεις προλάβει να «εγκαταλείψεις τον μάταιο τούτο κόσμο» και έχεις αφήσει πίσω σου το άγαλμά σου ή την προτομή σου!
Αυτή είναι η τύχη των ηγετών που προκαλούν ρήξεις επαναστατικού χαρακτήρα με το καθεστώς ηγεμονίας στο οποίο είναι ενταγμένοι! Αν δεν στηρίζονται σε ένα δικτατορικό καθεστώς ή σε ένα επαναστατικό καθεστώς με την προοπτική της δικτατορίας του προλεταριάτου, στα όπλα δηλαδή, θα τους κυνηγήσουν πρώτα από όλους οι αγανακτισμένοι θιασώτες της ρήξης!
Και αυτή η αλήθεια απασχολεί καθώς φαίνεται τον Γιάνη Βαρουφάκη, ο οποίος απαντώντας σε μια κυρία που του φώναζε προχθές στα Χανιά «Είμαστε μαζί σας», απάντησε: «Ναι αλλά να είστε και μετά τη ρήξη όμως ε;»!
Δεν θα είναι Γιάνη! Δεν θα είναι! Κανείς δεν θα είναι! Και σίγουρα δεν θα είναι μαζί σας οι αγανακτισμένοι με την ΕΕ και τους Δυτικούς Θεσμούς. Αυτοί είναι που πρώτοι θα σπεύσουν να σας χρεώσουν στο ακέραιο με τις δραματικές, παράπλευρες κοινωνικές συνέπειες της ρήξης! Θα πουν πως τα κάνατε στραβά, πως τα κάνατε θάλασσα και τους πήρατε στο λαιμό σας! Θα πουν πως αν κυβερνούσαν οι ίδιοι, δηλαδή ο λαός αυτοπροσώπως – όπως κυβέρνησε και κυβερνά σε κάθε μορφή δικτατορίας (!) – το αποτέλεσμα δεν θα ήταν κοινωνικοοικονομικώς καταστροφικό, αλλά τώρα είναι, μια και εσείς δεν είστε η λαϊκή εξουσία αυτοπροσώπως!!! Όσο ο «λαός», με το «κόμμα» του ή με τα «αναρχοσυνδικάτα» του και με τις «επαναστατικές επιτροπές» του, ή ο «λαός» με την έννοια των «στρατευμένων παιδιών» του, δεν είναι στη κυβέρνηση, η κάθε κυβέρνηση θα είναι εξ ορισμού εχθρική προς το συμφέρον του λαού και άρα η ρήξη της με το καθεστώς ηγεμονίας στο οποίο εντάσσεται η χώρα, αντίθετη στο γενικό συμφέρον του λαού! Πώς αλλιώς; Έτσι πολιτικολογεί η διαλεκτική του ολοκληρωτισμού, είτε από δεξιά είτε από αριστερά!
Λένε οι νεοφιλελεύθεροι και όλοι οι λειτουργιστές: «Οι δημοκρατίες δεν πολεμούν μεταξύ τους», εννοώντας προφανώς πως οι δημοκρατίες πολεμούν με (θεωρούμενες) πρώην δημοκρατίες, που μετά την ρήξη τους με το γενικό καθεστώς ηγεμονίας μετατράπηκαν σε δικτατορίες, είτε από πολιτική βούληση της ελίτ τους (σπανίως), είτε από ανάγκη, εξαιτίας του αποκλεισμού τους και του ουσιαστικά εμπόλεμου, ακραίως απειλητικού περιβάλλοντος που σχηματίστηκε εις βάρος τους (συνήθως)!
Τελεολογική και άρα άκρως προβληματική έως ανόητη είναι αυτή η προσέγγιση. Σημασία έχει πως ποτέ μια λειτουργούσα αστική δημοκρατία δεν ήρθε σε ρήξη με άλλες δημοκρατίες, εάν οι άλλες δημοκρατίες δεν την εξώθησαν προηγουμένως σε ρήξη. Εάν προηγουμένως οι ελίτ των άλλων δημοκρατιών που συνθέτουν ένα υπερεθνικό διακυβερνητικό μοντέλο, ή μια συγκυριακή τυπική ή άτυπη διεθνή συμμαχία, δεν απομόνωσαν μια δημοκρατία-εταίρο τους και σε δεύτερο στάδιο την απέκλεισαν από ζωτικούς χρηματοπιστωτικούς, ενεργειακούς, εμπορικούς, κ.α. πόρους, ή αποφάσισαν να την κατατεμαχίσουν. Ο αποκλεισμός μιας δημοκρατίας από ένα συνασπισμό/συνεταιρισμό άλλων δημοκρατιών είναι που οδηγεί αναγκαστικά στη ρήξη – στο βαθμό που αυτός καταστεί αποκλεισμός ζωτικού χαρακτήρα, ασφαλώς!
Άρα, την ρήξη με τους εταίρους μας στην Ευρωζώνη, δεν θα μπορούσε ποτέ να επιθυμεί οποιαδήποτε κυβέρνηση του κοινοβουλευτικού πολιτεύματος. Μια τέτοια ενέργεια ή θα την έριχνε αμέσως και επώδυνα, ή θα οδηγούσε σε κάποια μορφή δικτατορίας ή και στα δύο, στο ένα μετά το άλλο… που στο τέλος θα κατέληγε σε (τουλάχιστον) «ειδικά δικαστήρια»!
Εκτός εάν η ρήξη δεν είναι ρήξη, αλλά «ρήξη»! Εκτός εάν πρόκειται για ένα «βελούδινο διαζύγιο», μια συντεταγμένη και σε μεγάλο βαθμό σκηνοθετημένη «ρήξη», σε συνέχεια μιας συντεταγμένης πτώχευσης σαν αυτή που βίωσε η Ελλάδα τα τελευταία χρόνια. Μια «ρήξη» που δεν θα μεγέθυνε την κοινωνική καταστροφή στην Ελλάδα και δεν θα επιδείνωνε το Κοινωνικό της Ζήτημα, αν και θα μεγέθυνε βραχυχρονίως τουλάχιστον τις ανισότητες μεταξύ αυτών που διαθέτουν σημαντικό απόθεμα σε ευρώ και αυτών που δεν έχουν και θα υποβάθμιζε περισσότερο το γενικό βιοτικό επίπεδο.
Μια ρήξη της ευρωζώνης με την Ελλάδα, θα ήταν μια καθαρά πολεμική ενέργεια των εμφανιζόμενων ως ώριμες ευρωπαϊκές δημοκρατίες εις βάρος της Ελλάδας, με δραματικές και απρόβλεπτες συνέπειες στην Ευρώπη και με πολύ πιθανή την εξώθηση της Ελλάδας σε ένα καθεστώς εκτάκτου ανάγκης, που θα μετεξελισσόταν σύντομα σε καθεστώς δικτατορίας.
Αν αυτά τα ελάχιστα, δημοκρατικά και ορθολογικά που ζητεί η Κυβέρνηση του Αλέξη Τσίπρα από την ΕΕ και την ευρωζώνη εμφανιστούν ως αιτία ρήξης, τότε είτε οι ελίτ των ώριμων ευρωπαϊκών χωρών θα έχουν παραφρονήσει, εντελώς και ομαδικώς, ή θα γίνει πρόδηλο πως έχουν προαποφασίσει και σχεδιάσει την «ρήξη», με ένα Πλάνο Β για την Ελλάδα, που ασφαλώς θα περιλαμβάνει και εξωτερική υποτίμηση σε συνέχεια της ήδη εξοντωτικής για τα δύο τρίτα του ελληνικού λαού εσωτερικής.
Στο δεύτερο σενάριο (: «ρήξη») θα μπορούσε να παίξει – κακώς, κάκιστα κατά την άποψή μου, όπως ξέρεις αναγνώστη μου – καί η ελληνική κυβέρνηση! Αντίθετα στο πρώτο (: ρήξη) προφανώς θα ήταν τρελό αν πίστευε κανείς πως θα «έπαιζε», πέραν ασφαλώς της διαπραγματευτικής υποθέσεως όπως την εξέφρασε ο Ευκλείδης Τσακαλώτος, σήμερα στην τηλεόραση του Star: «Αν δεν το έχεις στο μυαλό σου τη ρήξη, ούτε καν σαν ενδεχόμενο, προφανώς οι δανειστές θα περάσουν τα ίδια μέτρα με τους προηγούμενους… Εμείς δημιουργούμε ασάφεια στους εταίρους μας για τις προθέσεις μας σκοπίμως γιατί πρέπει να ξέρουν ότι εμείς είμαστε έτοιμοι για μια ρήξη, αλλιώς δεν διαπραγματεύεσαι».
Σωστά, αν μιλούμε για ρήξη και όχι για «ρήξη»! Αν και ακόμη με την δεύτερη θα κινδύνευαν «κεφάλια», πόσο μάλλον με την έννοια της πρώτης! Και σε κάθε περίπτωση η ρήξη που δεν μπορεί να είναι ελληνική απόφαση, αλλά εξαναγκασμός της ελληνικής πλευράς, θα μπορούσε να θεωρηθεί υπό συνθήκες αριστερή στρατηγική, ενώ η «ρήξη» είναι σαφώς δεξιά στρατηγική, που λειτουργεί εις βάρος των εργαζομένων!
Ωστόσο, ακόμη και ο κ. Βαρουφάκης που φαίνεται να διαθέτει την «τρέλα» (: ιδιοσυγκρασία σε σχέση με αντικειμενικούς κοινωνικοοικονομικούς παράγοντες) που ζηλεύουν πολλοί – ακόμη και εγώ, ο οποίος ίσως δεν θα έπρεπε – ρήξη δεν θα αποτολμούσε, επειδή γνωρίζει καλά πως καμία απολύτως αστική κυβέρνηση δεν θα άντεχε το κόστος αυτής της εξέλιξης και πως ρήξη σημαίνει, βραχυχρονίως τουλάχιστον, δικτατορία στην Ελλάδα με το άμεσο μέλλον σκοτεινό και όχι απλώς απρόβλεπτο, εξαιτίας της παραγωγικής και κοινωνικής διάθρωσης της χώρας μας και της γεωπολιτικής της περιοχής. Τέτοιο ρίσκο δεν θα άντεχε ούτε η δημοκρατία στην Ελλάδα, ούτε ασφαλώς η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ. Από την άλλη, το ρίσκο της «ρήξης» με διπλό νομισματικό και μερική/προσωρινή έξοδο από την ευρωζώνη θα το άντεχε η χώρα παρά τις δραματικές αναταράξεις, αλλά δεν θα το άντεχε η αριστερά! Οι εργαζόμενοι θα της γύριζαν την πλάτη!
Συνεπώς, η έννοια της ρήξης είναι απλώς για διαπραγματευτική χρήση και σε καμία περίπτωση, πλην ίσως μιας καλά σκηνοθετημένης συντεταγμένης «ρήξης» (: δηλαδή «ρήξης») δεν μπορεί να είναι όχι πρωτοβουλία, αλλά ούτε απλώς ιδέα της ελληνικής κυβέρνησης. Μπορεί όμως να είναι υπόθεση εργασίας, αλλά και ιδέα προς εφαρμογή των άλλων (: ευρωπαϊκών θεσμών και εταίρων μας στην ευρωζώνη)!
Αν συμβαίνει αυτό και αν εξωθήσουν τα πράγματα συνειδητά και προμελετημένα ασφαλώς – για μια χούφτα ευρώ, όπως θα λέγαμε – στη ρήξη προωθώντας ουσιαστικά την «ρήξη», τότε η ελληνική κυβέρνηση πρέπει να αποκλείσει την «ρήξη» και να ζητήσει από τον ελληνικό λαό να δώσει εγκαίρως καθαρή πολιτική λύση στη κρίση. Αυτό σημαίνει νέες εκλογές με άξονα την ριζική αναθεώρηση των σχέσεων μας με τους ευρωπαϊκούς θεσμούς.