Το 2013 η εταιρεία μου κλείνει δέκα χρόνια ζωής, έχοντας καταφέρει να παρέχει υψηλού επιπέδου υπηρεσίες επικοινωνίας σε μεγάλες επιχειρήσεις και σημαντικά πρόσωπα. Μεσούσης αυτής της συναρπαστικής διαδρομής, το 2006, γνώρισα τον Λαυρέντη Λαυρεντιάδη.
H εταιρεία μου είχε τότε την ευθύνη για την επικοινωνιακή στρατηγική της Ernst & Young, η οποία εκέινη τη χρονιά πραγματοποίησε τον πρώτο διαγωνισμό “Entrepreneur of the Year”. Για το 2006 λοιπόν, «Επιχειρηματίας της Χρονιάς» είχε αναδειχθεί ο Λαυρεντιάδης ως Πρόεδρος και Διευθύνων Σύμβουλος της Νεοχημικής. Στο φωτογραφικό στιγμιότυπο που δημοσιεύω σήμερα παραλαμβάνει το βραβείο από τα χέρια του (ως και σήμερα) Προέδρου του ΣΕΒ Δημήτρη Δασκαλόπουλου, ενώ στο «κάδρο» είναι και ο Στέλιος Χατζηιωάννου, ο οποίος ήταν ο πρόεδρος της Κριτικής Επιτροπής που είχε συστήσει για το σκοπό αυτό η Ernst & Young.
Η πρώτη εκείνη γνωριμία μετεξελίχθηκε σε συνεργασία όταν o Λαυρεντιάδης εκπροσώπησε την Ελλάδα στη βράβευση «World Entrepreneur Of The Year 2007» που έγινε στο Monte Carlo τον Ιούνιο του 2007, διαγωνιζόμενος με κορυφαίους επιχειρηματίες από 40 χώρες. Ήταν η πρώτη φορά που Έλληνας επιχειρηματίας συμμετείχε στον παγκόσμιο αυτό θεσμό και η επικοινωνιακή διαχείριση της συμμετοχής του ήταν μια σπουδαία επαγγελματική πρόκληση για μένα.
Θυμάμαι μάλιστα χαρακτηριστικά πως κατεβαίνοντας για να πάμε στη συνέντευξη που θα του έκαναν τα μέλη της διεθνούς επιτροπής του διαγωνισμού , κλειστήκαμε στο ασανσέρ. Εμένα δεν μου είχε ξανασυμβεί κάτι τέτοιο. Το ραντεβού ήταν στις τρεις, η ώρα είχε πάει τρεις και δέκα και ήμασταν ακόμη εγκλωβισμένοι. Διέκρινε την ανησυχία μου και μου είπε: «Κύριε Ριζόπουλε, μην ανησυχείτε…. Υπάρχουν πολύ χειρότερα πράγματα στη ζωή».
Ο Λαυρεντιάδης, χρόνια πάσχων από μια πολύ ιδιαίτερη ασθένεια του νευρικού συστήματος, δημιούργησε δύο επιχειρηματικούς κολοσσούς, τη Νεοχημική και την Alapis. Όσοι παρακολουθούν τις εξελίξεις στην ευρύτερη αγορά και μπορούν να «διαβάζουν» πίσω από τα γεγονότα, κατανοούν πόσο σημαντικό είναι να υπάρχουν ελληνικές πολυεθνικές. Διότι μη γελιέστε, η εταιρεία – μαμά κάθε πολυεθνικής έχει εθνική ταυτότητα.
Η Alapis ξεκίνησε για να γίνει μια ελληνική πολυεθνική σε τομείς εφαρμοσμένης έρευνας στο χώρο του φαρμάκου και των συσκευασμάτων, με υψηλό επίπεδο καινοτομίας και παγκόσμιο δίκτυο πωλήσεων.
Αυτό είναι το ένα που είδα. Το άλλο, ήταν ότι κάποια στιγμή θέλησε να κάνει κάτι πολύ πιο σημαντικό και ουσιαστικό για τον τόπο του από το να είναι ο μεγάλος χορηγός της Εθνικής Πινακοθήκης και του Μεγάρου Μουσικής. Έτσι, γεννήθηκε η σκέψη να βοηθήσει στο μέτρο των δικών του δυνατοτήτων, την καλύτερη εκπροσώπηση των ελληνικών συμφερόντων στην Ουάσινγκτον. Κι εκεί, λογω της προϋπηρεσίας μου, τον βοήθησα να ιδρύσει την έδρα Λαυρεντιάδη σε ένα από τα πλέον καταξιωμένα και έγκυρα think tanks, το Center for Strategic and International Studies (CSIS). Η εθνική σημασία τέτοιων πρωτοβουλιών δεν χρειάζεται να αναλυθεί δημόσια.
Περιορίζομαι μόνο να σημειώσω πως το να ΄χεις στο τραπέζι σου τον Zbigniew Brezinski, τον Kissinger και τον Paulsen, όταν ο κόσμος ξαναμοιράζεται δεν είναι καθόλου μικρό πράγμα. Μάλιστα, επειδή σε ένα τέτοιο τραπέζι ήμουν παρών, θυμάμαι τον Paulsen να δηλώνει πως του είναι ακατανόητο το γιατί η Ελλάδα πρέπει να οδηγηθεί στο IMF. Κάνοντας το εθνικό καθήκον του ο Λαυρεντιάδης μόλις επέστρεψε στην Ελλάδα ενημέρωσε σχετικά το Γραφείο του τότε Πρωθυπουργού Γιώργου Παπανδρέου.
Από κει και πέρα, δικηγόρος δεν είμαι και στη νομική ουσία της υπόθεσης Λαυρεντιάδη δεν μπορώ να έχω άποψη. Έχω όμως ένα ερώτημα του απλού κοινού νου. Ο άνθρωπος αυτός είχε την εμπιστοσύνη 40 και πλέον πολυεθνικών που του ανέθεταν την παρασκευή προϊόντων τους. Είχε επίσης τη χρηματοδότηση από τραπεζικούς κολοσσούς όπως είναι η Deutsche Bank (έτρωγε με τον Ackermann τόσο συχνά όσο και ο Έλληνας πρωθυπουργός) και η RBS. Κρίνοντας από το γεγονός ότι εγώ ζητάω ένα δάνειο από την Attica Bank , βάζοντας υποθήκη το ακίνητο που στεγάζονται τα γραφεία της εταιρείας μου, και παρ’ όλα αυτά κάθε μέρα μου ζητάνε κι ένα καινούργιο χαρτί, υποθέτω ότι αυτοί οι τραπεζικοί κολοσσοί είχαν απεριόριστη εμπιστοσύνη στον Λαυρεντιάδη για να τον χρηματοδοτούν με πολλά εκατομμύρια ευρώ. Επιπλέον συνεργαζόταν με τις κορυφαίες λογιστικές και ελεγκτικές εταιρείες όπως είναι η Ernst & Young και η PwC χωρίς ποτέ να του προσάψουν το παραμικρό.
Δηλαδή, πολυεθνικές, διεθνείς τράπεζες, διεθνείς ελεγκτικές εταιρείες έκαναν λάθος; Συνωμότησαν υπέρ του Λαυρεντιάδη; Για να κάνω κι ένα βήμα παραπέρα. Πέρασαν από όλους αυτούς απαρατήρητα όσα του καταλογίστηκαν στη συνέχεια από υπαλλήλους του ελληνικού δημοσίου; Η απάντηση στο εύλογο αυτό ερώτημα νομίζω πως έχει μεγάλο ενδιαφέρον.
Τώρα, ως επικοινωνιολόγος οφείλω να παρατηρήσω πως η διαχείριση του κοινωνικού αιτήματος για κάθαρση στη δημόσια ζωή της χώρας έχει λάβει από τις κυβερνήσεις Παπανδρέου – Παπαδήμου – Σαμαρά την ακόλουθη διάσταση: Επιλέγεται συμβολικά από κάθε χώρο δραστηριοτήτων αυτός που είναι ο πιο «αδύναμος κρίκος» και πετιέται στην «αρένα».
Το επόμενο ερώτημα λοιπόν που προκύπτει εύλογα είναι: Με τον Λαυρεντιάδη, η πόρτα της φυλακής κλείνει ή ανοίγει; Θα κλείσει δηλαδή με τον Λαυρεντιάδη και όλοι οι υπόλοιποι θα παριστάνουν τις «αθώες περιστερές»; Ή μήπως είναι η στιγμή που ανοίγει διάπλατα για να ακολουθήσει πολύς κόσμος; Από την απάντηση θα καταλάβουμε πως εννοεί το πολιτικό σύστημα την «κάθαρση».
ΥΓ1: Μπορεί ο Λαυρεντιάδης να μην ήταν μέρος της αθηναϊκής ελίτ από καταγωγή, όσο όμως το «σύστημα» ταϊζόταν χορηγικά από τον Λαυρεντιάδη, τα μέλη της στριμώχνονταν για να φωτογραφηθούν μαζί του στο HELLO. Σήμερα όλοι αυτοί, στην καλύτερη περίπτωση λένε «που σε είδα, που σε ξέρω…» και στη χειρότερη, εμφανίζονται ως «αρχάγγελοι της κάθαρσης». Είναι που δεν τους βοηθούν και τα χιλιάδες “ανεξάρτητα” blogs να «θυμηθούν», καθώς φροντίζουν από τις φωτογραφίες του Λαυρεντιάδη που δημοσιεύουν, να έχουν αφαιρεθεί επιμελώς όλοι όσοι του έσφιγγαν το χέρι με αισθήματα ευγνωμοσύνης. Τυχαίο; Δεν νομίζω.
ΥΓ2: Όποιος παρακολουθεί ξένα ΜΜΕ θα έχει προσέξει ασφαλώς αρκετά ονόματα εκπροσώπων της αποκαλούμενης «ελληνικής ολιγαρχίας» που κατηγορούνται (δημοσιογραφικά) για αδικήματα αντίστοιχα με αυτά του Λαυρεντιάδη. Βεβαίως η συγκεκριμένη ειδησεογραφία δεν αναπαράγεται από τα ελληνικά ΜΜΕ. Αλλά για πόσο θα συμβαίνει αυτό ακόμη; Τα «λιοντάρια» στην «αρένα» δεν χορταίνουν τόσο εύκολα, όσο θέλουν να πιστεύουν ορισμένοι.