Γράφει ο Σπύρος Ριζόπουλος
Follow @Sp_Rizopoulos
Μέσα στο Σαββατοκύριακο διάβασα δυο συνεντεύξεις που έδωσαν ο αρχηγός της ΝΔ Κυριάκος Μητσοτάκης και ο πρώην πρωθυπουργός Αντώνης Σαμαράς. Θα μπορούσε κάποιος να κάνει τις γνωστές διαπιστώσεις πως «άρχισαν τα όργανα» και πως οι «γραμμές» είναι διαφορετικές κι αυτό να δίνει τροφή στα πάσης φύσεως ευφάνταστα σενάρια.
Έχω μια τελείως διαφορετική άποψη επί του θέματος. Δεν χρειάζεται διαρκώς να δραματοποιούμε τα πάντα. Οι διαφορές στο ύφος και στον τόνο των όσων λένε Μητσοτάκης και Σαμαράς αποτυπώνουν κατά τη γνώμη μου τα όρια της «πολιτικής γεωγραφίας» που καλύπτει πλέον η ΝΔ ως κεντροδεξιός πόλος του συστήματος.
Ο Σαμαράς ήταν και παραμένει δεξιός. Αυτό δεν το έκρυψε ούτε στη συνέντευξή του στην «Καθημερινή»
όπου επέλεξε να φέρει σε πρώτο πλάνο την προσφυγική κρίση σημειώνοντας μεταξύ άλλων και τα εξής: «Ο ΣΥΡΙΖΑ επέμενε για καιρό πως “όλοι έχουν δικαίωμα ασύλου”, πως “δεν υπάρχουν λαθρομετανάστες”. Ενώ οι περισσότεροι ήταν λαθρομετανάστες!».
Για το ίδιο θέμα ο κ. Μητσοτάκης στο «Πρώτο Θέμα» ακολουθεί μια σαφώς πιο φιλελεύθερη και κεντρώα προσέγγιση επισημαίνοντας πως «από την πλευρά της η Ευρώπη έδειξε αργά αντανακλαστικά. Και πάλι με την ανοχή της Κυβέρνησης. Το πρόβλημα είναι ευρωπαϊκό. Αυτό που απαιτείται είναι στενή συνεργασία, συντονισμένη δράση και συνέπεια από όλους τους εμπλεκόμενους. Ταυτόχρονα, απαιτούνται πόροι και επιπλέον κονδύλια προκειμένου να γίνει πράξη η κοινοτική αλληλεγγύη. Πιστεύω ότι οι ευθύνες για την έκταση του προβλήματος βαραίνουν τόσο την Κυβέρνηση όσο και την Ε.Ε.».
Καθώς το προσφυγικό τείνει να γίνει αυτή την ώρα το υπ’ αριθμόν ένα ζήτημα για τη χώρα με καταλυτικές συνέπειες στην ευρύτερη ατζέντα των ανοιχτών θεμάτων της Ελλάδας με την Ευρώπη, οι διαφορές τόνου, ύφους και περιεχομένου στις συνεντεύξεις Μητσοτάκη και Σαμαρά, έχουν ασφαλώς τη σημασία τους. Και κατά τη γνώμη μου καλώς υπάρχουν.
Προφανώς η ΝΔ δεν πρόκειται να γίνει ποτέ ένα κόμμα «συνιστωσών» όπως υπήρξε και εν πολλοίς εξακολουθεί να είναι ο ΣΥΡΙΖΑ, όμως η πρόκληση που έχει μπροστά της προκειμένου να διεκδικήσει με αξιώσεις τη διακυβέρνηση είναι σαφής: να μπορέσει να καλύψει πολιτικά όλο το χώρο των πολιτικών προτιμήσεων που ξεκινάει από τις παρυφές της «Χρυσής Αυγής» και φτάνει ως τους «κεντρογενείς» ψηφοφόρους του ΣΥΡΙΖΑ. Η συνύπαρξη των δύο αυτών «τόνων» προσέγγισης, αναμφίβολα εξυπηρετεί τη ΝΔ προκειμένου να το επιτύχει, φτάνει η συνύπαρξη αυτή να αποδειχθεί «ειρηνική» και να μη μετεξελιχθεί σε ιδεολογική «διαπάλη».
Με δεδομένη την απαξίωση των ιδεολογιών για το μεγαλύτερο τμήμα της ελληνικής κοινής γνώμης και την επικράτηση πραγματιστικών κριτηρίων στις επιλογές των ψηφοφόρων, είναι σαφές πως όποιος θέλει να κυβερνήσει δεν μπορεί να το κάνει με όρους «ιδεολογικής καθαρότητας». Τα παθήματα του ΣΥΡΙΖΑ πρέπει να έχουν γίνει μαθήματα από την ανάποδη και για τη ΝΔ. Το «κλειδί» της εξουσίας ήταν και θα εξακολουθήσει να είναι το «Κέντρο», ωστόσο καθένας από τους δύο νέους μεγάλους πόλους που διαμορφώνονται σήμερα (κεντροδεξιά με κορμό τη ΝΔ – κεντροαριστερά με κορμό το ΣΥΡΙΖΑ) θα πρέπει και «να φυλάει τα νώτα του». Η μεν ΝΔ έναντι της Χρυσής Αυγής, ο δε ΣΥΡΙΖΑ έναντι του ΚΚΕ, Λαφαζάνη, κλπ.
Με αυτό ως δεδομένο και ενόψει του ιδεολογικού συνεδρίου που έχει εξαγγελθεί από τη ΝΔ, οι όποιες διαφορές, ακόμη και οι διαφωνίες στο εσωτερικό της ΝΔ, θα πρέπει να θεωρούνται καλοδεχούμενες στο βαθμό ασφαλώς που όλοι συμφωνούν πως οι αποφάσεις των οργάνων δεσμεύουν τους πάντες.
Για αυτό και μου άρεσαν και οι δύο συνεντεύξεις. Και θα μπορούσαν από μόνες τους να αποτελέσουν την πλατφόρμα συζήτησης του επόμενου διαστήματος στο εσωτερικό της ΝΔ. Τώρα αν με ρωτήσετε αν αυτό φτάνει για να επανακάμψει στην εξουσία η ΝΔ, όπως είπα και την Παρασκευή το βράδυ στην εκπομπή «Προβοκάτσια» του Κωνσταντίνου Μπογδάνου: η ιστορία έχει πολύ δρόμο ακόμη…