Μία πέτρινη γέφυρα μήκους 280 μέτρων που θα συνέδεε την Κωνσταντινούπολη με τον Γαλατά είχε σχεδιάσει ο Λεονάρντο Ντα Βίντσι.
Η γέφυρα, που τελικά έμεινε στα χαρτιά, όχι μόνο θα ήταν η μεγαλύτερη στον κόσμο εκείνη την εποχή (περίπου δεκαπλάσια σε μήκος από τις τυπικές γέφυρες εκείνου του καιρού), αν είχε υλοποιηθεί, κάτι που τελικά δεν έγινε, αλλά θα ήταν και απίστευτα σταθερή, όπως ανακοίνωσε ομάδα μηχανικών του ΜΙΤ.
Το 1502 ο Σουλτάνος Βαγιαζήτ Β’ ζήτησε να του υποβληθούν προτάσεις για μια τέτοια μακριά γέφυρα και ο Ντα Βίντσι ήταν ανάμεσα σε αυτούς που με επιστολή, παρουσίασε την ιδέα του. Αν και ήδη ήταν πολύ γνωστός καλλιτέχνης και εφευρέτης, δεν πήρε τη δουλειά.
Οι ερευνητές του ΜΙΤ εξέτασαν τα σχέδια του Ντα Βίντσι, φτιάχνοντας σε μικρογραφία ένα ομοίωμα της γέφυρας και παίρνοντας υπόψη τους τα υλικά (βασικά πέτρες) και τον κατασκευαστικό εξοπλισμό που ήταν διαθέσιμα πριν 500 χρόνια. Επίσης εκτύπωσαν τρισδιάστατα 126 λίθους (μπλοκ), αντιπροσωπευτικούς των χιλιάδων παρόμοιων που θα απαιτούσε μια τέτοια φιλόδοξη κατασκευή.
Είναι αξιοσημείωτο ότι η γέφυρα που οραματιζόταν ο Ντα Βίντσι, παρά το τεράστιο μήκος της, ήταν μια ενιαία αψίδα (καμάρα), επίπεδη στην κορυφή της, χωρίς καθόλου υποστυλώματα, αρκετά ψηλή για να περνάνε πλοία από κάτω της. Οι μηχανικοί του ΜΙΤ εντυπωσιάστηκαν από το ότι -όπως έδειξε και το ομοίωμα τους- η μονότοξη γέφυρα ήταν πολύ σταθερή χάρη στη γεωμετρία της και μόνο.
Τα μόνα υποστηρίγματα σταθεροποίησης ήσαν στις δύο άκρες της γέφυρας, πιθανώς επειδή ο Λεονάρντο γνώριζε ότι η περιοχή είναι επιρρεπής σε σεισμούς. Τα πειράματα του ΜΙΤ, με την πρόκληση τεχνητών σεισμών στο ομοίωμα, έδειξαν ότι η γέφυρα άντεξε το ταρακούνημα, εμφανίζοντας μόνο μια μικρή παραμόρφωση.