Γράφει ο Ceteris Paribus
«Αναλάβετε ρίσκο!» φώναξε χθες στους επενδυτές ο επικεφαλής της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ) Μάριο Ντράγκι, με τη γεμάτη νόημα δήλωσή του ότι αν έως το Δεκέμβριο δεν υπάρξουν σαφή στοιχεία βελτίωσης της κατάστασης στην Ευρωζώνη, είναι έτοιμος να λάβει νέα «αντισυμβατικά» μέτρα. Οι αγορές «έπιασαν το νόημα» και έτσι οι δείκτες όλων των διεθνών χρηματιστηρίων είχαν σημαντική άνοδο: όχι μόνο οι ευρωπαϊκοί και οι αμερικανικοί χθες, ημέρα των δηλώσεων του κ. Ντράγκι, αλλά και των ασιατικών χωρών σήμερα το πρωί.
«Συνεχίστε να επενδύετε», ήταν επίσης το μήνυμα της αμερικανικής κεντρικής ομοσπονδιακής τράπεζας (FED) την προηγούμενη βδομάδα, όταν για μία ακόμη φορά ανέβαλε την -από πολλών μηνών αναμενόμενη και διαρκώς αναβαλλόμενη- αύξηση των αμερικανικών επιτοκίων.
«Δεν θα αφήσουμε τη ‘‘φούσκα’’ να σκάσει», ακούγεται η ηχώς πίσω από αυτές τις δηλώσεις. Διότι, όπως έχουμε εξηγήσει ξανά, οι επενδύσεις σε παράγωγα και ομόλογα έχουν ξεπεράσει σε ύψος τα προ της κρίσης του 2008 επίπεδα. Οι επενδύσεις σε παράγωγα έχουν ξεπεράσει τα 700 τρισ. δολάρια και οι επενδύσεις σε ομόλογα (κρατικά αλλά και εταιρικά) τα 100 τρισ. δολάρια! Ούτε η κραταιά FED ούτε η ΕΚΤ μπορούν να αγνοήσουν τέτοια ιλιγγιώδη μεγέθη, διακινδυνεύοντας ένα νέο χρηματο-οικονομικό Αρμαγεδδώνα…
Ωστόσο, προσπαθώντας να αποφύγουν το «μοιραίο», ασκούν μια πολιτική που δεν είναι παρά «ομοιοπαθητική της φούσκας»: για να μη σκάσουν οι «φούσκες», ασκείται μια πολιτική που όχι μόνο τις συντηρεί αλλά και τις μεγεθύνει ακόμη περισσότερο! Διότι είναι τοις πάσι γνωστό ότι όσο περισσότερο χρήμα «σπρώχνεις» στις αγορές (μέσω των μέτρων «ποσοτικής χαλάρωσης») σε συνθήκες οικονομικής επιβράδυνσης, τόσο μεγαλύτεροι όγκοι ρευστότητας κατευθύνονται σε μη παραγωγικές επενδύσεις στα παράγωγα και στα ομόλογα. Αν η «ποσοτική χαλάρωση» έπειθε ότι μπορεί να στηρίξει την ανάκαμψη της «πραγματικής οικονομίας», να οδηγήσει σε έξοδο από την οικονομική στασιμότητα ή επιβράδυνση, τα πράγματα θα ήταν διαφορετικά. Ωστόσο, το πρώτο «κύμα» της «ποσοτικής χαλάρωσης» του κ. Ντράγκι απέτυχε εμφατικά να αντιμετωπίσει το συνδυασμό οικονομικής επιβράδυνσης – αποπληθωρισμού που καθηλώνει τις οικονομίες της Ευρωζώνης. Μέχρι τώρα, την κατάσταση έσωζε όχι τόσο η αμερικανική ανάπτυξη (όχι θεαματική αλλά υπαρκτή), κυρίως όμως οι υψηλοί ρυθμοί ανάπτυξης της Κίνας, της Ινδίας και των άλλων χωρών των BRICKS. Όμως μια σημαντική επιβράδυνση των αναπτυσσόμενων οικονομιών είναι πλέον γεγονός.
Ανάμεσα στ’ άλλα, το γεγονός αυτό μειώνει τον όγκο του διεθνούς εμπορίου και της διεθνούς ζήτησης, που σημαίνει ότι οι ευρωπαϊκές οικονομίες εξαρτώνται πλέον πολύ περισσότερο απ’ ό,τι πριν από την εσωτερική ζήτηση.
Εδώ είναι το «κλειδί» της όλης κατάστασης. Οι πολιτικές λιτότητας στην Ευρωζώνη έχουν καθηλώσει την εσωτερική ζήτηση. Το πλεονασματικό ισοζύγιο της Ευρωζώνης, που αποτυπώνει την ισχύ του εξαγωγικού τομέα πρώτα απ’ όλα της Γερμανίας αλλά και άλλων ευρωπαϊκών χωρών, εξασφάλιζε μέχρι τώρα την ισορροπία: καθήλωση της εσωτερικής ζήτησης με τις πολιτικές λιτότητας και αναπλήρωσή της από τη διεθνή ζήτηση. Καθώς όμως η επιβράδυνση στην Κίνα και στην Ινδία και η γενικευμένη ύφεση στη Λ. Αμερική οδηγούν σε πτώση της διεθνούς ζήτησης, η ισορροπία ανατρέπεται.
Λέγοντας «Επενδύστε!», ο Μάριο Ντράγκι θα ήθελε ίσως να διευκρινίσει «Επενδύστε παραγωγικά». Αυτή η διευκρίνιση ωστόσο «κοστίζει» μια γενναία αλλαγή πλεύσης στην ευρωπαϊκή πολιτική, για την αύξηση της εσωτερικής ζήτησης και άρα τον τερματισμό ή έστω το μετριασμό των πολιτικών λιτότητας. Ο Μάριο Ντράγκι δεν μπορεί να κάνει κάτι γι’ αυτό – είναι υπόθεση των κυβερνήσεων και των πολιτικών, στους οποίους συχνά απευθύνεται ζητώντας τους να «κάνουν κάτι». Μπορεί όμως να «προβοκάρει» τις ακραία περιοριστικές πολιτικές λιτότητας επεκτείνοντας την πολιτική της «ποσοτικής χαλάρωσης». Στο κάτω-κάτω, αγοράζοντας κρατικά ομόλογα, η ΕΚΤ επιτρέπει στα κράτη να καταναλώνουν λίγο περισσότερο, αγοράζοντας δε και εταιρικά ομόλογα, επιτρέπει και στις επιχειρήσεις να επενδύσουν λίγο περισσότερο ή έστω να μην αποεπενδύσουν…
Είναι όμως φανερό ότι αυτό δεν φτάνει. Το μεγαλύτερο μέρος της τεράστιας ρευστότητας από την «ποσοτική χαλάρωση», αλλά και από τα κέρδη που ανέκαμψαν χωρίς να οδηγήσουν σε επενδύσεις στην «πραγματική οικονομία», οδηγείται στον «τζόγο» των παραγώγων και των ομολόγων. Για να αποτρέψουν το σκάσιμο της «φούσκας», οι κεντρικές τράπεζες διατηρούν και ενισχύουν τις συνθήκες που τη μεγεθύνουν, φέρνοντας πιο κοντά το σκάσιμο και κάνοντάς το πιο καταστροφικό!
Στη διεθνή αρθρογραφία, πολλές διάσημες πένες υπογραμμίζουν τους κινδύνους οι οποίοι απορρέουν από τις μαζικές και «εκτός λογικής» επενδύσεις υψηλού ρίσκου σε ομόλογα υπερχρεωμένων κινεζικών εταιρειών ακινήτων κατηγορίας junk (σκουπίδια). Τα ομόλογα αυτά είναι σε δολάρια και ξεπερνούν τα 40 δισ. Από αυτά, ομόλογα αξίας 12 δισ. δολαρίων λήγουν ως το τέλος του χρόνου. Είναι ένα μικρό μόνο τμήμα από τη θάλασσα των τοποθετήσεων σε ομόλογα. Ομόλογα υψηλού ρίσκου, που αποφέρουν υψηλά κέρδη – μέχρι την κατάρρευση.
«Εγγυώμενες» τέτοιες επενδύσεις και φωνάζοντας «Επενδύστε!», οι κεντρικές τράπεζες παίζουν με τη φωτιά. Μπορεί ο κ. Ντράγκι να θέλει να «κάνει κάτι» (αντί για τους πολιτικούς που δεν κάνουν) ή και να «προβοκάρει» τη γερμανική αδιαλλαξία των ακραίων περιοριστικών πολιτικών, αλλά φωνάζοντας «Επενδύστε!» είναι σαν να καλεί τον Σατανά του χρηματο-οικονομικού Αρμαγεδδώνα…