Γράφει η Μάγια Γεωργίου
Βράδια Παρασκευής, βράδια Τρίτης και Σαββάτου στην Αθήνα, τα στενά γύρω από το Μοναστηράκι και το Γκάζι περπατιούνται από χιλιοπατημένα all star και πάνινα παπουτσάκια ή από περίεργους κοθόρνους όλο καρφιά.
Παιδιά απροσδιορίστου ηλικίας, μεταξύ λυκείου και τέταρτου διδακτορικού, στριμώχνουν τα πόδια τους σε κόκκινα, στενά παντελόνια, πιέζουν τα κεφάλια τους μέσα σε τεράστια λευκά ακουστικά, φυλακίζουν το βλέμμα τους πίσω από γιγάντιους σκελετούς γυαλιών μυωπίας, εξαναγκάζονται σε έναν -και καλά- αντικομφορμισμό που οδηγεί στην εξομοίωση. Όχι μόνο την αισθητική, αλλά και αυτή των δύο φύλων. Χρησιμοποιούνται, πια, οι λέξεις αγόρι και κορίτσι, γένους ουδετέρου αμφότερες. Εγώ, αναζητώ στα στενά της Αθήνας γένος θηλυκό και αρσενικό. Άντρες και γυναίκες.
Πού πήγαν, αλήθεια, οι άντρες με τα παλιά τζιν και τις φαρδιές φόρμες, με τα μπασκετικά αθλητικά και τα απεριποίητα μούσια , με τις κοτσίδες στην πλάτη και με τα μαύρα πουκάμισα; Πού πήγαν οι γυναίκες με τα φουστάνια και τα μαλλιά σε φυσικό χρώμα, το κόκκινο κραγιόν και τη γόβα λουστρίνι; Όλα αυτά, πλέον, θεωρούνται, εν ευρεία εννοία, ντεμοντέ. Όποιος, δε, ισχυρίζεται ότι ένας άντρας δε γίνεται να φοράει κίτρινη ζακέτα δύο νούμερα μικρότερη είναι ομοφοβικός και όποιος θεωρεί αφύσικο να τσουγκρίζει ποτά με γενειοφόρες τρανσέξουαλ είναι τρανσφοβικός.
Στο βωμό της ισότητας μεταξύ των δύο φύλων, θυσιάσαμε τη διαφορετικότητα. Ακολουθήσαμε τον εύκολο δρόμο του «τσουβαλιού» και γίναμε όμοιοι. Και οι «εξομοιωμένοι διαφορετικοί» ουρλιάζουν για σεβασμό στη (δική τους) διαφορετικότητα και προωθούν παγκόσμιες ημέρες εορτασμού της. Σε λίγο, όμως, θα φτάσουμε να θεωρούμε διαφορετικότητα το να μην έχεις τατουάζ και piercing, το να μην ξέρεις τι σημαίνει Instagram και το να ακούς και κανένα σκυλάδικο ή, έστω, το να μην ντρέπεσαι να το ομολογήσεις. Μόλις γίνει αυτό, βέβαια, η διαφορετικότητα θα βαπτιστεί μπαναλιτέ και, έτσι, δεν θα είναι άξια προστασίας. Τότε, οι χίπστερς θα γίνουν ένα καθεστώς ευρύτατα αποδεκτό και θα ονομαστούν mainstream. Και μετά, θα εξαφανιστούν. Το underground, πια, θα είναι η «μπαναλαρία» του κλασικού, η «συντηρητικούρα» του διαχωρισμού των δύο φύλων. (Ζω για αυτή τη μέρα)
Για να επιστρέψω, η μόδα, γηραιά ένοικος του καπιταλιστικού οικοδομήματος, κάνει χαρούλες όταν τα αγόρια γίνονται κορίτσια. Γιατί τα «κορίτσια» ντύνονται πιο σύνθετα, φορούν μακιγιάζ και κοσμήματα, πηγαίνουν κομμωτήριο, προτιμούν τα κοκτέιλς από τις μπύρες. Και η επιστήμη, ενίοτε υποχείριο του καπιταλιστικού συμφέροντος, γουστάρει πολύ τη δημιουργία του ενός και μόνου φύλου. Όλοι να μπορούν να γεννούν παιδιά-καταναλωτές. Πολλά παιδιά-καταναλωτές.
Ίσως αυτές οι σκέψεις φαντάζουν συνωμοτικές και υπερβολικές. Και ίσως είναι, κιόλας. Το βέβαιο είναι ότι πηγάζουν από μια έντονη διαφωνία με όλη τούτη την αισθητική παραφωνία που κυκλοφορεί στους δρόμους με το iphone ανά χείρας. Μια διαφωνία που δεν αναιρεί, φυσικά, την ιδέα της αξίας του ανθρώπου. Άλλωστε, όλοι εμείς, με τις γόβες λουστρίνι και τα πουά πάνινα παπουτσάκια, με το κραγιόν και με τα τσουλούφια στο κεφάλι, μοιάζουμε τρομακτικά όταν κοιμόμαστε, όταν κλαίμε, όταν πεινάμε, ζηλεύουμε, συγκινούμαστε, φοβόμαστε, γελάμε, πονάμε. Απλώς, θα ήταν ωραιότερο, για μένα προσωπικά, σε όλα αυτά τα πανέμορφα κοινά να μην εντασσόταν το φύλο μας και ο τρόπος που το «σερβίρουμε».
Φωτογραφία από το αρχείο του Σπύρου Κερκύρα