Γράφει ο Γιώργος Ευγενίδης
Μπορεί στο εσωτερικό να υπάρχει εκ νέου ένταση μεταξύ Αθήνας και θεσμών για ορισμένα παραμετρικά ζητήματα του πακέτου της συμφωνίας, τις λεγόμενες ουρές, πλην όμως στο Μέγαρο Μαξίμου δεν διακατέχονται από ανησυχία και, σύμφωνα με έγκυρες πηγές, η αξιολόγηση θα ολοκληρωθεί εν τέλει κανονικά και όπως έχει συμφωνηθεί σε επίπεδο κορυφής.
Αν κάτι, όμως, είχε ενδιαφέρον το Σαββατοκύριακο που μας πέρασε, ήταν η επίσκεψη Πούτιν στην Αθήνα. Κατά κύριο λόγο για να προσκυνήσει στο Άγιο Όρος, πλην όμως ποτέ από μια τέτοια επίσκεψη δεν μπορούν να λείπουν ραντεβού κορυφής, όπως και έγιναν.
Συνομίλησα, λοιπόν, το Σάββατο και την Κυριακή με δύο υψηλόβαθμες πολιτικές πηγές που έχουν μια σφαιρική άποψη του τι συζητήθηκε στα ραντεβού με τον Αλέξη Τσίπρα και τον Προκόπη Παυλόπουλο, κατά κύριο λόγο. Μου ανέφεραν πως, παρά τους σχετικά χαμηλούς πολιτικούς τόνους, η πρόθεση της Ρωσίας είναι να ξεπαγώσει για τα καλά ο άξονας Αθήνας-Μόσχας, κάτι που αναμένεται να φανεί και στο επίπεδο των αποκρατικοποίησεων, μιας και ρωσικές εταιρείες ενδιαφέρονται σφόδρα τόσο για την αποκρατικοποίηση των ΤΡΑΙΝΟΣΕ και ROSCO όσο και για αυτή του ΟΛΘ. Με δεδομένη άλλωστε τη γεωστρατηγική θέση της Ελλάδας, για τις εν λόγω ρωσικές εταιρείες, η επένδυση στη χώρα μας θεωρείται ιδιαίτερα σημαντική.
Συν τοις άλλοις και σε ένα ευρύτερο επίπεδο, όπως μου εξηγούσε μια από τις δύο πηγές, ο κ. Πούτιν επιδιώκει και πάλι να ανοίξει διαύλους επικοινωνίας στην Ευρώπη και έχει μεγάλο ενδιαφέρον για την Ελλάδα, λόγω και της θέσης της στον χάρτη, η οποία την καθιστά χώρα-κλειδί για γεωστρατηγικά και ενεργειακά ζητήματα, άσχετα αν η διαχείριση εκ μέρους πολλών κυβερνήσεων έχει υπάρξει από πλημμελής έως ανύπαρκτη.
Είναι σαφές πως η επίσκεψη δεν ενδείκνυται για πανηγυρισμούς. Ποιος ξεχνά άλλωστε την περυσινή επίσκεψη ολόκληρου κυβερνητικού κλιμακίου στη Μόσχα και τις αστείες διαρροές στη συνέχεια εκ μέρους του Παναγιώτη Λαφαζάνη-τις οποίες ποτέ δεν ανασκεύασε το Μαξίμου-πως θα πάρουμε 5 δις ευρώ άμεσα από την κατασκευή ενός νέου αγωγού. Τότε η κυβέρνηση πανηγύριζε, νομίζοντας πως έχει βρει τη χρυσή εναλλακτική, πλην όμως το παραμύθι κράτησε για ελάχιστες μέρες και μετά επέστρεψε και πάλι στη σκληρή, μνημονιακή πραγματικότητα.
Το ζήτημα είναι πως η προσέγγιση με τη Ρωσία είναι ένα κρίσιμο θέμα, ιδίως για μια χώρα που μετρά τους φίλους της και τους βρίσκει λίγους τα τελευταία χρόνια, με κυρίαρχη δική της ευθύνη. Είναι, βέβαια, επίσης σαφές πως για χάρη της Ρωσίας ούτε δύνανται ούτε μπορούν να εγκαταλειφθούν οι παραδοσιακές συμμαχίες της χώρας μας, πλην όμως ο δίαυλος που ανοίγει με τη Μόσχα δεν πρέπει να εγκαταλειφθεί, τουναντίον πρέπει να συγκεκριμενοιηθεί. Όχι, όμως, όπως την περίοδο Καραμανλή που η πλάστιγγα έγειρε μονόπαντα υπέρ της Ρωσίας, αλλά με διατήρηση ισορροπιών και επίγνωση πως δεν είναι καιρός για να χάσουμε και άλλους φίλους. Αρκετά κοντέψαμε να πάθουμε με την «περήφανη» διαπραγμάτευση.
Συνεπώς, ούτε πανηγυρισμοί ούτε οιμωγές, μετά την αποχώρηση του Βλαδίμηρου. Απλώς μια προοπτική που-με όρους ρεαλισμού-είναι σημαντική, αλλά πάντα πρέπει να έχουμε στο μυαλό μας πως πρέπει να διαλέγουμε πλευρά. Δυστυχώς, οι ισορροπιστές στις διεθνείς σχέσεις και στη διπλωματία δεν πήγαν πολύ μακριά. Με άλλα λόγια: αν μπορούμε κάτι να πάρουμε από τη Ρωσία, καλώς. Απλώς, ούτε πολιτικά ούτε οικονομικά ούτε γεωστρατηγικά είναι ο στρατηγικός μας εταίρος.