Ο κάτοχος του νόμπελ Ειρήνης, Μπαράκ Ομπάμα, δεν θα φύγει από το οβάλ γραφείο χωρίς να έχει κηρύξει πόλεμο. Το έκανε στο προχθεσινό διάγγελμά του χωρίς να πει τη λέξη. Μετά το «είμαστε σε πόλεμο με την τρομοκρατία» του Τζορτζ Μπους, ο Μπάρακ Ομπάμα αποφάσισε να περάσει στην «αντιτρομοκρατική δράση». Προσπάθησε να ξεκαθαρίσει ότι η αμερικανική επέμβαση στο Ιράκ δεν θα είναι μια νέα εισβολή στον Κόλπο, ωστόσο, πολλοί είναι οι αναλυτές που πίσω από τις γραμμές βλέπουν το υποσχόμενο διά στόματος Ομπάμα «τέλος του διαρκούς πολέμου» να μην έρχεται ποτέ.
Ο Μπαράκ Ομπάμα περίπου δεκαέξι μήνες πριν είχε υποσχεθεί τον τερματισμό του «διαρκή πολέμου». Αυτό υπενθυμίζει σε σημερινό του άρθρο ο Norman Solomon διευθυντής του Institute for Public Accuracy. «Για πρώτη φορά ένας πρόεδρος δηλώνει ξεκάθαρα και κατηγορηματικά ότι η κατάσταση διαρκούς πολέμου που ξεκίνησε πριν από σχεδόν 12 χρόνια δεν είναι βιώσιμη για τη δημοκρατία» έγραφαν χαρακτηριστικά οι New York Times στις 23 Μαΐου 2013.
Τα παραπάνω ανέτρεψε στο τελευταίο τηλεοπτικό διάγγελμά του κατά το οποίο διεμήνυσε ότι οι ΗΠΑ θα αναλάβουν δράση κατά του Ισλαμικού Κράτους στο Ιράκ και εμμέσως στη Συρία και προειδοποίησε τους τζιχαντιστές ότι δεν υπάρχει «κανένα ασφαλές καταφύγιο» καθώς «βασική αρχή της προεδρίας» του είναι να κυνηγήσει μέχρις εσχάτων όποιον «απειλεί την χώρα μας».
Η απόφαση Ομπάμα να επεκτείνει τη στρατιωτική εκστρατεία εναντίον του Ισλαμικού Κράτους και στη Συρία του εξασφάλισε μια κάποια στήριξη από τους ρεπουμπλικανούς αντιπάλους του, ωστόσο, έφερε προβληματισμό στις ΗΠΑ για το κατά πόσον η χώρα κινδυνεύει να εμπλακεί ξανά σε έναν αορίστου χρόνου περιφερειακό πόλεμο.
«Ο Ομπάμα, ο οποίος ήρθε στην κυβέρνηση φορώντας το μανδύα της ειρήνης αποδείχτηκε ελάχιστα διαφορετικός από τους προκατόχους του Ronald Reagan και George W. Bush. Ο τόνος του στην τηλεόραση ήταν εθνικιστικός και πομπώδης. Η αμερικανική πρωτοκαθεδρία, είπε, ήταν η μοναδική σταθερά σε έναν αβέβαιο κόσμο. Και συνέχισε: η ατελείωτη ευλογία μας επιβαρύνει με ένα συνεχές φορτίο, όμως ως Αμερικανοί, χαιρετίζουμε την ευθύνη που έχουμε να ηγούμαστε» γράφει σήμερα το CNN.
Στο σχετικό άρθρο εκφράζονται και φόβοι για τη στάση του Ιράν. «Μπορεί η χώρα να υποστηρίζει σιωπηρά τις ενέργειες των ΗΠΑ στο Ιράκ αλλά μπορεί να έχει διαφορετική άποψη για τις επιθέσεις στα εδάφη του συμμάχου της Μπασάρ αλ Άσαντ. Αυτό θα μπορούσε να επηρεάσει αρνητικά τις λεπτές διαπραγματεύσεις για τα πυρηνικά μεταξύ Τεχεράνης και Δύσης» σημειώνεται χαρακτηριστικά.
Την ίδια ώρα εκφράζονται φόβοι ότι η επέμβαση των ΗΠΑ θα μπορούσε να επιδεινώσει σημαντικά την εμφύλια κατάσταση στο Ιράκ. «Οι επικλήσεις του Αμερικανού Προέδρου στην επιτυχημένη αμερικανική στρατιωτική πολιτική στη Σομαλία και την Υεμένη δείχνουν πόσο διανοητικά και ηθικά ανέντιμη είναι αυτή η κυβέρνηση. Το ίδιο όσο και η προηγούμενη. Στις δυο χώρες κυριαρχούν το χάος και η βία ενώ η αμερικανική στρατιωτική δράση – ειδικά των drones που κατά καιρούς σκοτώνουν αθώους – δεν έχει μειώσει τη δράση αλ – Σαμπάαμπ στη Σομαλία ή της αλ – Κάιντα στην Υεμένη. Αυτές οι ομάδες συνεχίζουν να λειτουργούν και να απολαμβάνουν τα οφέλη από τους αμερικανικούς βομβαρδισμούς των αμάχων της Σομαλίας και της Υεμένης. Επιπλέον οι αμερικανικές ενέργειες τους βοηθούν να στήνουν την προπαγάνδα τους» σχολιάζει οMatthew Hoh μέλος του Κέντρου Διεθνούς Πολιτικής που έχει υπηρετήσεις ως πρεσβευτής των ΗΠΑ σε Ιράκ και Αφγανιστάν.
«Μια πιο εύστοχη σύγκριση θα ήταν το Αφγανιστάν όπου η απόφαση των ΗΠΑ να διαλέξουν πλευρά σε έναν ξένο εμφύλιο πόλεμο κατέληξε στην στρατιωτική εμπλοκή τους για 13ο χρόνο πια. Η βία εναντίον των αμάχων βρίσκεται στο υψηλότερο επίπεδο, οι Ταλιμπάν είναι ισχυρότεροι από ποτέ και η κυβέρνηση του Αφγανιστάν βιώνει τη μεγαλύτερη πολιτική κρίση μετά το 2001» σημειώνει ο Matthew Hoh και καταλήγει: «οι χθεσινές εξαγγελίες του Μπαράκ Ομπάμα εφόσον τεθούν σε ισχύ θα καταλήξουν στην ουσία σε μια νέα εισβολή στα σουνιτικά εδάφη από σιίτες και κουρδικές δυνάμεις με την υποστήριξη των Αμερικανών. Αυτό θα επιδεινώσει σημαντικά τον εμφύλιο πόλεμο στο Ιράκ και θα επαναφέρει τη χώρα στις αιματηρές ημέρες του 2006».
«Οι ΗΠΑ έχουν δοκιμάσει και στο παρελθόν και απέτυχαν. Στην πραγματικότητα οι ΗΠΑ προσπάθησαν να καταστρέψουν το Ισλαμικό Κράτος ενώ είχαν μια πλήρη στρατιωτική κατοχή στη χώρα με πάνω από 100.000 στρατιώτες. Το Ισλαμικό Κράτος αποδυναμώθηκε αλλά, όπως όλοι μπορούμε να δούμε τώρα, δεν νικήθηκε ποτέ» τονίζει από την πλευρά του οRaed Jarrar, συντονιστής της οργάνωσης American Friends Service Committee για την ειρήνη και την κοινωνική δικαιοσύνη.
«Επιπλέον, οι Ιρακινοί «εταίροι» μας δεν είναι τόσο διαφορετικοί από το ISIS. Είναι βάναυσοι, διεφθαρμένοι, σεχταριστές και δυσλειτουργικοί. Παρά το γεγονός ότι ο Λευκός Οίκος προσπαθεί να το κάνει να φανεί ως υποστήριξη κάποιων καλών φίλων προκειμένου να απαλλαγούμε από το κακό, τα γεγονότα στο Ιράκ δείχνουν ότι δεν υπάρχει νόμιμη ιρακινή δύναμη που οι ΗΠΑ μπορούν να υποστηρίξουν. Η σιιτική πολιτοφυλακή και οι Κούρδοι πολεμούν κάτω από την δική τους σημαία. Κούρδος διοικητής χαρακτήρισε στο πρακτορείο Reuters τη σιιτική πολιτοφυλακή με την οποία βρίσκεται σε συντονισμό ως το «σιιτικό ISIS». H Human Rights Watch και άλλες διεθνείς οργανώσεις έχουν τεκμηριώσει πολυάριθμα εγκλήματα πολέμου και σοβαρές παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων που διαπράχθηκαν από τις ιρακινές παρατάξεις που υποστηρίζονται άμεσα και έμμεσα από τις ΗΠΑ».
«Στη Συρία, ο Λευκός Οίκος αρνείται να βάλει όλες τις ένοπλες δυνάμεις της αντιπολίτευσης κάτω από την ίδια ομπρέλα. Η κατάσταση στο Ιράκ είναι αντίστοιχη. Υπάρχουν κι άλλες ένοπλές ομάδες πίσω από την εξέγερση. Αυτές περιλαμβάνουν απομεινάρια του παλαιού καθεστώτος και του στρατού, φυλετικές πολιτοφυλακές και άλλες τοπικές ομάδες. Καμία από αυτές δεν συμφωνεί με την ιδεολογία του ISIS αλλά το ανέχονται. Το σχέδιο του Προέδρου αντί να διχάσει αυτές τις ομάδες θα καταλήξει να τις ενώσει» προσθέτει ο Jarrar.
«Οι τέσσερις άξονες στρατηγικής (σ.σ. αντιμετώπισης του Ισλαμικού Κράτους) που ανακοίνωσε ο Μπαράκ Ομπάμα εξακολουθούν να βασίζονται στο μύθο ότι ο εξτρεμισμός μπορεί να νικηθεί με στρατιωτικά μέσα. Ο σχεδιασμός περιλαμβάνει αεροπορικές επιδρομές, οπλικό εφοδιασμό των τοπικών «συμμάχων», πρόληψη των επιθέσεων εναντίον των ΗΠΑ και συνέχιση της ανθρωπιστικής βοήθειας. Η λέξη «πολιτική» δεν αναφέρθηκε ούτε μια φορά για την περίπτωση του Ιράκ. Μακάρι να υπήρχε ένας τρόπος για να απαλλαγούμε εύκολα από τον εξτρεμισμό. Όμως το σχέδιο του Ομπάμα δεν θα λειτουργήσει. Υπάρχουν προσεγμένα και μακροπρόθεσμα σχέδια που θα μπορούσαν να εξαλείψουν τον εξτρεμισμό στο Ιράκ και τη Συρία, αλλά η στρατιωτική επέμβαση των ΗΠΑ και η υποστήριξή τους προς κάποιες ιρακινές παρατάξεις εναντίον άλλων το μόνο που θα καταφέρουν θα είναι να καθυστερήσουν τις πραγματικές λύσεις καταλήγει».