Γράφει ο Βαγγέλης Γεωργίου
Πριν ή μετά τον καφέ σου επέλεγες το δωματιάκι που ήθελες, έχυνες μέσα τους ή έξω τους (ποιος ξέρει;), πλήρωνες και έφευγες γνωρίζοντας πια ότι «τίμησες» μια από τις μεγαλύτερες ξευτίλες του νεοελληνικού κράτους, το Χαμαιτυπείον στα Βούρλα στη Δραπετσώνα, το πιο οργανωμένο πολύ-μπουρδέλο του τελευταίου τετάρτου του 19ου αιώνα στη χώρα και ίσως στην Ανατολική Μεσόγειο.
Το όνομα Βούρλα το πήρε από τα βούρλα που φύτρωναν στις προσχώσεις στη σημερινή περιοχή του Ναού του Αγίου Διονυσίου, γύρω από τον οποίο, άρχισαν να χτίζονται γύρω στο 1873 και άνοιξαν τα πιο βρωμερά πλην αγιοποιημένα μπουρδέλα. Την εργολαβία για την κατασκευή και λειτουργία τους ανέλαβε σαν εκπρόσωπος ομάδας κρυφών ιδιοκτητών, κάποιος εργολάβος Μπόμπολας, με το αζημίωτο, προς χρήση των πληρωμάτων των ξένων καραβιών, αλλά και για να βρίσκονται μακριά απ’ το κοινωνικό γίγνεσθαι των κατοίκων του Πειραιά, στην έρημη τότε Δραπετσώνα. Περνώντας τα χρόνια μετατράπηκε σε ένα οργανωμένο μεγαθήριο με πουτάνες επί πληρωμή και αδίστακτα καθάρματα που τους τα έπαιρναν. Σμυρνιές, Πολίτισσες, Μακεδόνισσες, Θεσσαλές, Ηπειρώτισσες, Στερεοελλαδίτισσες και Πελοποννήσιες, βλάχες, μπορούσανε να καλύψουνε όλα τα γούστα μένοντας όμως οι ίδιες ακάλυπτες για μια ζωή περιθωριοποιημένες από την Πειραϊκή κοινωνία.
Το Χαμαιτυπείον Βούρλων ήταν τόσο ελεεινό που, κατά παγκόσμια πρωτοτυπία, το κράτος εγκατέστησε ακριβώς μέσα στο «μπουρδελοmall» αστυνομικό σταθμό αποκλειστικά για να διατηρεί την τάξη. Η διαταγή της Αστυνομικής Διεύθυνσης Αττικοβοιωτίας του 1894 βγάζει γούστα:Αι κοιναί γυναίκες διαιρούνται εις τρείς τάξεις: πρώτης, δευτέρας και τρίτης. Και αι μεν πρώτης τάξεως θέλουν διαμένει εις ιδιαιτέρας κατοικίας, αι δε δευτέρας εις τινά των εν ταις πόλεσιν Αθηνών και Πειραιώς τηρουμένων οίκων ασωτείας και αι τρίτης εις τα εν Αθήναις μεν χαμαιτυπεία τα κείμενα πλησίον των καταστημάτων του Αεριόφωτος, εν Πειραιεί δε εις τας προς δυσμάς του νεκροταφείου Πειραιώς υπάρχοντα τοιαύτα δημοτικά οικήματα. Καλά διαβάσατε «δημοτικά οικήματα» καθότι το πολύ-μπουρδελοκατάστημα ανήκε στον Δήμο αλλά «ταμίας» ήταν η οικογένεια του μετέπειτα πρωθυπουργού, συνεργάτη του Κωνσταντίνου Καραμανλή και της Χούντας Παναγιώτη Πιπινέλη. Οι δαιμόνιοι Πιπινέληδες ξεζουμούσαν καθημερινά τις μήτρες 70-80 – άλλοτε και διπλάσιος αριθμός – γυναικών – άραγε πόσες να πέρασαν στις τόσες δεκαετίες – για να βγάζουν φράγκα από ναυτάκια ζουμπουρλούδικα και όχι μόνο. Οι δαιμόνιοι Πιπινέληδες πληρώνανε το νοίκι τους στο κράτος, πηγαίνανε και στην εκκλησία κάνανε και τον σταυρό τους με το δεξί και με το άλλο γράφανε ιστορία. Όπως λέει και το άσμα «πρώτα Βούρλα μετά Τρούμπα γειά σου Πιπινέλη λούμπα, παριστάνεις τον τζελέπη έχεις όμως τρύπια τσέπη». Το μικρασιατικό φιάσκο του 22’ ήταν μια έξοχη ευκαιρία για το Χαμαιτυπείον να ανανεώσει το δυναμικό του με ξυπόλητες Σμυρνιές. Το ελληνικό κράτος για όλους φρόντιζε ανέκαθεν.
Αυτή η μικροκοινωνία λοιπόν από ρουφιάνους, νταβατζήδες, πόρνες κάθε λογής, και διεφθαρμένους πολιτσμάνους, αποτέλεσε μια μοναδική μπουρδελαγορά που λειτούργησε μέχρι τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο ώσπου οι Γερμαναράδες την κάναν φυλακή, είχε τις προϋποθέσεις φαίνεται.
Αποτελεί ειρωνεία ότι από τις Φυλακές των Βούρλων κατάφεραν να αποδράσουν με εντυπωσιακό τρόπο αριστεροί πολιτικοί κρατούμενοι, την δεκαετία του 1950, αλλά στα 60 περίπου χρόνια που τα Βούρλα λειτούργησαν ως υπερ-μπουρδέλο οι πιθανότητες απόδρασης των «φυλακισμένων» γυναικών τρίτης τάξης, ήταν μηδαμινές.
*Ο Βαγγέλης Γεωργίου είναι εμπνευστής και δημιουργός του πρώτου ιστοτόπου δημόσιας διανόησης greeklish.info