Γράφει ο Σπύρος Ριζόπουλος
Follow @Sp_Rizopoulos
Οι συνεχόμενες προκλήσεις από την πλευρά του Αλβανού πρωθυπουργού Έντι Ράμα με επιθετικές δηλώσεις που επιχειρούν να βάλουν στο τραπέζι θέμα «Τσαμουριάς» και μάλιστα σε μια στιγμή που ομολογούνται ανοιχτά και χωρίς προσχήματα αποφάσεις των αλβανικών αρχών σε βάρος Ελλήνων της Χειμάρρας, δεν είναι τυχαίες και ούτε κεραυνός εν αιθρία. Πρόκειται για μια συνειδητή επιλογή της αλβανικής πλευράς να ανοίξει μέτωπο με την Ελλάδα, την ίδια χρονική στιγμή που εξ ανατολών ο Ερντογάν συνεχίζει να αμφισβητεί το status quo που δημιούργησε η συνθήκη της Λωζάννης. Βρισκόμαστε συνεπώς μπροστά σε μια συντονισμένη εκδήλωση επιθετικής ρητορικής σε βάρος της Ελλάδας, στο πλαίσιο προφανώς μια τουρκο-αλβανικής στρατηγικής συμμαχίας. Δεν είναι άλλωστε η πρώτη φορά. Αυτή η συμμαχία ανάβει και σβήνει. Όμως με πολλή χαρά Τουρκία κι Αλβανία θα ήθελαν να διαμελίσουν την Ελλάδα κι εμείς δηλώνουμε ικανοποιημένοι που απλά δεν το κάνουν.
Γι αυτό κι εμείς μιλάμε στα τηλέφωνα. Μίλησε λέει ο Τσίπρας με το Ράμα στο τηλέφωνο κι έπεσαν οι τόνοι. Για πόσες μέρες; Διότι πολύ σύντομα ο Ράμα θα επανέλθει και με βάση τη στρατηγική του, θα επανέλθει κλιμακώνοντας το επιθετικό ύφος σε βάρος της χώρας. Κι αυτά που λέει περί «στρατηγικής εταιρικής σχέσης» δεν είναι πάρα στάχτη στα μάτια και κανένας στοιχειωδώς νοήμων άνθρωπος δεν μπορεί να τις παίρνει στα σοβαρά. Όπως δεν πιστεύω και όσα καθησυχαστικά είπε ο Ράμα στη συνέντευξή του στον Παπαχελά πως τάχα δεν υπάρχει σχέδιο «Μεγάλης Αλβανίας» και γι αυτό θα έπρεπε οι δημοσιογραφικές ερωτήσεις να είναι περισσότερο διεισδυτικές ώστε να μην ακούμε «ιστορίες» για… νανούρισμα. Ο εφησυχασμός είναι ο πιο κακός σύμβουλος αυτή την ώρα.
Ορθά, λοιπόν, ο Κουμουτσάκος ζήτησε την άμεση σύγκλιση του συμβουλίου εξωτερικής πολιτικής.
Προσωπικά έχω αρθρογραφήσει πρόσφατα για την ανάγκη σύγκλισης συμβουλίου των πολιτικών αρχηγών υπό τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας με αποκλειστική ατζέντα την εξωτερική πολιτική και τα εθνικά θέματα. Κι ένα από τα κύρια ζητούμενα μιας τέτοιας συζήτησης θα πρέπει να είναι η διαμόρφωση μιας νέας εθνικής στρατηγικής για τα Βαλκάνια. Διότι αυτή τη στιγμή δεν έχουμε καμία στρατηγική, μετά την κατάρρευση του «οράματος» Σημίτη να «αλώσουμε» από τα μέσα τους γείτονες διά του τραπεζικού συστήματος. Άνθρακες ο θησαυρός κι άλλη μια κολοσσιαία αποτυχία του σημιτικού εκσυγχρονισμού.
Βαλκανική στρατηγική αυτή την ώρα σημαίνει πρωτίστως άμεση και ευρείας έκτασης αναβάθμιση των σχέσεών μας με τη μόνη πραγματικά φίλη χώρα στην ευρύτερη περιοχή μας, τη Σερβία. Όχι στη βάση της θεωρίας του «ορθόδοξου τόξου» αλλά στη βάση συγκεκριμένων πραγματιστικών συμφερόντων Ελλάδας και Σερβίας, τα οποία ταυτίζονται για λόγους γεωπολιτικούς και ιστορικούς.
Θα πρέπει επίσης το μήνυμα της αποφασιστικότητας που εκπέμπεται από την Πολεμική μας Αεροπορία στο Αιγαίο, να μεταδοθεί με την ίδια ένταση και προς την αλβανική πλευρά με την ενίσχυση και την αναβάθμιση της 8ης Μεραρχίας Ιωαννίνων, ενόσω η πολιτική ηγεσία της χώρας θα επανεξετάζει το αν ήταν ορθή ή όχι η απόφαση της άρσης του εμπολέμου με την Αλβανία, το οποίο ενδεχομένως θα πρέπει να επανέλθει ως ενδεχόμενο στο τραπέζι.
Επίσης, όσο ενοχλητικό είναι για μας να εκπαιδεύεται ο αλβανικός στρατός από Τούρκους αξιωματικούς άλλο τόσο ενοχλητική είναι για τον Ερντογάν η εκπαίδευση Κούρδων στρατιωτών στην Ελλάδα. Θα πρέπει να αποσταλεί και αυτό το μήνυμα.
Τα «τηλέφωνα» είναι καλά μόνο για να κερδίζουμε χρόνο. Θα είναι ασυγχώρητο εθνικό σφάλμα που θα το βρούμε πολύ σύντομα μπροστά μας, να εφησυχάσουμε και να μείνουμε σε αυτά.
Επιπλέον, η αλλαγή σκυτάλης στον Λευκό Οίκο διαμορφώνει νέα δεδομένα και οι αντιλήψεις της νέας αμερικανικής διακυβέρνησης για την ισλαμική απειλή στη Νοτιοανατολική Ευρώπη όπως και για τις αδικίες σε βάρος των Σέρβων, δίνουν, για πρώτη φορά τις τελευταίες δεκαετίες, έδαφος για να προωθήσει η Ελλάδα μια νέα βαλκανική στρατηγική αποφασιστικότητας που θα στηρίζεται όχι στην οικονομική της υπεροχή (που έχει πληγεί από την κρίση και δεν μπορεί να αποφέρει τίποτα) αλλά στο αξιόμαχο και στο υψηλό φρόνημα των Ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων!
ΥΓ: Αλήθεια, τους ΑΝΕΛ τους απασχολεί τίποτα από όλα αυτά;