Γράφει ο Στέλιος Πέτσας*
Δύο είναι τα συμπεράσματα από τη διακυβέρνηση Τσίπρα: πρώτον, κόστισε πολύ, πάνω από 100 δις ευρώ στους Έλληνες και δεύτερον, απογυμνωμένη από την προπαγάνδα, το μόνο που προσθέτει είναι μέτρα λιτότητας.
Tο πρώτο έχει επισημανθεί από κορυφαίους αξιωματούχους όπως ο Διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος κ. Γ. Στουρνάρας και ο επικεφαλής του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας (ESM) κ. Κ. Ρέγκλινγκ και έχει αναλυθεί στη Βουλή των Ελλήνων στη συζήτηση του αιτήματος της Νέας Δημοκρατίας για τη σύσταση Εξεταστικής Επιτροπής για τον τρόπο που μπήκαμε στο 3ο Μνημόνιο, την επιβολή των capital controls και τη διαδικασία ανακεφαλαιοποίησης των τραπεζών.
Το δεύτερο το βιώνουν οι Έλληνες καθημερινά καθώς πληρώνουν τα πάνω από 9 δις ευρώ μέτρα λιτότητας που έχει θεσπίσει και εφαρμόζει η κυβέρνηση Τσίπρα. Όμως αυτό το σημείο συσκοτίζεται από την κυβερνητική προπαγάνδα που υποστηρίζει ότι εάν παρέμενε η κυβέρνηση Σαμαρά μέχρι τη συνταγματική λήξη της θητείας της θα έπρεπε να πάρει μέτρα για να πετύχει τους στόχους των πρωτογενών πλεονασμάτων του 2ου Μνημονίου.
Αυτή η φθηνή προπαγάνδα δεν αντέχει σε σοβαρή κριτική. Τι θα είχε συμβεί όμως;
Όλοι οι εγχώριοι και διεθνείς οργανισμοί προέβλεπαν ισχυρή ανάπτυξη την περίοδο 2015-2018. Οι προβλέψεις αυτές είχαν ενσωματωθεί στο μακροοικονομικό σενάριο του Μεσοπρόθεσμου Προγράμματος Δημοσιονομικής Στρατηγικής (ΜΠΔΣ) 2015-2018. Όμως, οι κ.κ. Τσίπρας, Καμμένος και Κουβέλης με τη σύμπραξη της Χρυσής Αυγής έριξαν την κυβέρνηση Σαμαρά και έτσι, αντί για ισχυρή ανάπτυξη, είχαμε ύφεση τη διετία 2015-2016. Έτσι, επιστροφή στην ανάπτυξη προβλέπεται τώρα για το 2017.
Παρά το γεγονός ότι οι καθυστερήσεις στο κλείσιμο της β’ αξιολόγησης έχουν εν πολλοίς εκτροχιάσει τις υπεραισιόδοξες προβλέψεις για αύξηση του ΑΕΠ κατά 2,7% το 2017, για λόγους σύγκρισης, τις χρησιμοποιούμε στη συνέχεια στο Διάγραμμα 1. Στο Διάγραμμα αυτό φαίνεται η βαθιά ουλή που προκάλεσε (μέχρι σήμερα) στην ελληνική οικονομία η καταστροφική διετία της διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ/ΑΝΕΛ.
Ακόμη και αν ληφθούν υπόψη οι υπεραισιόδοξες προβλέψεις του 2017, στο τέλος της χρονιάς το ονομαστικό ΑΕΠ θα έχει διαμορφωθεί στα 180,8 δις ευρώ. Υπενθυμίζεται ότι, με βάση τις προβλέψεις για ισχυρή ανάπτυξη που όλοι εγχώριοι και ξένοι οργανισμοί προέβλεπαν πριν αναλάβει τη διακυβέρνηση της χώρας ο κ. Τσίπρας, το ΑΕΠ θα έπρεπε να ανέλθει στα 206,9 δις ευρώ το 2017 (Διάγραμμα 2).
Δηλαδή μέχρι το τέλος του 2017 θα έχουμε απωλέσει δυνητικό εθνικό εισόδημα 26,1 δις ευρώ! Όπως όμως όλοι οι Έλληνες καλά γνωρίζουν, από αυτό το χαμένο εισόδημα θα πληρώνονταν άμεσοι και έμμεσοι φόροι, καθώς και ασφαλιστικές εισφορές. Με βάση τις εκτιμήσεις του ΟΟΣΑ (OECD, Taxing Wages 2016) και δικούς μας υπολογισμούς, το 50% περίπου του χαμένου ΑΕΠ των 26,1 δις ευρώ, θα επέστρεφε στο Ελληνικό Δημόσιο αυξάνοντας τα έσοδά του. Επομένως, τα δημόσια έσοδα θα αυξάνονταν κατά 13,1 δις ευρώ περίπου λόγω της ανάπτυξης! Χωρίς να χρειάζεται κανένα νέο μέτρο λιτότητας!
Αυτά τα «χαμένα έσοδα» δεν ήρθαν ποτέ. Τα πέταξε στα σκουπίδια η κυβέρνηση Τσίπρα με την καταστροφική πολιτική της το α’ εξάμηνο του 2015 και για να τα αναπληρώσει, δύο χρόνια τώρα, επιβάλλει σκληρά μέτρα λιτότητας που με την προσθήκη της μείωσης του αφορολογήτου ορίου και των συντάξεων θα φτάσουν τα 12,6 δις ευρώ περίπου.
Στο Διάγραμμα 3 φαίνεται ξεκάθαρα ότι εάν δεν είχε προκληθεί η βαθιά ουλή στο ΑΕΠ από το χτύπημα της διακυβέρνησης Τσίπρα, τότε τα αναγκαία πρωτογενή πλεονάσματα θα αυτοχρηματοδοτούνταν από τα έσοδα της ανάπτυξης και δεν θα χρειάζονταν ούτε ένα ευρώ από τα μέτρα λιτότητας της κυβέρνησης.
Ακόμη και μπροστά σε αυτή τη συντριπτική σύγκριση, η κυβέρνηση δεν τολμά να ζητήσει ένα συγγνώμη που πέταξε, αντί να περιφρουρήσει, τις θυσίες των Ελλήνων. Και εφευρίσκει ακόμη ένα ψευδό-επιχείρημα: «Μα εμείς γλιτώσαμε πολλά μέτρα λιτότητας τους Έλληνες γιατί μειώσαμε τους στόχους των πρωτογενών πλεονασμάτων». Καταρχήν, αν η μείωση των πρωτογενών πλεονασμάτων σήμαινε αυτόματα ότι δεν θα χρειάζονταν μέτρα λιτότητας, τότε η κυβέρνηση πρέπει να απολογηθεί γιατί πήρε 8,5 φορές περισσότερα μέτρα από όσα προέβλεπε το “e-mail Χαρδούβελη» για την επίτευξη υψηλότερων πρωτογενών πλεονασμάτων.
Η αλήθεια φυσικά είναι ότι τα πρωτογενή πλεονάσματα δεν είναι τυχαίοι αριθμοί σε ένα λογιστικό φύλλο εργασίας του excel. Συνδέονται απόλυτα με την κατάσταση της οικονομίας. Όταν λοιπόν ο κ. Τσίπρας εκτροχίασε την οικονομία, οι στόχοι πρωτογενών πλεονασμάτων προσγειώθηκαν αναγκαστικά στο πολύ χειρότερο μακροοικονομικό περιβάλλον. Σε περιβάλλον ύφεσης δεν μπορούσαν να επιτευχθούν στόχοι που είχε σχεδιαστεί να επιτευχθούν σε περιβάλλον ισχυρής ανάπτυξης. Υπενθυμίζεται ότι με το 2ο Μνημόνιο οι στόχοι πρωτογενών πλεονασμάτων είχαν τεθεί στο 4,2% του ΑΕΠ μέχρι το 2018.
Όμως, όπως ρητά αναφερόταν στην τελευταία Έκθεση Βιωσιμότητας του Χρέους που εκπόνησε το ΔΝΤ επί κυβέρνησης Σαμαρά (Ιούνιος 2014), μετά την ολοκλήρωση του 2ου Μνημονίου, δηλαδή το 2015, οι Ευρωπαίοι εταίροι θα υλοποιούσαν τη δέσμευση που είχαν αναλάβει το Νοέμβριο 2012 για ελάφρυνση του Ελληνικού Δημοσίου Χρέους. Στο πλαίσιο υλοποίησης αυτής της δέσμευσης, αναμενόταν η μείωση του μεσοπρόθεσμου στόχου πρωτογενών πλεονασμάτων στο 2% του ΑΕΠ περίπου, όπως συζητούσε η τότε Ελληνική Κυβέρνηση με τους δανειστές. Και όπως φυσικά επιβεβαιώνεται από τη μετέπειτα στάση του ΔΝΤ, το οποίο ζητάει ο μεσοπρόθεσμος στόχος πρωτογενών πλεονασμάτων να τεθεί στο 1,5% του ΑΕΠ.
Όμως, ο κ. Τσίπρας έχει συμφωνήσει τα πρωτογενή πλεονάσματα να παραμείνουν στο 3,5% του ΑΕΠ για πολλά χρόνια. Έτσι, ενώ οι στόχοι χαμήλωσαν την περίοδο 2015-2017, ορίστηκε να παραμείνουν αμετάβλητοι στο 3,5% του ΑΕΠ από το 2018 και για περίπου μια δεκαετία μετά (3ο Μνημόνιο ν. 4336/2015-Αύγουστος 2015, Έκθεση Συμμόρφωσης της Ευρωπαϊκής Επιτροπής μετά την α’ αξιολόγηση-Ιούνιος 2016, Συμπεράσματα Eurogroup 5ης Δεκεμβρίου 2016). Όπως φαίνεται στο Διάγραμμα 4, η αναγκαστική προσγείωση των πρωτογενών πλεονασμάτων την περίοδο 2015-2019, αντισταθμίζεται από τα υψηλότερα πρωτογενή πλεονάσματα την περίοδο 2020-2028.
Και για να επιτευχθούν, για πολλά χρόνια, πρωτογενή πλεονάσματα 3,5% του ΑΕΠ οι δανειστές ζητούν πρόσθετα μέτρα λιτότητας 2% του ΑΕΠ ή 3,6 δις ευρώ με ισχύ από το 2019, παγιδεύοντας τη χώρα σε ένα φαύλο κύκλο λιτότητας και ύφεσης. Αυτό είναι το τίμημα που καλούνται να πληρώσουν οι Έλληνες για την καταστροφική διακυβέρνηση Τσίπρα. Πραγματική πληγή.
Μια πληγή που για να μην κακοφορμίσει, αλλά να κλείσει, απαιτείται άμεσα πολιτική αλλαγή, ώστε με το Σχέδιο Εξόδου από την Κρίση που έχει παρουσιάσει ο Κυριάκος Μητσοτάκης να σταθεί ξανά η Ελλάδα στα πόδια της.
*Ο Στέλιος Πέτσας είναι Σύμβουλος Δημοσιονομικής Πολιτικής του Προέδρου της Νέας Δημοκρατίας, κ. Κ. Μητσοτάκη.