Γράφει ο Δημήτρης Κατσαρός
Μία ξένη αρθρογράφος ανέδειξε μια πτυχή της προεκλογικής μάχης που είναι φανερά υποτιμημένη στα ελληνικά μέσα. Ενώ η συζήτηση για την επόμενη μέρα στην Ελλάδα αναλώνεται στην εφαρμογή και τα αποτελέσματα της ατζέντας του ΣΥΡΙΖΑ, η Kerin Hope, που γράφει για τους Financial Times φωτίζει μια πτυχή της οικονομικής ζωής του τόπου που η ίδια χαρακτηρίζει «ταμπού» και για τους πολιτικούς αλλά και τους δημοσιογράφους.
Η αρθρογράφος των FT, σημειώνει ότι με το ΣΥΡΙΖΑ γίνεται οικονομική προτεραιότητα, το θέμα ταμπού για την ελληνική πολιτική ζωή που αποτελούν οι «ολιγάρχες». Η Hope θεωρεί ότι με την ευκαιρία αυτών των εκλογών ο ρόλος των «ολιγαρχών», είτε τους ονομάζουμε έτσι, είτε «διαπλεκόμενους» ή «νταβατζίδες», «μπαίνει για πρώτη φορά στο μικροσκόπιο».
Η αλήθεια είναι ότι μια αντίστοιχη προσπάθεια είχε δείξει ότι σκόπευε να κάνει ο πρώην πρωθυπουργός Κώστας Καραμανλής, ο οποίος άλλωστε εισήγαγε και τον όρο «νταβατζίδες» στην πολιτική γλώσσα, χωρίς ωστόσο να υπάρξει κάποιο επόμενο επεισόδιο.
Αφορμή για το άρθρο ήταν η δήλωση του Σταθάκη στους FT, υποψηφίου βουλευτή και πιθανού υπουργού ανάπτυξης σε μια αντίστοιχη κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ. Ο Γιώργος Σταθάκης μίλησε για τέλος της δωρεάν έκδοσης αδειών σε τηλεοπτικά κανάλια και για επανεξέταση ιδιωτικοποιήσεων οι οποίες εγείρουν σκιές και αμφιβολίες. Μια επίσης ενδιαφέρουσα αναφορά προς ενίσχυση του πόσο δύσκολη μπορεί να είναι μια σύγκρουση με τους ολιγάρχες, γίνεται σε απόρρητη έκθεση της αμερικάνικης πρεσβείας που δημοσίευσε το Wikileaks η οποία αναφέρει: «Τα ιδιωτικά ΜΜΕ της Ελλάδας ανήκουν σε μια μικρή ομάδα ανθρώπων που δημιούργησαν ή κληρονόμησαν περιουσίες (…) και συνδέονται μέσω δεσμών αίματος, γάμου ή εξ αγχιστείας με πολιτικά στελέχη της κυβέρνησης ή και άλλους μεγάλους επιχειρηματίες».
Η αρθρογράφος βλέπει στα σχόλια του Σταθάκη τη σηματοδότηση μιας αλλαγής ενός μακροχρόνιου καθεστώτος στην Ελλάδα. Μεταφέρω και τη δήλωση του καθηγητή Φιλοσοφίας Δικαίου και Θεσμών στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, Αριστείδη Χατζή που εντοπίζει στο καθεστώς των ολιγαρχών τον πραγματικό εχθρό του ανταγωνισμού στην Ελλάδα. « Ο πραγματικός εχθρός του ανταγωνισμού στην αγορά στην Ελλάδα είναι η ολιγαρχία, αλλά το θέμα είναι ταμπού: Οι πολιτικοί δεν το συζητούν και τα μίντια δεν γράφουν για αυτό.» δηλώνει ο καθηγητής στην Hope συμπληρώνοντας ότι οι ολιγάρχες «παραμένουν πανίσχυροι, αλλά οι δραστηριότητές τους έχουν επηρεαστεί από τις πρόσφατες προσπάθειες καταπολέμησης της φοροαποφυγής, μέσω εταιριών offshore για παράδειγμα».
Είναι διάχυτη η αντίληψη ότι η σύγκρουση με τους ολιγάρχες ήταν αδύνατη για τις ως τώρα κυβερνήσεις για δύο κυρίως λόγους. Ο πρώτος είναι ότι πρόκειται για καλά εγκαθιδρυμένα και ανεπτυγμένα δίκτυα ανθρώπων που καλύπτουν πολύ μεγάλο μέρος της οικονομικής και επιχειρηματικής ζωής του τόπου και είναι φανερά δύσκολο να διαλυθούν χωρίς να υπάρξουν σημαντικές ανακατατάξεις. Ο δεύτερος είναι ότι πολύ μεγάλο μέρος του πολιτικού δυναμικού των κομμάτων που κυβέρνησαν είναι ή έχει υπάρξει μέρος αυτών των δικτύων, καθιστώντας αδύνατη την πολιτική βούληση που απαιτείται για μια σύγκρουση μαζί τους. Ο ΣΥΡΙΖΑ θα αντιμετωπίσει εμφανώς την πρώτη δυσκολία, ωστόσο κατέχει συγκριτικό πλεονέκτημα σε σχέση με το δεύτερο αφού αποτελεί κόμμα χωρίς παρελθόν στην εξουσία.
Ο Βασίλης Ξυδιάς σε άρθρο του στο Δρόμο της Αριστεράς, σημειώνει ότι τα δύο μέτωπα που ο ΣΥΡΙΖΑ θα πρέπει να αντιμετωπίσει ως κυβέρνηση θα είναι το εξωτερικό, αναφορικά στη διαπραγμάτευση με τους εταίρους και το εσωτερικό που θα είναι η σύγκρουση με τα ντόπια διαπλεκόμενα συμφέροντα. Η διαφορά που ο ίδιος σημειώνει εύστοχα είναι ότι ενώ ίσως ο κόσμος να συγχωρούσε συμβιβασμούς στο εξωτερικό μέτωπο, αν οι συσχετισμοί ήταν πολύ δυσχερείς για την ελληνική κυβέρνηση, στο δεύτερο μέτωπο ο ΣΥΡΙΖΑ θα είναι ασυγχώρητος αν γίνει μέρος της διαπλοκής.
Από την εμπειρία της εποχής της μεταπολίτευσης έχουμε μάθει να κρατάμε πολύ μικρό καλάθι σε εξαγγελίες που μιλούν για καθολική σύγκρουση με τη διαπλοκή, όμως η ευκαιρία ουσιαστικού εκσυγχρονισμού του κράτους που θα μας κάνει να μοιάζουμε λιγότερο με εύθραυστες αφρικανικές δημοκρατίες είναι παρούσα στη συγκεκριμένη ιστορική φάση της βαθειάς κρίσης του πολιτικού συστήματος και της ταπείνωσης του ελληνικού κράτους. Έτσι η ευθύνη του ΣΥΡΙΖΑ είναι ιστορική και η καταδίκη του σε περίπτωση υποχώρησης θα είναι απόλυτη.