Την πρόθεσή του να αποσύρει μονομερώς τις ΗΠΑ από την ιστορική διμερή Συνθήκη για τα πυρηνικά όπλα μέσου βεληνεκούς, INF, που είχε συναφθεί πριν από 31 χρόνια με τη Ρωσία, επιβεβαίωσε ο Αμερικανός πρόεδρος. Ο Ντόναλντ Τραμπ κατηγορεί τη Μόσχα ότι την παραβιάζει εδώ και χρόνια και με την απόφασή του αυτή έρχεται να θολώσει περαιτέρω τις σχέσεις των δύο χωρών, με τους αναλυτές να κάνουν λόγο για διπλά μηνύματα. Την ώρα που ανακοίνωνε την απόφαση ο σύμβουλος ασφαλείας του Λευκού Οίκου, Τζον Μπόλτον, βρισκόταν στη Μόσχα για επαφές με κορυφαίους Ρώσους αξιωματούχους.
Υπενθυμίζεται ότι τη συμφωνία του 1987 για τα πυρηνικά όπλα είχαν υπογράψει ο τότε πρόεδρος των ΗΠΑ Ρόναλντ Ρίγκαν και ο ηγέτης της Σοβιετικής Ένωσης Μιχαήλ Γκορμπατσόφ στην Ουάσινγκτον. Απαγόρευε την παραγωγή και την ανάπτυξη πυραύλων ικανών να φέρουν συμβατικές ή πυρηνικές κεφαλές με δραστικό βεληνεκές από 500 ως 5.500 χιλιόμετρα, καθώς και των εκτοξευτήρων τους. Ήρθε δε να βάλει τέλος στην κρίση που είχε προκαλέσει τη δεκαετία του 1980 η ανάπτυξη των σοβιετικών SS-20 οι οποίοι στόχευαν τις ευρωπαϊκές πρωτεύουσες.
«Η Ρωσία δεν τήρησε τη συμφωνία. Θα βάλουμε λοιπόν τέλος στη συνθήκη και θα αποσυρθούμε» υπογράμμισε ο Τραμπ σε προεκλογική εκδήλωση Ρεπουμπλικάνου Γερουσιαστή στη Νεβάδα. Ερωτηθείς τι σημαίνει αυτό πρακτικά, απάντησε «θα αναπτύξουμε τέτοια όπλα».
Άφησε μάλιστα αιχμές για την κυβέρνηση Ομπάμα, λέγοντας πως ενώ η ρωσική πλευρά παραβίαζε συστημικά τη συνθήκη ο προκάτοχός του δεν είχε σκεφτεί ούτε να την επαναδιαπραγματευτεί ούτε να αποχωρήσει από αυτήν. «Δεν θα τους αφήσουμε να κατασκευάζουν όπλα ενώ εμείς δεν έχουμε το δικαίωμα» ξεκαθάρισε.
Η Ουάσιγκτον καταγγέλλει πρωτίστως την παραγωγή και την ανάπτυξη από τη Μόσχα του συστήματος πυραύλων 9M729, το οποίο η Ουάσινγκτον πιστεύει ότι έχει δραστικό βεληνεκές που υπερβαίνει τα 500 χλμ., άρα κατ’ αυτήν παραβιάζει την INF.Η συμφωνία, που προέβλεπε την απαγόρευση της χρήσης μιας σειράς πυραύλων, Ο Τραμπ έκανε αυτή την ανακοίνωση καθώς ο σύμβουλος εθνικής ασφαλείας της αμερικανικής προεδρίας Τζον Μπόλτον βρισκόταν στη Μόσχα για να «συνεχίσει» τον αμφιλεγόμενο διάλογο που άρχισε τον Ιούλιο ο αμερικανός πρόεδρος με τον ρώσο ομόλογό του Βλαντίμιρ Πούτιν.