Ο υπουργός Οικονομικών Ευκλείδης Τσακαλώτος γενικά βρίσκεται κοντά στην πραγματικότητα, άσχετο αν το ομολογεί και δημόσια. Σε αυτή τη φάση έχει κάνει ένα βήμα μπροστά από τον υπόλοιπο ΣΥΡΙΖΑ και το Μέγαρο Μαξίμου και παραδέχεται ότι έχουν υπερφορολογηθεί τμήματα του πληθυσμού, στο κυνήγι των πλεονασμάτων. Επειδή όμως, προφανώς δεν είναι έτοιμος να παραδεχθεί όλη την αλήθεια συμπληρώνει ότι γενικά η φορολογία στην Ελλάδα δεν είναι υψηλή.
Δυστυχώς και αυτός υιοθετεί τη λογική των μισών αληθειών. Δεν λέει δηλαδή ότι η φορολογία δεν είναι υψηλή για όσους δεν δηλώνουν τα εισοδήματά τους. Και ότι λόγω της συνεχιζόμενης αποτυχίας του κρατικού μηχανισμού να πιάσει το μεγαλύτερο μέρος της φοροδιαφυγής όλοι οι υπόλοιποι αναγκάζονται να πληρώνουν υπερβολικά ποσά, που φτάνουν στα όρια της εξόντωσης.
Το ίδιο ακριβώς συμβαίνει και με την εισφοροδιαφυγή. Και άρα για να καλυφθούν τα ελλείμματα των ταμείων, από τη στιγμή που η μισή εργασία στον ιδιωτικό τομέα έχει χαρακτηριστικά μαύρης εργασίας, οι εισφορές πολλαπλασιάζονται.
Και τα δύο μαζί απλώς στοχεύουν σε όσους, τους λιγότερους προφανώς, επιμένουν να δηλώνουν όλα τους τα εισοδήματα, ή έστω δεν μπορούν να τα αποκρύψουν.
Ας δούμε λοιπόν την εξέλιξη της φορολογίας διαχρονικά μέσα στα χρόνια της κρίσης και των μνημονίων. Επαναλαμβάνουμε, αυτά ισχύουν για όσους δηλώνουν τα εισοδήματά τους.
Σύμφωνα με τα στοιχεία από το 2009 μέχρι και το 2016 (τελευταία διαθέσιμα στοιχεία) η πάλαι ποτέ μεσαία τάξη έχει συρρικνωθεί, τουλάχιστον ως προς το δηλωμένο της εισόδημα:
- Το 2009 από 20.000 έως 50.000 ευρώ δήλωναν 1.339.122 φορολογούμενοι.
- Το 2012 το ίδιο ποσό δήλωναν 1.253.476 φορολογούμενοι,
- Το 2016 μόλις 958.228 φορολογούμενοι δήλωναν εισόδημα από 20.000 έως 50.000 ευρώ
Δηλαδή, συνολικά «χάθηκαν» περίπου 400.000 φορολογούμενοι, οι οποίοι πλέον έχουν μετακυλιστεί στην κατηγορία των εισοδημάτων έως 10.000 ευρώ.
Και όπως προκύπτει από την απλή αριθμητική, το 2009 ένας ελεύθερος επαγγελματίας με εισοδήματα ύψους 50.000, διαμέρισμα και αυτοκίνητο, κατέβαλε στην εφορία και το ασφαλιστικό του ταμείο το ποσό των 16.333 ευρώ. Και στην τσέπη του έμεναν περίπου 33.667 ευρώ.
Πέντε χρόνια αργότερα -το 2014- το ποσό μειώθηκε κατά 4.344 ευρώ και στον φορολογούμενο έμεναν στις 29.323 ευρώ.
Σήμερα για όποιον εξακολουθεί να δηλώνει τα ίδια εισοδήματα, η εικόνα έχει αντιστραφεί.
Οι φόροι έχουν εκτιναχθεί στις 32.151 ευρώ και το εισόδημα που απομένει έχει περιοριστεί στις 17.849 ευρώ.
Φόροι και εισφορές σε σχέση με το μακρινό 2009 έχουν αυξηθεί τρομακτικά. Και βέβαια, το ποσό που απομένει δεν έχει σε καμία περίπτωση την αγοραστική δύναμη του 2009, καθώς έχουν αυξηθεί οι έμμεσοι φόροι σχεδόν σε όλες τις κατηγορίες (ΦΠΑ και ειδικοί φόροι κατανάλωσης).
Στους χαμένους εντάσσονται και οι μισθωτοί με εισοδήματα ύψους 40.000 ευρώ και άνω. Συγκεκριμένα, ένας μισθωτός με ετήσια εισοδήματα 47.000 ευρώ, ο οποίος διαθέτει αυτοκίνητο και διαμέρισμα πλήρωνε στην εφορία το ποσό των 10.958 ευρώ. Το ποσό αυτό αυξήθηκε το 2014 στις 16.412 ευρώ για να φθάσει σήμερα στις 17.507 ευρώ. Δηλαδή, πλήρωσε υψηλότερους φόρους κατά 60% περίπου σε σύγκριση με το 2009 και 6,6% σε σύγκριση με το 2014.
Όλα τα παραπάνω, μαζί και με άλλα φυσικά, εξηγούν απολύτως τα αποτελέσματα των τελευταίων δημοσκοπήσεων και δείχνουν ότι για την κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ οι συνέπειες ενδέχεται να είναι αντίστοιχες με αυτές που… χτύπησαν την κυβέρνηση Σαμαρά – Βενιζέλου με την περίπτωση του ΕΝΦΙΑ.