Ο Χρήστος Μπαξεβάνης είναι πτυχιούχος του Τμήματος Νομικής/ΑΠΘ και Διδάκτωρ Δημοσίου Διεθνούς Δικαίου. Επίσης, κατέχει μεταπτυχιακά διπλώματα ειδίκευσης στον κλάδο των Διεθνών Σπουδών του οικείου Τμήματος και στον κλάδο της Ανάλυσης και Επίλυσης Διεθνών Συγκρούσεων του Πανεπιστημίου του Bradford (Η.Β.). Στην μετέπειτα πορεία του διετέλεσε Πρόεδρος στις Επιτροπές Προσφυγών της Υπηρεσίας Ασύλου, και καθηγητής στο Τμήμα Πολιτικών Επιστημών του Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου Θράκης (Π.Δ. 407/80). Αυτήν την περίοδο συνεργάζεται με την Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή ως Expert (Rapporteur) με αντικείμενο τη συνεργασία με τρίτες χώρες στον τομέα της προώθησης της νόμιμης μετανάστευσης στην ΕΕ, ενώ παράλληλα εκπονεί και μεταδιδακτορική έρευνα στο Πανεπιστήμιο Μακεδονίας σε θέματα προσφυγικού δικαίου και μεταναστευτικής πολιτικής της ΕΕ. Τέλος, συνεργάζεται με τη Μονάδα Έρευνας για την Ευρωπαϊκή και Διεθνή Πολιτική στο Πανεπιστήμιο Αιγαίου και το Κέντρο Διεθνούς και Ευρωπαϊκού Οικονομικού Δικαίου.
Συνέντευξη στο Γιάννη Νάκο
Πείτε μας λίγο την δική σας άποψη για την συμφωνία της 18ης Μαρτίου; Είναι μία συμφωνία θετική για το μέλλον της χώρας μας και της ΕΕ ή όχι;
Το σχέδιο που συμφωνήθηκε στις 18 Μαρτίου 2016 μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Τουρκίας έχει τον φιλόδοξο στόχο να σταματήσει τις προσφυγικές και μεταναστευτικές ροές από την Τουρκία στην Ελλάδα/Ε.Ε. Η πραγματικότητα, ωστόσο, κατέδειξε τα σοβαρά προβλήματα υλοποίησης για μια σειρά από νομικούς, πολιτικούς και υλικοτεχνικούς λόγους, καθώς πρόκειται για μια συμφωνία που χαρακτηρίζεται ως ιδιαίτερα πολύπλοκη, τεχνικά εξαιρετικά δυσχερής, με ασάφειες και αμφιλεγόμενα σημεία. Μεταξύ άλλων θα ήθελα να επισημάνω τα σοβαρά ερωτηματικά που προκύπτουν για τον χαρακτηρισμό της Τουρκίας ως «ασφαλούς τρίτης χώρας». Σε κάθε περίπτωση εκτιμώ ότι η συγκεκριμένη συμφωνία επιλέχθηκε από τις ευρωπαϊκές ηγεσίες προκειμένου να μεταθέσουν περαιτέρω το μερίδιο ευθύνης τους, αυτήν τη φορά από τις χώρες πρώτης γραμμής του Μεσογειακού Νότου σε τρίτες χώρες, όπως είναι η Τουρκία.
Ποια θεωρείτε ότι θα είναι η επόμενη ημέρα για την ΕΕ; Ξημερώνει ένα ελπιδοφόρο μέλλον ή θα συνεχίσουν να υφίστανται τα κύματα παράνομης μετανάστευσης κατά την διάρκεια του έτους;
Μια αποτελεσματική διαχείριση και αντιμετώπιση των προσφυγικών και μεταναστευτικών ροών απαιτεί κοινή ευρωπαϊκή πολιτική ασύλου και μετανάστευσης στη βάση της αρχής της αλληλεγγύης. Τέτοια είδους, ωστόσο, μέτρα απαιτούν και τις ανάλογες πολιτικές συνθήκες και προϋποθέσεις. Μια ολοκληρωμένη αντιμετώπιση της προσφυγικής κρίσης θα προϋπέθετε ένα θεσμικό περιβάλλον ενισχυμένης ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης και εμβάθυνσης και όχι μια Ευρώπη της μεταβλητής γεωμετρίας και των πολλαπλών ταχυτήτων που κατά την εκτίμησή μας δυστυχώς το επόμενο διάστημα θα δούμε να ξεδιπλώνεται. Με άλλα λόγια, το περιβάλλον δεν θα είναι πλέον ευνοϊκό, όσο ήταν φυσικά, για πολιτικές αλληλεγγύης και δίκαιης κατανομής των βαρών.
Πρόσφατα είδαμε την Ελληνική Κυβέρνηση να εκδίδει πίσω στην Τουρκία τους πραξικοπηματίες που ζήτησαν άσυλο στην χώρα μας. Τί μπορεί να εξαχθεί από αυτήν την κίνηση της Κυβέρνησης σε νομικό αλλά και σε διεθνές επίπεδο;
Το αίτημα για χορήγηση ασύλου εκ μέρους των οκτώ Τούρκων στρατιωτικών με την παράλληλη απαίτηση των τουρκικών αρχών για άμεση παράδοσή τους συνιστά ζήτημα με κρίσιμες νομικές διαστάσεις, αλλά και αδιαμφισβήτητες διπλωματικές προεκτάσεις. Ενώ από διπλωματικής απόψεως η Ελλάδα δεν επιθυμεί τη διατάραξη των σχέσεών της με την Τουρκία, εντούτοις είναι παράλληλα υποχρεωμένη να τηρήσει μια σειρά από εσωτερικούς, ευρωπαϊκούς και διεθνείς κανόνες που αποτελούν τον ακρογωνιαίο λίθο του νομικού μας πολιτισμού. Κατά την γνώμη μου, η έκδοση των 8 είναι πολύ πιθανό να φέρει την Ελλάδα ενώπιον του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Δικαιωμάτων του Ανθρώπου με την κατηγορία της παραβίασης των άρθρων 2 και 3 της ΕΣΔΑ, σύμφωνα με τα οποία δεν επιτρέπεται η έκδοση προσώπου σε χώρα στην οποία κινδυνεύει με θανατική ποινή, βασανιστήρια η με απάνθρωπη και εξευτελιστική μεταχείριση.
Όσον αφορά, τα κέντρα κράτησης και φύλαξης των παράνομα εισελθόντων μεταναστών, τί θεωρείτε πως πρέπει να γίνει προκειμένου να αποφευχθούν μελλοντικές συγκρούσεις, όπως αυτές έγιναν αντιληπτές σε πολλά μέρη της Ελλάδας;
Μετά τον αναγκαίο διαχωρισμό προσφύγων-μεταναστών, θα πρέπει κατά τη γνώμη μου να γίνεται μεταφορά των μεν πρώτων σε ελεγχόμενες ανοιχτές δομές φιλοξενίας των δε παράτυπων (οικονομικών) μεταναστών σε κλειστού τύπου προαναχωρησιακά κέντρα, προκειμένου στη συνέχεια να ακολουθήσει η διαδικασία των επιστροφών στις χώρες προέλευσης. Παράλληλα. θα πρέπει να επιταχυνθεί η διεκπεραίωση των αιτήσεων ασύλου και να ενισχυθεί ο εθελοντικός επαναπατρισμός των παράτυπων οικονομικών μεταναστών.
Με την εμπειρία σας ως Πρόεδρος στις Επιτροπές Προσφύγων της Υπηρεσίας Ασύλου προ διετίας, τα πράγματα είναι χειρότερα; Αν ναι, τότε τί άλλαξε και σε ποια κατεύθυνση θα πρέπει να κινηθούμε έτσι ώστε μία πολιτική βιώσιμης επαναφοράς του status quo της εποχής εκείνης να λάβει ξανά σάρκα και οστά;
Η Ελληνική Πολιτεία το διάστημα 2013-2015 προχώρησε στην αναδιάρθρωση και τον εξορθολογισμό των κρατικών λειτουργιών της γύρω από την απονομή του ασύλου και τη διαχείριση των ροών παρανόμως εισερχομένων. Η ίδρυση τριών νέων δόμων με το νόμο 3907/11, ήτοι της Υπηρεσίας Ασύλου, της Υπηρεσίας Πρώτης Υποδοχής και της Αρχής Προσφυγών, και η στελέχωσή τους με ειδικό επιστημονικό προσωπικό εξειδικευμένο στις απαιτήσεις του ασύλου σε συνδυασμό με την αποκέντρωση του συστήματος συνιστούν πρωτοβουλίες που ανέτρεψαν πρακτικές δεκαετιών στον τομέα αυτό και δημιούργησαν τις προϋποθέσεις έτσι ώστε να μιλάμε για μια νέα εποχή στην ελληνική πολιτική ασύλου. Η νέα, ωστόσο, κυβέρνηση εξάντλησε από πολύ νωρίς την πολιτική της σε επικοινωνιακά τρικ και σε μια ανέξοδη ρητορεία περί «ανθρωπισμού», περνώντας πολύ γρήγορα τα λάθος μηνύματα προς όλες τις κατευθύνσεις. Αντί μιας στρατηγικής υποδοχής και διαχωρισμού των ροών, υποστηρίχθηκε η επιπόλαιη και εν πολλοίς ιδεοληπτική άποψη ότι όλοι οι εισερχόμενοι ήταν πρόσφυγες, παραγνωρίζοντας ότι μεταξύ των Σύρων προσφύγων συνέρρεαν και χιλιάδες παράτυποι οικονομικοί μετανάστες. Αντί να επεκτείνει τα Κέντρα Κράτησης και τα ΚΕΠΥ επέλεξε να καταργήσει κάθε υποδομή διαχείρισης προσφύγων και μεταναστών. Δυστυχώς, οι ανυπέρβλητες ιδεολογικές αγκυλώσεις της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ και η επίμονη αλλοίωση της εξωτερικής πραγματικότητας, προκειμένου να τραφεί ο αδηφάγος λαϊκισμός της, θέτουν σε κίνδυνο την εξυγίανση του συστήματος ασύλου και τα ορατά αποτελέσματα που επετεύχθησαν τα προηγούμενα έτη.
Υπάρχουν πολλές φωνές μέσα στην ΕΕ που πιέζουν είτε για αλλαγή της συνθήκης του “Δουβλίνο 2” είτε προς μία πολιτική κατάργησης του. Ποίες είναι οι δικές σας προτάσεις για το συγκεκριμένο ζήτημα; Είναι έτοιμη και πολιτικά ώριμη η Ευρώπη να ξεκινήσει μία τέτοια συζήτηση;
Η Επιτροπή από την πρώτη τη στιγμή έδειξε το δρόμο για μια συνολική και ευρωπαϊκή απάντηση στη μεγαλύτερη προσφυγική κρίση μετά το Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Η Ευρωπαϊκή agenda για την μετανάστευση που παρουσιάστηκε τον Μάιο του 2015 αποτέλεσε την πρώτη άμεση απάντηση της Ένωσης στο δράμα των χιλιάδων μεταναστών που με κίνδυνο της ζωής τους επιχειρούν να διασχίσουν τη Μεσόγειο, εισάγοντας για πρώτη φορά έννοιες όπως αυτή της εσωτερικής μετεγκατάστασης (relocation) και της μετεγκατάστασης (settlement). Πρόσφατα μάλιστα κατέθεσε πρόταση για την αναθεώρηση του Κανονισμού του Δουβλίνου και τη μετάβαση σε νέο σύστημα κατανομής αιτούντων άσυλο μόνιμου χαρακτήρα, βασισμένο σε κριτήρια όπως είναι το μέγεθος, ο πλούτος και η ικανότητα απορρόφησης του κάθε κράτους-μέλους, την ενδυνάμωση του συστήματος Eurodac, όπως επίσης τη μετεξέλιξη του EASO σε «Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Ασύλου» με ενισχυμένες αρμοδιότητες και της FRONTEX σε μια ευρωπαϊκή ακτοφυλακή-συνοριοφυλακή. Το ερώτημα πλέον που μένει να απαντηθεί είναι εάν τα κράτη της Ένωσης θέλουν και μπορούν να ακολουθήσουν. Οψόμεθα.
Πείτε μας λίγα λόγια για την θέση σας στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή,. Με τί ασχολείστε, αυτήν την περίοδο; Και πώς αντιμετωπίζουν το ζήτημα της Ελλάδας οι ξένοι τεχνοκράτες; Υπάρχουν ρεαλιστικές προτάσεις “on the table”;
Συμμετέχω ως Ειδικός Εμπειρογνώμων στη σύνταξη μιας γνωμοδότησης με αντικείμενο τη συνεργασία με τρίτες χώρες στον τομέα της προώθησης της νόμιμης μετανάστευσης στην ΕΕ, η οποία γνωμοδότηση θα υποβληθεί στη συνέχεια στα αρμόδια όργανα της Ε.Ε. Πρόκειται για ένα φιλόδοξο σχέδιο δράσης για την ενίσχυση της συνεργασίας με τρίτες χώρες, την προσέλκυση μεταναστών υψηλής ειδίκευσης, καθώς και τη στήριξη των κρατών μελών όσον αφορά την ένταξη και την αξιοποίηση υπηκόων τρίτων χωρών, ώστε αυτοί να συμβάλλουν στην οικονομική και κοινωνική ανάπτυξη της ΕΕ. Τώρα σε ότι με ρωτάται για τη στάση των ευρωπαίων έναντι της Ελλάδος αυτό που εισπράττω είναι αφενός η κατανόηση ότι το πρόβλημα ξεπερνά απλώς και μόνο μια χώρα, αφετέρου όμως και τη δυσπιστία κατά πόσο η χώρα μας ελέγχει τα σύνορά της άρα και σύνορα της Ε.Ε., όπως επίσης και κατά πόσο ακολουθούνται οι διεθνείς και ευρωπαϊκοί κανόνες σε ότι αφορά τις συνθήκες κράτησης και τη διαδικασία εξέτασης των αιτημάτων ασύλου. Ειδικά για το ζήτημα της καταγραφής μην ξεχνάτε ότι το κρίσιμο διάστημα Σεπτεμβρίου – Νοεμβρίου 2015, σύμφωνα με τα στοιχεία της Κομισιόν, η καταγραφή των εισερχομένων στην Ελλάδα ήταν μόλις στο 8%.
Ο Ευρωπαίος Επίτροπος καθ’ ύλην αρμόδιος για τα ζητήματα της Μετανάστευσης και Ιθαγένειας, Δ.Αβραμόπουλος, προανήγγειλε νωρίτερα μέσα στο καλοκαίρι την βελτίωση της ασφάλειας των εξωτερικών συνόρων των χωρών μελών της ΕΕ, με μία αναβάθμιση του FRONTEX και ίσως συνεπικουρία του με μία Ευρωπαϊκή Ακτοφυλακή-Συνοριοφυλακή. Θεωρείτε ότι είναι ένα θετικό βήμα για την πρόληψη και καταστολή της παράνομης μετανάστευσης προς τις ευρωπαϊκές χώρες και δη την Ελλάδα σαν χώρα υποδοχής αυτών;
Η μαζική εισροή προσφύγων από τη Συρία κατέληξε στην κατάρρευση του ευρωπαϊκού εξωτερικού συνόρου, αναδεικνύοντας ταυτόχρονα τα όρια και τις ανεπάρκειες της εξωτερικής πολιτικής και πολιτικής ασφαλείας της Ευρώπης, αλλά και των αντίστοιχων εθνικών πολιτικών των κρατών – μελών της Ε.Ε. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, η Ε.Ε. αναγνωρίζοντας, έστω και με καθυστέρηση, το προφανές, ότι δηλαδή οι κοινές προκλήσεις απαιτούν κοινές απαντήσεις, αποφάσισε να προχωρήσει στη δημιουργία Ευρωπαϊκής Συνοριοφυλακής και Ακτοφυλακής (European Border Coast Guard – EBCG). Δεν υπάρχει, λοιπόν, αμφιβολία ότι η εν λόγω απόφαση έχει ιδιαίτερη συμβολική και νομική διάσταση, καθώς αφενός αναγνωρίζεται ότι η ασφάλεια των κοινών ευρωπαϊκών εξωτερικών συνόρων αποτελεί κοινή ευθύνη μεταξύ όλων των κρατών-μελών της Ε.Ε., αφετέρου επαναβεβαιώνεται ο ευρωπαϊκός χαρακτήρας διαχείρισης των κρίσεων, μετά την υποβάθμιση των ευρωπαϊκών επιχειρησιακών μέσων και εργαλείων με την ανάθεση της φύλαξης των εξωτερικών θαλασσίων συνόρων στο ΝΑΤΟ. Η πρόσφατη απόφαση για τη δημιουργία Ευρωπαϊκής Συνοριοφυλακής και Ακτοφυλακής δείχνει ότι κάτι κινείται, και μάλιστα, καταρχήν, σε σωστή κατεύθυνση. Μένει να αποδειχτεί.
“Μίνι Σύνοδος για το Προσφυγικό στην Βιέννη”: Μπορούμε να πούμε ότι τα αιτήματα της ελληνικής πλευράς θα βρούνε αποδέκτες και υποστηρικτές αυτήν την φορά ή η πολιτική των χωρών του Βίνσεγκραντ θα κυριαρχήσει για μία ακόμη φορά;
Δυστυχώς οι ηγέτες της Ευρώπης δεν έφεραν στο προσκήνιο τις αδυναμίες του ευρωπαϊκού συστήματος ασύλου, ούτε την ευθραυστότητα της ελεύθερης κυκλοφορίας εντός της ΕΕ. Αντίθετα, προσπάθησαν απλώς να τονώσουν την εμπιστοσύνη μεταξύ τους που καταρρέει. Δεν ανέδειξαν μια πολιτική που να επικεντρώνεται στην εξεύρεση κατάλληλης εξωτερικής πολιτικής δίνοντας απαντήσεις στις αιτίες της κρίσης, ούτε φάνηκε να εξασκείται μια πιο αυστηρή στάση απέναντι στην Τουρκία και τις δεσμεύσεις της από την συμφωνία για το προσφυγικό. Θα πρέπει να είμαστε προετοιμασμένοι, και αυτό αφορά άμεσα την Ελλάδα, να δούμε τις χώρες της ανατολικής Ευρώπης να επιμένουν ακόμα περισσότερο στη θέση τους ότι πρέπει να απομονωθεί η Ελλάδα μέσω του «σφραγίσματος» των βορείων συνόρων με την πΓΔΜ και τη Βουλγαρία, τις ισχυρές ευρωπαϊκές ηγεσίες να βάζουν σε δεύτερο πλάνο το προσφυγικό και πάντως εξαιρετικά απρόθυμες να παράσχουν κάτι άλλο εκτός από τη γνωστή τεχνική και οικονομική βοήθεια, μια στάση που μπορεί να συμπυκνωθεί σε μία φράση «εσείς το αντιμετωπίζετε, εμείς βοηθάμε».
Τέλος, θα ήθελα την δική σας τοποθέτηση στο ερώτημα που, κατά την γνώμη μου, θα έπρεπε να ήταν στο επίκεντρο της δημόσιας συζήτησης όσον αφορά το Μεταναστευτικό: “Πολιτική Ανοιχτών ή Κλειστών συνόρων για την Ελλάδα του 2016-17;”
Μια πολιτική κλειστών συνόρων, όπως λέγεται, είναι αντίθετη προς τους διεθνείς και ευρωπαϊκούς κανόνες. Με άλλα λόγια καμία χώρα δεν δικαιούται να κλείνει τα σύνορά της, και αν αποφασίζει να το πράξει παραβιάζει σαφώς το διεθνές και ευρωπαϊκό δίκαιο. Αυτό, ωστόσο, δεν σημαίνει ότι δεν δικαιούται να προστατεύει τα σύνορά της και να ελέγχει τους εισερχόμενους στο έδαφος της. Επομένως η απάντηση μου θα ήταν έλεγχος των συνόρων με παράλληλο σεβασμό της αρχή της μη επαναπροώθησης (non-refoulement), η οποία υπαγορεύει την υποχρέωση μη απώθησης των εισερχομένων πληθυσμών και συνακόλουθα το αναγνωρισμένο δικαίωμα κατάθεσης αιτήματος ασύλου, με ασφάλεια, μέσα από μια δίκαιη διαδικασία, ενώπιον των εθνικών αρχών που έχουν την αρμοδιότητα εξέτασης του αιτήματος για διεθνή προστασία.