Αν παραλείπετε τακτικά ώρες από τον ύπνο σας για να… προλάβετε να δουλέψετε περισσότερο, καλό θα ήταν να έχετε υπόψη σας ότι με αυτόν τον τρόπο μάλλον χειροτερεύετε τις εργασιακές επιδόσεις σας μακροπρόθεσμα.
Επιπλέον, αν κοιμάστε περισσότερες ώρες από αυτές που συνιστούν οι ειδικοί, μπορεί να αυξάνετε τις πιθανότητες να καταλήξετε με… αναρρωτική άδεια.
Αυτά τουλάχιστον υποστηρίζει μια έρευνα, που εξέτασε τη σχέση μεταξύ ύπνου και απουσιών από την εργασία.
Η έρευνα δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Sleep και είναι η πρώτη που μελέτησε τον ύπνο στο πλαίσιο της ανικανότητας προς εργασία. Συμμετείχαν 3.760 γυναίκες και άντρες από τη Φινλανδία.
«Παρά τους γνωστούς συνδέσμους μεταξύ διάρκειας ύπνου και κατάστασης υγείας, η ανικανότητα προς εργασία δεν είχε μελετηθεί αρκετά. Αυτή ήταν η πρώτη έρευνα που εστίασε στη σχέση μεταξύ διάρκειας ύπνου και των μετέπειτα ιατρικά βεβαιωμένων απουσιών από την εργασία λόγω ασθένειας, ως ενδείξεις ανικανότητας προς εργασία» εξήγησε η επικεφαλής ερευνήτρια Tea Lallukka από το ινστιτούτο Finnish Institute of Occupational Health.
«Η σχέση αυτή παρέμενε ακόμη και αφότου λήφθηκαν υπόψη παράγοντες όπως η κατάσταση της υγείας και άλλοι παράγοντες-“κλειδιά”, οι οποίοι θεωρείται ότι επηρεάζουν τη σχέση μεταξύ ύπνου και απουσιών από την εργασία λόγω ασθένειας» πρόσθεσε η ίδια.
Είναι γνωστό εδώ και καιρό, ότι τόσο ο πολύς όσο και ο λίγος ύπνος έχει αρνητικές συνέπειες στην υγεία και τη θνησιμότητα, τόνισε ακόμη η ερευνήτρια.
Η ίδια, αφού μελέτησε τα δεδομένα που συγκέντρωσε διαπίστωσε ότι οι εργαζόμενοι που ανέφεραν ότι κοιμόντουσαν λιγότερο από πέντε ώρες ή περισσότερες από 10 ώρες την ημέρα, εμφάνιζαν περισσότερες πιθανότητες να πάρουν αναρρωτική άδεια (4,6 έως 8,9 μέρες παραπάνω) συγκριτικά με εκείνους που κοιμόντουσαν 7-8 ώρες την ημέρα.
Για τους άντρες, η βέλτιστη διάρκεια ύπνου για τις λιγότερες ημέρες αναρρωτικής άδειας ήταν οι 7,8 ώρες, ενώ για τις γυναίκες οι 7,6 ώρες.
Προηγούμενες μελέτες έχουν συνδέσει τον καλό ύπνο με βελτιωμένη λειτουργία μνήμης, υγιές σωματικό βάρος και μειωμένα επίπεδα στρες. Αντίθετα, η έλλειψη ύπνου έχει συνδεθεί με υψηλότερα ποσοστά παχυσαρκίας, διαβήτη, ακόμη και συρρικνωμένου εγκεφάλου.
Επιπλέον, υπάρχουν στοιχεία που δείχνουν ότι και ο πολύς ύπνος κάνει κακό. Σύμφωνα με μια έρευνα του 2013 από το Κέντρο Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων στις ΗΠΑ, οι πολλές ώρες ύπνου (πάνω από 10 ώρες την ημέρα σε ανθρώπους 45 ετών και άνω) συνδέονται με παχυσαρκία, ψυχικές διαταραχές, εγκεφαλικό, διαβήτη και καρδιακές παθήσεις.