Γράφει ο Γιάννης Κουτρουμπής
Follow @j_koutroubis
Πρόσφατα ο Οργανισμός Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης δημοσίευσε μία μελέτη για την ελληνική οικονομία, σύμφωνα με τα αποτελέσματα της οποίας η Ελλάδα θα εμφανίσει ανάπτυξη 1,9% μέσα στο 2017. Στην ίδια έκθεση προβλέπεται και μία μικρή μείωση της ανεργίας.
Αναλυτικότερα, η ανεργία αναμένεται να υποχωρήσει από το 25% πέρσι σε 24,7% φέτος και να περιοριστεί στο 23,8% το 2017. Όσον αφορά στον πληθωρισμό, αναμένεται να κινηθεί εφέτος και το 2017 σε θετικό έδαφος (0,5% κάθε χρονιά) από – 1,1% πέρσι.
Το δημόσιο χρέος εκτιμάται ότι θα διαμορφωθεί φέτος στο 191,6% του ΑΕΠ ενώ το 2017 στα 187,1% του ΑΕΠ. «Το ρεύμα μπορεί να αλλάζει για την Ελλάδα», σημείωσε ο κ. Γκουρία σε γραπτή δήλωσή του, και έκανε λόγο για πέντε σημάδια αντοχής της οικονομίας.
• Πρώτον, η ύφεση το 2015 ήταν μικρότερη του αναμενόμενου. Το πραγματικό ΑΕΠ μειώθηκε κατά 0,3% μόνο, με τη βοήθεια μίας ακόμη περιόδου – ρεκόρ για τον τουρισμό, με τους τουρίστες που ήλθαν στην Ελλάδα να φθάνουν σχεδόν τα 24 εκατομμύρια, μεταξύ των οποίων ήμουν εγώ και η σύζυγός μου.
• Δεύτερον, παρά το ότι αναμένουμε μηδενική ανάπτυξη το 2016 (-0,1%), κάτι που οφείλεται κυρίως στις επιπτώσεις από το περασμένο έτος , η ανάπτυξη προβλέπεται να συνεχίσει να αποκτά δυναμική το 2017, με έναν ρυθμό σχεδόν 2%.
• Τρίτον, η αγορά εργασίας δείχνει τώρα ενδείξεις σταδιακής βελτίωσης, με τα επίπεδα ανεργίας να υποχωρούν από τα υψηλά του 2013. Η Ελλάδα έχει ακόμη την υψηλότερη ανεργία στην ΕΕ (στο 24,6%), αλλά το επίπεδό της είναι το χαμηλότερο από τον Μάιο του 2012.
• Τέταρτον, η επιτυχής ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών, η σταδιακή άρση των ελέγχων στην κίνηση κεφαλαίων και οι μεταρρυθμίσεις για την αντιμετώπιση του υψηλού ποσοστού των μη εξυπηρετούμενων δανείων έχουν, επίσης, βοηθήσει να σταθεροποιήσουν το τραπεζικό σύστημα και θα ενισχύσουν την αποκατάσταση τη εμπιστοσύνης και των πιστώσεων».
Ο κ. Γκουρία τόνισε ότι η Ελλάδα πρέπει να λάβει σημαντική βοήθεια για να αντιμετωπίσει τη νέα πρόκληση της προσφυγικής κρίσης, η οποία θέτει μεγάλα προβλήματα για την ελληνική οικονομία και την ανάκαμψή της.
Η ίδια έκθεση αναφέρεται και στις οικονομικές επιπτώσεις του προσφυγικού, που υπολογίζεται ότι θα κοστίσει στην Ελλάδα περί τα 600 εκατομμύρια ευρώ. Προσθέτει δε ότι η προσφυγική κρίση μπορεί να δημιουργήσει μεγάλα προβλήματα στην ελληνική οικονομία, ιδιαίτερα σε περίπτωση που η συμβολή της Ευρωπαϊκής Ένωσης αποδειχτεί ανεπαρκής.
Οι μεταρρυθμίσεις έχουν ήδη αρχίσει να αποφέρουν καρπούς και πλέον θεωρείται αναγκαία η βελτίωση της εφαρμογής, η ενίσχυση της εθνικής «κυριότητας» των μεταρρυθμίσεων και η επικέντρωση των προσπαθειών τόσο στην κοινωνική ευημερία όσο και στην ανταγωνιστικότητα. Ο ΟΟΣΑ θα συνεχίσει να στέκεται στο πλευρό της ελληνικής κυβέρνησης για την παροχή τεχνογνωσίας και στήριξης, ώστε να βοηθήσει την Ελλάδα να προωθήσει μια πιο βιώσιμη και χωρίς αποκλεισμούς ανάπτυξη».
Η έρευνα τονίζει ότι το στοχοθετημένο πρόγραμμα ελαχίστου εγγυημένου εισοδήματος για τα φτωχά νοικοκυριά αναμένεται να εφαρμοστεί πλήρως το 2017 αλλά υπογραμμίζει ότι απαιτούνται στοχευμένες δράσεις για την αντιμετώπιση των αυξανόμενων ποσοστών παιδικής φτώχειας.
Ανάμεσα στις συστάσεις του, ο ΟΟΣΑ προτείνει τη θέσπιση ενός επιδοτούμενου προγράμματος σχολικών γευμάτων στις φτωχές περιφέρειες. Μεσοπρόθεσμος στόχος πρέπει να είναι η δημιουργία ενός προγράμματος κοινωνικής στέγασης, αλλά εν τω μεταξύ είναι αναγκαία η καλά στοχευμένη στήριξη για την αντιμετώπιση του προβλήματος της έλλειψης στέγης και του υψηλού κόστους στέγασης.
Η χρηματοδότηση τέτοιων κοινωνικών προγραμμάτων θα αντιστοιχεί περίπου στο 1,5% του ΑΕΠ. Θα χρειαστεί η ανακατανομή πόρων που έχουν εξοικονομηθεί σε άλλους τομείς, π.χ. συντάξεις, αμυντικέ δαπάνες ή βελτιωμένη είσπραξη φόρων, σύμφωνα με την Έρευνα. Η μεταρρύθμιση των συντάξεων θα πρέπει να επικεντρωθεί στην καλύτερη ευθυγράμμιση των εισφορών και των παροχών, στον περιορισμό των ειδικών καθεστώτων και στην ανακούφιση των ασθενέστερων.
Την ίδια ώρα τονίζεται ότι η αύξηση των επενδύσεων στις υποδομές και στην εφοδιαστική θα στηρίξει τις εξαγωγές, που θεωρούνται αναγκαίες για μια σταθερή ανάκαμψη.
Η περαιτέρω απελευθέρωση των βιομηχανιών δικτύου θα τονώσει επίσης τόσο την ποιότητα όσο και την ποσότητα των επενδύσεων. Οι πόροι από τα Διαρθρωτικά Ταμεία της ΕΕ θα πρέπει να χρησιμοποιηθούν πιο αποτελεσματικά για την ενίσχυση των επενδύσεων στην παιδεία, την έρευνα και την καινοτομία, καθώς επίσης στις τεχνολογίες της πληροφορίας και των επικοινωνιών, ώστε να συμβάλει στη βελτίωση των δεξιοτήτων.
Εν κατακλείδι, η έκθεση αυτή περιγράφει πως με το νέο πρόγραμμα η Ελλάδα αναμένεται να εμφανίσει θετικό πρόσημο ανάπτυξης το 2017. Βέβαια για να γίνει αυτό και για να μπορέσουν και οι πολίτες να βοηθηθούν από αυτές τις θετικές οικονομικές εξελίξεις θα πρέπει να ληφθούν μέτρα για την ανακούφιση των πολιτών και για να μπορέσει να διατηρηθεί ο θετικός ρυθμός ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας.