Γράφει ο Δημήτρης Κατσαρός
Ακούμε σήμερα από το πρωί γκρίνια και δριμείς χαρακτηρισμούς για τον γερμανό υπουργό οικονομικών Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, μετά τις σκληρές δηλώσεις του εναντίων του Γιάνη Βαρουφάκη.
Μίλησε για ανάκληση της συμφωνίας της δανειακής σύμβασης σε περίπτωση «μη τήρησης των δεσμεύσεων της χώρας». Αφορμή ήταν οι δηλώσεις του Γιάνη Βαρουφάκη σε συνέντευξή του στο Νίκο Χατζηνικολάου, όπου επανέφερε το ζήτημα της διαγραφής του χρέους, είτε ως απομείωση, είτε ως αναδιάρθρωση – άλλωστε όπως ο ίδιος σημείωσε, «αυτά είναι παιχνίδια με τις λέξεις».
Έτσι λίγο μετά ήρθαν οι διαρροές από ανώνυμους Γερμανούς βουλευτές οι οποίοι σημείωναν ότι ο Σόιμπλε πιστεύει ότι ο Γιάνης Βαρουφάκης «θέτει σε δοκιμασία την αλληλεγγύη των ευρωπαίων εταίρων με συνεντεύξεις στις οποίες επαναφέρει τη συζήτηση για ένα κούρεμα του ελληνικού χρέους και εκφράζει αμφιβολίες για την ικανότητα της χώρας να αποπληρώσει τα διεθνή της χρέη» και ότι αυτά ήταν τα λόγια του στη συνάντηση με τους συντηρητικούς βουλευτές του γερμανικού κυβερνητικού συνασπισμού, σύμφωνα με τον ΣΚΑΙ.
Η απάντηση στην κριτική ενάντια στο Σόιμπλε για σκληρότητα είναι απλή. Και τι θέλαμε να κάνει; Έχουμε συνειδητοποιήσει ότι ο πιο σκληρός εταίρος μας, που τυχαίνει να είναι και μέλος της συντηρητικής γερμανικής κυβέρνησης βλέπει μαζί με τη Μέρκελ να έχουν αρχικές διαρροές συντηρητικών βουλευτών που φτάνουν στα 60 άτομα, βλέπουν διαρκώς ροή ψηφοφόρων τους προς το ευρωφοβικό κόμμα «Εναλλακτική για τη Γερμανία» και επίσης φοβούνται ότι σε λίγο θα πρέπει να πείσουν όλους τους παραπάνω και για παραχώρηση τρίτου πακέτου για την Ελλάδα, που μπορεί να φτάνει και τα 20 δις;
Δηλαδή, τι περιμέναμε από τους Γερμανούς; Ήδη φαίνεται πως έχουν πιεστεί αρκετά από την πορεία της διαπραγμάτευσης σε συνδυασμό βέβαια και με την πλήρη αποτυχία των πολιτικών που ως τώρα υποστήριξαν για την Ελλάδα.
Από την άλλη βέβαια βλέπουμε κατά αντιστοιχία μικρές διαρροές και στο στρατόπεδο της ελληνικής κυβέρνησης, για τον ακριβώς αντίστροφο λόγο. Και οι δύο κυβερνήσεις αρχίζουν να πιέζονται από το εσωτερικό τους για την συμβιβαστική σχέση που προσπαθούν να δημιουργήσουν μεταξύ τους. Και προφανώς αν οι αντιδράσεις ενταθούν περισσότερο, το «πείσμα συ, πείσμα γω» θα μας οδηγήσει σε πολύ αφιλόξενο διαπραγματευτικό πλαίσιο.