Γράφει ο Δημήτρης Κατσαρός
Είναι προφανές εδώ και δύο εβδομάδες ότι οι αντιεξουσιαστές έχουν ρίξει το γάντι στην κυβέρνηση. Μετά από μία πορεία την οποία διάφοροι από τον «χώρο» χαρακτήριζαν ως «τελείως ψόφια» λίγο μετά τις εκλογές, πολλοί είχαν αρχίσει να πιστεύουν ότι με το διαφορετικό πρόσωπο αστυνόμευσης που ήθελε ο ΣΥΡΙΖΑ να εμφανίσει θα εξαλείφονταν περιστατικά έκρυθμων καταστάσεων στους δρόμους και της αντίστοιχης καταστολής. Μάλιστα έφθαναν πολλοί στο σημείο θα θεωρούν ότι σταδιακά ο αντιεξουσιαστικός χώρος θα αποδυναμωθεί, μπροστά στην έλλειψη κάποιου ενεργού μετώπου με τις αρχές καταστολής.
Δεν αμφιβάλει κανείς ότι αυτή ήταν και η λογική του αρμόδιου υπουργείου. Όμως η παραπάνω άποψη υποτιμούσε πολύ τη νοημοσύνη ανθρώπων του αντιεξουσιαστικού χώρου, οι οποίοι έβαλλαν μπροστά τα πάγια αιτήματά τους, για αποφυλάκιση του Σάββα Ξηρού, κατάργηση των φυλακών τύπου Γ και κλείσιμο των κέντρων κράτησης μεταναστών και ξεκίνησαν να επιδίδονται σε εντατική «εξεγερσιακή γυμναστική».
Η πολιτική ανάλυση της συγκυρίας από πλευράς τους είναι προφανής. Να καταδείξουν μέσα από τις κινήσεις τους ότι ο ΣΥΡΙΖΑ έχει απολέσει εντελώς το ριζοσπαστικό του χαρακτήρα και ότι ως ένα ακόμη κόμμα της σοσιαλδημοκρατίας θα λειτουργήσει «υπέρ της έννομης τάξης» και θα προχωρήσει σε βίαιη καταστολή. Πάνω ακριβώς σε αυτή τη λογική κάποια αρμόδια κυβερνητικά στελέχη, επιμένουν να μην τους κάνουν τη χάρη και κρατούν υπερβολικά μετριοπαθή στάση, εμποδίζοντας την αστυνομία να ενεργήσει σύμφωνα με τις εισαγγελικές επιταγές και ωθώντας τον κ. Πανούση ίσως και στην παραίτηση.
Φαίνεται όμως πως στην κυβέρνηση έχουν αφήσει την αντιπαράθεση να γίνεται με όρους της δεξιάς και όχι εκείνους που η αριστερά θα είχε να προτείνει. Ο λόγος για μια διάκριση εξόχως σημαντική, που σχεδόν κανείς δεν αναδεικνύει. Στο παρελθόν, ο ΣΥΡΙΖΑ θα στήριζε πολιτικά καταλήψεις σε πανεπιστήμια, όχι μόνο απλώς επειδή βρισκόταν στην αντιπολίτευση, όπως π.χ. έκανε το ΠΑΣΟΚ. Αλλά επειδή στη λογική της αριστεράς, όταν το σώμα ενός φοιτητικού συλλόγου ή εργατικού σωματείου, αποφασίσει δημοκρατικά μια κινητοποίηση με δίκαια αιτήματα, τότε αυτή η κινητοποίηση είναι νομιμοποιημένη πολιτικά ακόμη και αν παραβιάζει νόμους του αστικού κράτους.
Όμως τώρα πρόκειται για καταλήψεις εξωσχολικών ομάδων τις οποίες συνέχει μόνο κάποιο κοινό ιδεολογικό πλαίσιο και οι οποίες χρησιμοποιούν το χώρο των πανεπιστημίων ή και άλλους χώρους όπως το ρ/σ στο κόκκινο ή τα γραφεία του ΣΥΡΙΖΑ ως πεδία εξωστρεφούς δράσης τους χωρίς άλλη νομιμοποίηση. Παρατηρείται δηλαδή η συμπεριφορά χαϊδεμένου παιδιού, όσο ο μπαμπάς παραμένει ανεκτικός.
Εκείνος που κράτησε μια πολύ συνεπή πολιτική στάση στο ζήτημα ήταν ο υπουργός παιδείας, Αριστείδης Μπαλτάς, ο οποίος προηγούμενα χρόνια στήριξε με την παρουσία και τον λόγο του, καταλήψεις και άλλες κινητοποιήσεις των φοιτητών του, ενώ πρόσφατα στήριξε τον κ. Πανούση και την περιβόητη επιστολή σχετικά με την «Αριστερά του τίποτα» λέγοντας πως ο δεύτερος δεν λέει τίποτα διαφορετικό από εκείνα που επιτάσσει το σύνταγμα.
Το βέβαιο είναι πως δεδομένου και ότι οι καταλήψεις στη Θεσσαλονίκη, λήγουν, η κυβέρνηση θα κρατήσει μετριοπαθές προφίλ. Όμως πολύ σύντομα ο αντιεξουσιαστικός χώρος θα ξαναρίξει το γάντι, όσο μάλιστα παρατηρεί ότι τα αιτήματά του που ήταν και προθέσεις του ΣΥΡΙΖΑ καθυστερούν να υλοποιηθούν. Και τότε το γάντι θα είναι πολύ πιο βαρύ. Θα πρόκειται για τη στιγμή που η κυβέρνηση δεν θα μπορεί να μην το σηκώσει και να πράξει αναλόγως. Μέχρι τότε όμως το μέτωπο Σαμαρά δεν θα σταματήσει να προσπαθεί να γυρίσει την ατζέντα προς αυτά τα ζητήματα για να ξανακερδίσει χαμένο έδαφος.