Η ΕΕ διακηρύττει ότι έμαθε από τα λάθη που έκανε στην Ελλάδα, εκδίδει γνωματεύσεις, δηλώνει υποστήριξη, όμως όταν έρχεται η «ώρα της κρίσης», η Ελλάδα για ακόμα μια φορά νιώθει -αδικαιολόγητα αυτή τη φορά- την πίεση των εταίρων της.
Στο χθεσινό Eurogroup έγιναν πολλά. Όπως είπε τόσο ο απερχόμενος πλέον πρόεδρος του Eurogroup Μάριο Σεντένο όσο και ο αρμόδιος επίτροπος επί των οικονομικών Πάολο Τζεντιλόνι στη συνέντευξη Τύπου που ακολούθησε της συνεδρίασης, η Ευρωζώνη βρίσκεται σε μία «βαθιά, βαθιά ύφεση», με ραγδαία πτώση των δεικτών από τη δεκαετία του ’90, όταν για πρώτη φορά δημοσίευσε στατιστικά η Eurostat.
Παρά την πρωτοφανή κρίση που φέρνει η Covid-19, το μέγεθος αλλά και τις αβεβαιότητες της ύφεσης, η απόφαση για την αποδέσμευση των κερδών από τα προγράμματα ομολόγων, ύψους 748 εκατομμυρίων ευρώ, δεν ήταν εύκολη υπόθεση.
Το πράσινο φως βασίστηκε τελικά σε «πολιτική απόφαση», σύμφωνα με πηγές του Eurogroup που μίλησαν στο Euro2day.gr. Τεχνικά είναι ορθό να είναι πολιτική η απόφαση, καθώς η χώρα μας δεν πληρούσε τα κριτήρια για την εκταμίευση. Όμως, κάποιοι υπουργοί θέλησαν το ανακοινωθέν του Eurogroup να περιέχει όλες τις δεσμεύσεις που καλείται η Ελλάδα να εκπληρώσει. Μάλιστα όλες οι προηγούμενες δηλώσεις ότι τα χρήματα μπορούν να πάνε σε επενδύσεις (το έχει ήδη εγκρίνει το Eurogroup πριν μερικούς μήνες) πήγαν περίπατο. Αντιθέτως, υπάρχει πλέον η δέσμευση της χώρας μας τα χρήματα να διατεθούν για την αποπληρωμή του χρέους. Μαζί με αυτό, επιπλέον δεσμεύσεις αναγράφονται ξεκάθαρα στο κοινό ανακοινωθέν του Eurogroup για την Ελλάδα, η οποία καλείται να τις υλοποιήσει τάχιστα.
Οι δεσμεύσεις, που ακολουθούν των ευσήμων για τη γρήγορη αντίδραση της Αθήνας στην αντιμετώπιση του κορωνοϊού, είναι οι εξής:
Να περάσει ο νέος Πτωχευτικός Νόμος.
Να προχωρήσει η κατάργηση του ισχύοντος συστήματος προστασίας της πρώτης κατοικίας από το τέλος Ιουλίου 2020. Με τη σημείωση μάλιστα ότι θα πρέπει να διασφαλιστεί η κατάλληλη επιβολή όλων των εξασφαλίσεων (collaterals). Συνεπώς δεν αφήνονται περιθώρια για παραθυράκια.
Να προχωρήσουν οι μεταρρυθμίσεις που καθυστερούν και για τις οποίες έχει δεσμευθεί η Αθήνα, συμπεριλαμβανομένης της ενίσχυσης της φορολογικής διοίκησης (να εισπράττονται οι φόροι).
Να προωθηθούν οι δημόσιες επενδύσεις.
Να προχωρήσει η τραπεζική εξυγίανση με έμφαση στα κόκκινα δάνεια, που παραμένει ένα μεγάλο «αγκάθι».
Να βελτιωθεί το επιχειρηματικό περιβάλλον.
Να προχωρήσει η Αθήνα αποφασιστικά στην εφαρμογή του σχεδίου πληρωμής ληξιπρόθεσμων οφειλών του δημοσίου.
Το ανακοινωθέν μάλιστα ξεκαθαρίζει ότι με βάση τους πιο πάνω όρους (against this background), καλωσορίζεται η έκθεση των θεσμών και η εκταμίευση των 748 εκατομμυρίων. Συνεπώς η ελληνική πλευρά ξαναδεσμεύθηκε σε αυτά που ήδη έχει δεσμευθεί και για τα οποία υπήρχαν υπόνοιες ότι μπορεί να μπουν στο πλάι για λίγο καιρό, μέχρι να περάσει το μεγάλο μέρος της κρίσης της Covid-19.
Η στάση του Eurogroup δείχνει για ακόμα μια φορά ότι την τελική απόφαση έχουν οι ισχυροί υπουργοί Οικονομικών. Όχι οι θεσμοί, ούτε η Κομισιόν. Μάλιστα η Ελλάδα, σύμφωνα με το ανακοινωθέν, «καλείται να προχωρήσει αποφασιστικά» στις πιο πάνω μεταρρυθμίσεις.
Τα ερωτήματα που προκύπτουν
Σίγουρα το ανακοινωθέν θα μπορούσε να είναι πιο βατό και σε ύφος που να παραπέμπει στην πρωτοφανή κρίση που βιώνουμε. Και οι δεσμεύσεις να παραμείνουν εντός της συζήτησης. Εξάλλου, από το Φόρουμ των Δελφών λέχθηκε από κοινοτικά στελέχη ότι η Ελλάδα και ο τουρισμός της θα πληγούν πολύ το 2020. Από όλα αυτά, προκύπτουν 4 μεγάλα ερωτήματα:
Οι υπολογισμοί της Κομισιόν του Μαΐου, για επιστροφή στην ανάπτυξη το 2021, πόσο στέρεοι είναι όταν τόσο η Επιτροπή όσο και η ΕΚΤ πίσω από τις κλειστές πόρτες παραδέχονται ότι «ακόμα δεν ξέρουμε τίποτα» ως προς τις επιπτώσεις της Covid-19;
Πότε θα πρέπει η Ελλάδα να ολοκληρώσει τις «επιταγές» του Eurogroup;
Πώς είναι δυνατόν να πρέπει η Ελλάδα να επιταχύνει μια σειρά από μεταρρυθμίσεις που εκκρεμούν μόλις τρεις μήνες, τη στιγμή που υποτίθεται η ΕΕ «κλείνει το μάτι για δημοσιονομική ευελιξία και χαμηλότερα πλεονάσματα και το 2021; Αυτό βέβαια διαρρέεται από συγκεκριμένους κύκλους, καθώς το Euro2day.gr έχει εγκαίρως προειδοποιήσει ότι οι Βόρειες χώρες θέλουν την κατάργηση της «γενικής ρήτρας διαφυγής». Ναι μεν οι αλλαγές θα ισχύσουν για όλες τις χώρες, όμως ποιες θα επηρεαστούν περισσότερο από την κατάργηση της ρήτρας;
Ποια ήταν η στάση της Ελλάδας στο Eurogroup και ποια είναι στην πράξη η αλληλεγγύη που δείχνουν οι εταίροι μας προς την Αθήνα, πέραν των ευχολογίων και των δηλώσεων;
Θα είναι πολύ ενδιαφέρουσα η 7η αξιολόγηση των θεσμών που θα πραγματοποιηθεί τον Σεπτέμβριο, όπου τότε θα υπάρχει και σαφής εικόνα από την τουριστική κίνηση Ιουλίου-Αυγούστου. Οι πηγές από το Eurogroup, σε σχετικές και επίμονες ερωτήσεις του Euro2day.gr για τα πεπραγμένα της χθεσινής συνεδρίασης, «έδειξαν» και την έκθεση του ESM που δημοσιεύθηκε χθες και που αναδεικνύει, όπως ισχυρίζονται, καθυστερήσεις πριν από την κρίση του κορωνοϊού.
Η έκθεση του ESM για το 2019 λέει ότι θα πρέπει να επιταχυνθούν οι μεταρρυθμίσεις στον χρηματοπιστωτικό τομέα και ότι οι ληξιπρόθεσμες οφειλές έφτασαν στο τέλος του 2019 το 1,22 δισεκατομμύριο ευρώ. Σύμφωνα με τον ESM, για να σταματήσει να δημιουργεί νέες ληξιπρόθεσμες οφειλές, η Ελλάδα πρέπει να προχωρήσει σε περαιτέρω εξορθολογισμό του συστήματος διαχείρισης των δημόσιων οικονομικών.
Σε αυτό που όλοι επιμένουν, είναι για ακόμα μια φορά ο τραπεζικός τομέας, η εξυγίανση του οποίου συνδέεται άμεσα με την πολυπόθητη έλευση ξένων επενδύσεων.
Πηγή: euro2day.gr