Γράφει ο Ναπολέων Λιναρδάτος
Τον Αύγουστο η βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ Ελένη Αυλωνίτου, προσπαθώντας να δικαιολογήσει την αδυναμία του κόμματός της για ολοκληρωτικά καθεστώτα, δήλωσε: «Αν ήσουν με το καθεστώς, δεν σε πείραζαν ποτέ». Ακούγοντας αυτή τη δήλωση θυμήθηκα την πολιτική των ποσοστώσεων που εφάρμοζαν τα κομμουνιστικά καθεστώτα στη Ρωσία και την Κίνα.
Ανά διαστήματα ερχόταν η εντολή από τα κεντρικά, όπου ο υπεύθυνος κάθε τομέα έπρεπε να βρει ένα συγκεκριμένο ποσοστό αντεπαναστατών. Αν είχες, για παράδειγμα, 100 εργαζομένους υπό την εποπτεία σου και η εντολή σού έδινε μια ποσόστωση του 10%, έπρεπε οπωσδήποτε να βρεις 10 αντεπαναστάτες. Αν δεν τους «έβρισκες», δεν είχες παρά να προσθέσεις το δικό σου όνομα στη λίστα.
Δηλαδή κάποιος μπορούσε να εκτοπιστεί, να βασανιστεί ή και να εκτελεστεί μόνο και μόνο επειδή ένας ανώτερός του χρειάστηκε να συμπληρώσει μια λίστα με ονόματα. Κάτι σαν λοταρία ιδιαίτερα αρνητικών συνεπειών. Ισως το όνομα στη λίστα να βρέθηκε επειδή απλά ο προϊστάμενος σε αντιπαθούσε ή γιατί φαίνεται ότι αργούσες περισσότερο από κάθε άλλον στη δουλειά. Ή επειδή ο προϊστάμενος αποφάσισε να αποφύγει την ενοχή της συνειδητής επιλογής και το δάχτυλο έπεσε τυχαία πάνω στο όνομά σου.
Σκοπός βέβαια μέτρων όπως το παραπάνω δεν ήταν τίποτε περισσότερο από την καλλιέργεια φόβου. Ο φόβος ήταν το κυρίαρχο νομιμοποιητικό μέσο για τη διατήρηση στην εξουσία του κομμουνιστικού κόμματος. Ο τρόμος ότι πολύ εύκολα θα μπορούσες να κατηγορηθείς ως αντεπαναστάτης αυτομάτως σε οδηγούσε να προσπαθείς μανιωδώς να συμπεριφέρεσαι με έναν τρόπο που να μην επιτρέπει και την παραμικρή αμφιβολία για την αφοσίωση και πίστη σου στο σύστημα και στους λειτουργούς του.
Στη Ρωσία παρουσιάστηκε το εξής πρόβλημα: Σε ομιλίες του Στάλιν ή άλλων κομματικών αξιωματούχων κανείς δεν ήθελε να είναι ο πρώτος που σταματά να χειροκροτεί. Αν ήσουν ο πρώτος που σταματούσε το χειροκρότημα, υπήρχε ο υπαρκτός κίνδυνος στον υπαρκτό σοσιαλισμό να βρεθείς σε λίστα αντεπαναστατών. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα το χειροκρότημα να κρατάει επί μακρόν. Οι ηλικιωμένοι άρχιζαν να λιποθυμούν, οι εγκυμονούσες έτρεμαν και έχαναν την ισορροπία τους. Σύντομα το κομμουνιστικό κόμμα εφηύρε τη λύση. Ο ήχος από ένα κουδούνι ειδοποιούσε το ενθουσιώδες κοινό ότι μπορούσε πλέον να σταματήσει να χειροκροτά.
Ενα από τα μειονεκτήματα του κομμουνισμού είναι ότι ποτέ δεν εφηύρε ένα κουδούνι που να σταματά το χειροκρότημα της ελληνικής Αριστεράς. Εκατό χρόνια και 100.000.000 θύματα μετά, οι προοδευτικές δυνάμεις της Ελλάδας συνεχίζουν το χειροκρότημα. Χρήσιμοι ηλίθιοι εις το διηνεκές. Αλλά τουλάχιστον οι κόκκινοι δήμιοι είχαν καλές προθέσεις.