Τα δημοσκοπικά ευρήματα μπορεί τα τελευταία χρόνια να μην καταφέρνουν -για πολλούς λόγους που παρέλκει να εξεταστούν εδώ- να επιτύχουν με ακρίβεια τις προθέσεις των πολιτών στην πρόθεση ψήφου. Ταυτοχρόνως όμως, εφόσον εξεταστούν με προσοχή, τα ποιοτικά τους χαρακτηριστικά είναι αποκαλυπτικά για τις τάσεις που επικρατούν στην κοινωνία.
Τα στοιχεία που συγκέντρωσε η εταιρεία δημοσκοπήσεων καπαresearch και προέρχονται από τις έρευνες κοινής γνώμης που διεξήγαγε το 2017 είναι πράγματι αποκαλυπτικά των αλλαγών που έχουν συντελεστεί στην κοινωνία μας τα χρόνια των μνημονίων. Ταυτοχρόνως, όμως, αποκαλύπτουν μέσα και από τις αντιφάσεις των απαντήσεων τις όποιες δυσκολίες καλείται να αντιμετωπίσει ακόμη η Ελλάδα προκειμένου να βγει στο… ξέφωτο. Και αυτό τις περισσότερες φορές δεν έχει να κάνει με τα μνημόνια ή τα αντιμνημόνια.
Έχει να κάνει με τους θεσμούς και τις σοβαρές μεταρρυθμίσεις που ακόμη κανείς δεν έχει τολμήσει να κάνει. Είτε πρόκειται για πρωτοβουλίες που ξεκινούν από τις κυβερνήσεις είτε από τις διάφορες κοινωνικές – επαγγελματικές ομάδες.
Πλέον ενδεικτική του προβλήματος που έχει η χώρα είναι οι απαντήσεις στον πίνακα 3 όταν οι πολίτες καλούνται να «βαθμολογήσουν» φορείς και προσωπικότητες. Η χαμηλή αποδοχή που έχουν πολιτικοί και ΜΜΕ δείχνουν σε μεγάλο βαθμό τη ρίζα της δεισιδαιμονίας που ταλανίζει την Ελλάδα. Σε συνδυασμό με την χαμηλή εμπιστοσύνη στον τραπεζικό κλάδο, δημιουργείται ένα εκρηκτικό κοκτέιλ που εξηγεί σχεδόν με καθαρό τρόπο την πορεία της χώρας τα τελευταία χρόνια και τις πολιτικές επιλογές των πολιτών έως τώρα.
Μία από τις εντυπωσιακότερες αλλαγές που κατεγράφη το 2017 αφορούσε στην εμπιστοσύνη των πολιτών στο θεσμό των ιδιωτικών επιχειρήσεων (πίνακας 7) που έχει φτάσει στο εντυπωσιακό, για την Ελλάδα 43%. Αυτό που όμως είναι εξίσου εντυπωσιακό είναι η απόρριψη των παραδοσιακών ελλήνων επιχειρηματιών σε αντίθεση με την έννοια της επιχειρηματικότητας.
Τέλος, δύο στοιχεία που έχουν τη σημασία τους, τόσο μεσοπρόθεσμα όσο και μακροπρόθεσμα αφορούν στην αλλαγή του καταναλωτικού μοντέλου (πίνακας 9) που δείχνει ότι η κρίση άφησε και το θετικό της αποτύπωμα αλλά και στο δείκτη αισιοδοξίας (πίνακας 10) που είναι μεγάλος.
Αναλυτικά, με βάση τους πίνακες της καπαresearch (ο σχολιασμός είναι της εταιρείας):
1 Υποχωρεί η διαίρεση «μνημόνιο-αντιμνημόνιο» και το αίτημα για ρήξη με τους πιστωτές
Ύστερα από μια μακρά περίοδο εντάσεων και διχασμών γύρω από την ακολουθούμενη πολιτική αντιμετώπισης της κρίσης, η ελληνική κοινωνία φαίνεται να στρέφει το βλέμμα προς το μέλλον και να αναζητά το νέο μοντέλο ανάπτυξης εντός της ζώνης του Ευρώ με ταυτόχρονη τήρηση των συμφωνηθέντων με τους πιστωτές. Την ίδια περίοδο, μετά και την ολοκλήρωση της 2ης αξιολόγησης, υποχωρεί σε ιστορικά χαμηλά η ανησυχία για Grexit.
2 Ωστόσο, δεν μετανιώνουν για την ψήφο τους στο δημοψήφισμα του 2015
Δύο χρόνια μετά τη διεξαγωγή του ελληνικού δημοψηφίσματος τον Ιούλιο του 2015, το 85% των ψηφοφόρων του «Όχι» και το 88,5% των ψηφοφόρων του «Ναι» δήλωσαν ότι σε περίπτωση επανάληψης του δημοψηφίσματος θα ψήφιζαν ό,τι είχαν ψηφίσει και τότε. Από τους υπόλοιπους, οι περισσότεροι θα επέλεγαν την αποχή (10% των ψηφοφόρων του «Όχι» και 8,5% των ψηφοφόρων του «Ναι») ενώ μόλις ένα 3% του «Όχι» και ένα 2% «Ναι» θα πήγαινε να ψηφίσει διαφορετικά.
3 Έλλειψη εμπιστοσύνης σε φορείς και προσωπικότητες της δημόσιας ζωής
4 Αρνητικοί σε περαιτέρω θυσίες: σύγχυση για το ιδανικό μείγμα μέτρων για την ανάπτυξη
Επτά χρόνια δημοσιονομικής προσαρμογής φαίνεται ότι έχουν εξαντλήσει τις αντοχές της ελληνικής κοινωνίας όσον αφορά στις θυσίες που απαιτούνται για την επιστροφή της χώρας σε σταθερή ανάπτυξη. Στο δίλλημα μεταξύ μείωσης συντάξεων/κρατικών δαπανών και αύξησης φόρων/εισφορών, μόλις το 32% παίρνει ξεκάθαρη θέση υπέρ του ενός ή του άλλου μείγματος μέτρων, καθώς σε ποσοστό 66,5% απαντούν «ούτε το ένα, ούτε το άλλο».
5 Ένα εκατομμύριο αναποφάσιστοι κρίνουν την επόμενη εκλογική αναμέτρηση
Ένα εκατομμύριο (1.000.000) είναι οι αναποφάσιστοι για την επόμενη εθνική εκλογική αναμέτρηση. Η πιο ενδιαφέρουσα και δύσκολη ομάδα του εκλογικού σώματος αποτελείται από ψηφοφόρους με χαμηλό εισόδημα και επίπεδο εκπαίδευσης, κυρίως από γυναίκες και ανέργους. Στην έρευνα που πραγματοποιήθηκε μεταξύ Νοεμβρίου και Δεκεμβρίου στις 13 περιφέρειες της χώρας, περίπου 1.800 άτομα (το 13,9% του δείγματος) δήλωσαν ότι δεν έχουν αποφασίσει για το κόμμα που θα ψήφιζαν σε περίπτωση εθνικών εκλογών.
Ωστόσο, με βάση τις απαντήσεις τους στα επιμέρους ποιοτικά ερωτήματα, οι αναποφάσιστοι δεν είναι μια άβουλη ή «α-πολιτίκ» ομάδα. Είναι ενημερωμένοι, παρακολουθούν τις εξελίξεις, τοποθετούνται με σαφήνεια και επίγνωση απέναντι στα μεγάλα ζητήματα της χώρας και της εποχής. Η απόφασή τους για το πιο κόμμα θα επιλέξουν, τελικά, θα ληφθεί, το πιθανότερο, αφού προκηρυχθούν οι εκλογές και τεθεί το εκλογικό δίλημμα. Σε κάθε περίπτωση, όμως, η επιλογή θα έχει τον χαρακτήρα της «πιο έξυπνης» και συμφέρουσας, γι’ αυτούς, ψήφου, θα αφορά «στα ευρώ» του νοικοκυριού και όχι «στο Ευρώ» (και την παραμονή στην ΟΝΕ) και θα ληφθεί γύρω από το τραπέζι της κουζίνας, με ισχυρότερους εισηγητές τη γυναίκα ή τον άνεργο της οικογένειας.
6 Ενίσχυση της Kεντροαριστεράς – 3η πολιτική δύναμη το Κίνημα Αλλαγής
Την τελευταία φορά που κόμμα της κεντροαριστεράς κατέλαβε την τρίτη θέση σε εκλογές εθνικής εμβέλειας ήταν τον Ιούνιο του 2012. Η εικόνα ενότητας των κομμάτων του χώρου και η σχετικά μεγάλη συμμετοχή στην εκλογή προέδρου του νέου φορέα προκάλεσαν τη θετική αντίδραση ικανού μέρους της κοινής γνώμης, απέναντι σε μια παράταξη που μετρά τις μεγαλύτερες απώλειες από την αρχή της κρίσης.
7 Ευρεία αποδοχή της επιχειρηματικότητας – αρνητική εικόνα για τους παραδοσιακούς επιχειρηματίες
Το αδιέξοδο στα οικονομικά του κράτους – εμφανές από το 2009 – και η μετέπειτα αδυναμία του να αποτελέσει πυλώνα αντιμετώπισης της κρίσης, έστρεψαν το βλέμμα του δυναμικού μέρους της ελληνικής κοινωνίας στον ιδιωτικό τομέα και την ιδιωτική πρωτοβουλία. Η εμπιστοσύνη στις ιδιωτικές επιχειρήσεις αγγίζει υψηλά για την εποχή επίπεδα και βαίνει ανοδικά, ενώ η έννοια της επιχειρηματικότητας χαίρει σχεδόν καθολικής αποδοχής. Το ίδιο δεν φαίνεται να ισχύει, όμως, για τις παραδοσιακές επιχειρηματικές οικογένειες και τους εκπροσώπους τους.
8 Αναγνώριση της σημασίας των ΗΠΑ ως χώρα-σύμμαχος της Ελλάδας
Η παραδοσιακή τάση αντιαμερικανισμού που διατρέχει την ελληνική κοινωνία κατά το μεγαλύτερο μέρος της μεταπολίτευσης φαίνεται να «σπάει» με την έκρηξη της οικονομικής κρίσης του 2010 και την ανάδειξη της Γερμανίας ως την πιο αντι-δημοφιλή (ισχυρή) χώρα στην Ελλάδα. Στην ανατροπή αυτή συνέβαλε σημαντικά η θετική απήχηση του Μπ. Ομπάμα στην ελληνική κοινή γνώμη. Το ίδιο δεν ισχύει σήμερα στην περίπτωση του Ντ. Τραμπ, χωρίς, ωστόσο, αυτό να επηρεάζει – προς το παρόν – τη σημασία των ελληνο-αμερικανικών σχέσεων στη συνείδηση των πολιτών, όταν καλούνται να σχολιάσουν την αντιμετώπιση της χώρας από τη διεθνή κοινότητα και την εθνική εξωτερική πολιτική.
9 Αλλαγή στην καταναλωτική-οικονομική συμπεριφορά
Η εφαρμογή των capital controls το καλοκαίρι του 2015, εκτός από τις δυσκολίες που προκάλεσε στη ρευστότητα και την εύρυθμη λειτουργία των ελληνικών επιχειρήσεων, συντέλεσε, επίσης, στη μετατόπιση της συμπεριφοράς των Ελλήνων καταναλωτών προς τις συναλλαγές μέσω πιστωτικών/χρεωστικών καρτών και τις υπηρεσίες ηλεκτρονικής τραπεζικής και, βαθύτερα, σε μια πιο προσεκτική διαχείριση των δαπανών του νοικοκυριού.
10 Η πρώτη – οριακή – πλειοψηφία αισιοδοξίας για το μέλλον της χώρας
Θετική έκπληξη της χρονιάς αποτελεί το γεγονός ότι, έστω και οριακά, αναδύεται η αίσθηση ότι, τελικά, μπορούμε να τα καταφέρουμε.