Το προσδόκιμο ζωής στον κόσμο αυξήθηκε κατά 5,5 χρόνια από το 2000 μέχρι το 2016, σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας που επισημαίνει ωστόσο ότι οι ανισότητες μεταξύ πλούσιων και φτωχών χωρών επιμένουν.
Ένας άνθρωπος που γεννήθηκε το 2000 έχει, κατά μέσο όρο, προσδόκιμο ζωής 66,5 χρόνια. Όμως για όσους γεννήθηκαν το 2016 το προσδόκιμο αυτό φτάνει τα 72 χρόνια, όπως συμπεραίνεται από τα παγκόσμια στατιστικά στοιχεία για την υγεία που έδωσε σήμερα στη δημοσιότητα ο οργανισμός.
Η αύξηση αυτή εξηγείται εν μέρει από την εντυπωσιακή μείωση των θανάτων των παιδιών κάτω των 5 ετών, ιδίως στην υποσαχάρια Αφρική όπου έχει επιτευχθεί σημαντική πρόοδος στην αντιμετώπιση της ελονοσίας, της ιλαράς και άλλων μεταδοτικών ασθενειών.
Μια άλλη αιτία είναι η πρόοδος στην αντιμετώπιση του AIDS, μιας ασθένειας που έπληξε μεγάλο μέρος της αφρικανικής ηπείρου τη δεκαετία του 1990.
Οι διαφορές πάντως μεταξύ των αναπτυγμένων και των αναπτυσσόμενων χωρών παραμένουν σημαντικές: στις χώρες όπου τα εισοδήματα είναι χαμηλά, οι άνθρωποι ζουν 18,1 χρόνια λιγότερα σε σύγκριση με τους πολίτες άλλων χωρών, με υψηλό εισόδημα.
Για πρώτη φορά, τα στατιστικά στοιχεία του ΠΟΥ λαμβάνουν υπόψη το φύλο. Φέτος ο Οργανισμός αναμένει ότι θα γεννηθούν 73 εκατομμύρια αγόρια αλλά μόνο 68 εκατομμύρια κορίτσια.
Οι γυναίκες όμως ζουν περισσότερο από τους άνδρες: 74,2 χρόνια εκείνες, έναντι 69,8 ετών για εκείνους.
Στην έκθεση γίνεται αναφορά και στις αιτίες θανάτου στους άνδρες και στις γυναίκες: ορισμένοι παράγοντες είναι βιολογικοί, άλλες αιτίες σχετίζονται με περιβαλλοντικούς και κοινωνικούς παράγοντες.
Ωστόσο, όταν άνδρες και γυναίκες πάσχουν από την ίδια ασθένεια, παρατηρείται ότι οι άνδρες δεν ζητούν τη βοήθεια των υπηρεσιών υγείας στον ίδιο βαθμό με τις γυναίκες.
Για παράδειγμα, στις χώρες όπου είναι πολύ διαδεδομένος ο ιός HIV, οι άνδρες είναι λιγότερο πιθανό να ζητήσουν να γίνει εξέταση για να διαπιστωθεί αν είναι οροθετικοί, σε σύγκριση με τις γυναίκες.
Το μικρότερο προσδόκιμο ζωής των ανδρών εξηγείται επίσης από το γεγονός ότι το ποσοστό αυτοκτονιών στους άνδρες το 2016 ήταν κατά 75% υψηλότερο απ’ ότι στις γυναίκες.
Επίσης, διπλάσιοι άνδρες σκοτώνονται σε τροχαία δυστυχήματα ενώ άνδρες είναι και τα τέσσερα στα πέντε θύματα ανθρωποκτονιών.