Τα μωρά που υιοθετούνται από άλλες χώρες, μπορεί να μη θυμούνται τη γλώσσα που άκουγαν τις πρώτες ημέρες της ζωής τους, ωστόσο οι λέξεις αυτές αφήνουν ένα ανεξίτηλο σημάδι στον εγκέφαλό τους, υποστηρίζουν ερευνητές.
Σε μια έρευνα που δημοσιεύτηκε στο Proceedings of the National Academy of Sciences, μια ομάδα επιστημόνων από τον Καναδά προχώρησε στη χρήση μαγνητικών τομογραφιών, για να δείξουν για πρώτη φορά πώς ο ανθρώπινος εγκέφαλος επεξεργάζεται τις «χαμένες γλώσσες» ακόμη και αρκετά χρόνια μετά από τη στιγμή που το άτομο τις άκουσε για πρώτη φορά.
«Αυτό που εντυπωσιάζει είναι, ότι αυτά τα ίχνη υπάρχουν εκεί ακόμη κι όταν δεν τα χρειαζόμαστε πια» ανέφερε η Denise Klein, μία εκ των συγγραφέων της μελέτης από το Montreal Neurological Institute and Hospital του πανεπιστημίου McGill και συνέχισε: «Ο εγκέφαλος ανταποκρίνεται στις πληροφορίες αυτές».
Σύμφωνα με δημοσίευμα του Business Insider, στην έρευνα συμμετείχαν 48 κορίτσια ηλικίας από 9 έως 17 ετών.
Κάποια είχαν γεννηθεί και μεγαλώσει σε οικογένειες Γάλλων και μιλούσαν μόνο γαλλικά. Κάποια είχαν γεννηθεί στην Κίνα και είχαν υιοθετηθεί από γαλλικές οικογένειες και είχαν μάθει να μιλούν μόνο γαλλικά, ενώ κάποια άλλα γνώριζαν τόσο γαλλικά όσο και κινέζικα.
Οι ερευνητές έβαλαν και στις τρεις ομάδες να ακούσουν ήχους από την κινεζική γλώσσα, ενώ την ίδια στιγμή κατέγραφαν τις «αντιδράσεις» του εγκεφάλου τους με τη βοήθεια μαγνητικού τομογράφου.
Τα παιδιά άκουσαν κάποιες λέξεις, ειπωμένες σε κάπως διαφορετικούς ήχους. Για όσους δε γνώριζαν κινέζικα θα ήταν απλά ήχοι. Ωστόσο, όσοι έχουν κάποια γνώση της γλώσσας μπορούσαν να καταλάβουν ότι ανάλογα με τον τόνο ο ήχος «ma» μπορούσε να σημαίνει «μητέρα», «κάνναβη», «άλογο» ή «επίπληξη», σημειώνει το ίδιο δημοσίευμα.
Οι ερευνητές έβαλαν στα παιδιά να ακούσουν τρισύλλαβους ήχους και τους ζήτησαν να πατήσουν ένα κουμπί, για να υποδηλώσουν αν οι τελικές τους φαίνονταν οι ίδιες οι διαφορετικές.
Όλοι οι συμμετέχοντες απάντησαν με υψηλά επίπεδα ακρίβειας στο κουίζ, ωστόσο μόνο ορισμένοι έδειξαν εγκεφαλική δραστηριότητα που υποδήλωνε αναγνώριση, ή όπως το περιγράφουν οι ερευνητές «γλωσσική συνάφεια» (linguistic relevance).
Τα δίγλωσσα παιδιά (κινέζικα-γαλλικά) και τα παιδιά που είχαν υιοθετηθεί από την Κίνα και είχαν ξεχάσει ότι είχαν μάθει κινέζικα όταν ήταν πολύ μικρά, εμφάνισαν εγκεφαλική δραστηριότητα τόσο στο δεξί, όσο και στο αριστερό ημισφαίριο του εγκεφάλου, ενώ τα μονόγλωσσα παιδιά εμφάνισαν δραστηριότητα μόνο στο δεξί ημισφαίριο.
Αυτό υποδηλώνει, ότι όσα παιδιά είχαν ακούσει κινέζικα όταν ήταν μωρά, ήταν σε θέση με κάποιο τρόπο να αναγνωρίσουν ότι οι ήχοι που άκουγαν ήταν «γλώσσα ή ότι είχαν ουσιαστική συνάφεια με την κινεζική γλώσσα» παρότι δεν καταλάβαιναν τι σήμαιναν, εξήγησε η Klein.
Ο αριστερός κροταφικός φλοιός ήταν το κέντρο της δραστηριότητα στα δίγλωσσα παιδιά και σε αυτά που είχαν υιοθετηθεί από την Κίνα (μέσος όρος ηλικίας υιοθεσίας: 12,8 μήνες).
«Οι περιοχές αυτές έχουν συνδεθεί –σύμφωνα με προηγούμενες έρευνες- με την τονική επεξεργασία και πιστεύεται ότι παίζουν σημαντικό ρόλο στην επεξεργασία των ήχων στις τονικές γλώσσες» αναφέρουν οι ερευνητές.
Αυτό σημαίνει, ότι παρότι δεν είχαν καμία γλωσσική ικανότητα τη στιγμή που υιοθετήθηκαν, με κάποιο τρόπο ο εγκέφαλός τους συνέχισε να επεξεργάζεται τους ήχους κατά μέσο όρο 12 χρόνια μετά.
Μελλοντικές έρευνες θα εστιάσουν στην κατανόηση του αν η εκμάθηση μιας γλώσσας είναι πιο εύκολη ή πιο γρήγορη ανάμεσα σε αυτούς που διατηρούν αυτά τα μοτίβα «πρώιμης έκθεσης», σε σχέση με αυτούς που δεν έχουν εκτεθεί ποτέ σε κάποια άλλη γλώσσα.