Στη Γερμανία, το εκλογικό βάρος των ηλικιωμένων δεν ήταν ποτέ τόσο σημαντικό όσο στις βουλευτικές εκλογές του Σεπτεμβρίου, ενισχύοντας τους φόβους ότι η χώρα θυσιάζει το μέλλον χάριν μιας ορισμένης αδράνειας.
Κατά τη μεγάλη τηλεμαχία τους στις αρχές Σεπτεμβρίου, η συντηρητική Άγγελα Μέρκελ και ο σοσιαλδημοκράτης αντίπαλός της Μάρτιν Σουλτς δεσμεύτηκαν ότι δεν θα αυξήσουν ποτέ το όριο ηλικίας συνταξιοδότησης στα 70 έτη, προοπτική η οποία ωστόσο εκτιμάται ως αναπόδραστη από τους ειδικούς.
Όμως κανείς από τους δύο δεν βρήκε τον χρόνο να σταθεί στην εκπαίδευση ή στην ψηφιακή πολιτική, αδύνατα σημεία της χώρας, ή ακόμη στην αύξηση του κινδύνου παιδικής φτώχειας στην πρώτη οικονομία στην Ευρώπη, η οποία ωστόσο βρίσκεται σε πλήρη οικονομική ανάπτυξη.
Ήταν κάτι αναμενόμενο σε μια εκστρατεία που κύριο μέλημά της ήταν να καθησυχάσει, ιδιαίτερα τους πιο ηλικιωμένους, εκτιμά ο ιστορικός Βόλφγκανγκ Γκρούντιγκερ, εκπρόσωπος, επίσης, ενός ιδρύματος για την προάσπιση των δικαιωμάτων των νέων γενεών.
«Υπάρχουν πολλοί τομείς στην πολιτική όπου το θέμα είναι να μην αλλάξει τίποτα, σαν να βάζαμε τη Γερμανία σε μία γυάλα για να διατηρήσουμε το παρόν για πάντα ενώ θα εξοικονομούμε από το μέλλον», λέει.
Δημοκρατία των συνταξιούχων;
Όσο οι εκλογείς γερνάνε τόσο αυξάνεται ο κίνδυνος για μια πολιτική κομμένη και ραμμένη στα μέτρα των ηλικιωμένων, η φωνή των οποίων γίνεται αποφασιστική. Και ψηφίζουν κατά προτίμηση τα δύο μεγάλα κόμματα, την CDU και το SPD, και τους φιλελεύθερους FDP, σύμφωνα με το οικονομικό ινστιτούτο DIW.
«Το να γερνάς, είναι πολύ καλό πράγμα! Όμως φυσικά, αυτό έχει επιπτώσεις στη δημοκρατία», λέει ο 33χρονος ερευνητής.
Η εξουσία θα βρίσκει πάντα πόρους για να κλείνει τον προϋπολογισμό για τις συντάξεις. Ενώ αλλού κάνει περικοπές.
Σε μια έρευνα που δημοσιοποιήθηκε στα τέλη Αυγούστου, η Eurostat αποκάλυψε πως η Γερμανία επένδυσε μόνο το 4,2% του Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος (ΑΕΠ) της στην παιδεία το 2015, κάτω από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο (4,9%). Η Γαλλία, αν και με δημοσιονομικό έλλειμμα, τα καταφέρνει καλύτερα (5,5%).
Ο πρώην πρόεδρος της Δημοκρατίας Ρόμαν Χέρτσογκ, ο οποίος πέθανε τον Ιανουάριο, είχε προειδοποιήσει ήδη από το 2008 για το φάσμα μιας «δημοκρατίας των συνταξιούχων» που λεηλατεί τη νεολαία της. Με τις εκλογές της 24ης Σεπτεμβρίου, η διαμάχη επανήλθε στο προσκήνιο.
Διότι οι άνω των 60 ετών θα είναι, με ποσοστό 36,1%, η μεγαλύτερη εκλογική ομάδα, για πρώτη φορά στην ιστορία της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας, αποκαλύπτει μια έρευνα της GDV, της γερμανικής Ομοσπονδίας Ασφαλιστικών Εταιριών. Οι εκλογείς ηλικίας κάτω των 40 ετών αποτελούν λιγότερο από το ένα τρίτο (29,3%).
Υποχώρηση των γεννήσεων και αύξηση του προσδόκιμου ζωής εξηγούν αυτή την αντιστροφή του ισοζυγίου δυνάμεων μετά την επανένωση της Γερμανίας. Η διαφορά πρόκειται να μεγαλώσει περαιτέρω όταν οι μπέιμπι-μπούμερς –όσοι γεννήθηκαν αμέσως μετά το τέλος του Β’ παγκοσμίου Πολέμου αρχίσουν να βγαίνουν μαζικά στη σύνταξη από το 2020.
Ευθύνονται οι μεγαλύτεροι;
Στον Έρβιν Μπέντερ, έναν καινούριο συνταξιούχο ηλικίας 67 ετών, δεν αρέσει αυτή τη διαμάχη που καταλήγει, όπως υποστηρίζει, να βάζει στο εδώλιο του κατηγορουμένου τους ηλικιωμένους. «Αυτό γίνεται πάντα, όταν κάτι δεν λειτουργεί κάπου λένε: ποιος είναι υπεύθυνος; Αυτός είναι».
Ο πρώην δημόσιος υπάλληλος είναι πρόεδρος μιας αντιπροσωπείας ηλικιωμένων του δήμου του Νόικελν, στον οποίο ανήκουν πολλές συνοικίες του νότιου Βερολίνου, όπως το Μπούκοβ, όπου, στους δρόμους, τα πι είναι περισσότερα από τα καροτσάκια.
«Βέβαια οι ηλικιωμένοι έχουν τα δικά τους ειδικά προβλήματα», λέει, αλλά επισημαίνει πως οι ηλικιωμένοι ανησυχούν για την αύξηση των ενοικίων τόσο όσο και οι μόνες μητέρες.
Ο μαρασμός των σχολείων, που γίνεται συχνά πρωτοσέλιδος στον τοπικό Τύπο, η απελπισία των γονέων απέναντι στην έλλειψη βρεφονηπιακών σταθμών, βαραίνουν επίσης στην ψήφο τους.
«Αυτό που είναι σημαντικό για τα εγγόνια μας είναι σίγουρα εξίσου σημαντικό για εμάς», δηλώνει ο Βέρνερ Έλχολτς, ένας συνταξιούχος μηχανικός, 73 ετών.
Όσον αφορά τις εκλογικές υποσχέσεις που απευθύνονται στους πιο ηλικιωμένους, ορισμένοι δεν τις πιστεύουν καθόλου έτσι κι αλλιώς. «Πριν από τις εκλογές, λένε ναι, και μετά ξεχνούν», λέει η Χέλγκα Σουλτς, 79 ετών.
Για αυτούς τους συνταξιούχους, οι πολιτικοί ηγέτες πρέπει να διασφαλίσουν την κοινωνική συνοχή και αυτό περνάει μέσα από μια δίκαιη μεταχείριση των γενεών. Μια λύση θα ήταν να επιτραπεί στους κάτω των 18 ετών να ψηφίζουν, περιλαμβανομένων και των νέων παιδιών «αν αισθάνονται έτοιμα», λέει ο Βόλφγκανγκ Γκρέντιγκερ.
Για το θέμα αυτό, η Άγγελα Μέρκελ, σε καλό δρόμο για να εξασφαλίσει άλλη μία τετραετία στην καγκελαρία, ξεκαθάρισε ήδη: η απάντηση είναι «Όχι».