Θέσεις των τζιχαντιστών του Ισλαμικού Κράτους στη Συρία βομβάρδισε ο αμερικανικός στρατός σε συνεργασία με συμμαχικές του δυνάμεις, παραβλέποντας τις σχετικές αντιρρήσεις της Δαμασκού. Η κυβέρνηση του Μπασάρ αλ Άσαντ είχε διασαφηνίσει ότι θα έδινε το πράσινο φως για επεμβάσεις σε έδαφός της μόνο εάν γίνονταν σε συνεργασία μαζί της – κάτι που οι δυτικές δυνάμεις απέκλειαν σε κάθε δυνατή ευκαιρία. Είναι η πρώτη φορά από την έναρξη των αμερικανικών αεροπορικών επιδρομών κατά των τζιχαντιστών που βομβαρδίζονται θέσεις τους επί συριακού εδάφους.
Σύμφωνα με την ανακοίνωση του Πενταγώνου, στις αεροπορικές επιδρομές εκτός των Αμερικανών πήραν μέρος και δυνάμεις από κράτη που απαρτίζουν τον διεθνή συνασπισμό κατά των τζιχαντιστών. Όπως ανέφερε ωστόσο Αμερικανός αξιωματούχος μιλώντας στο πρακτορείο Reuters, τουλάχιστον 20 στόχοι των τζιχαντιστών στο συριακό έδαφος επλήγησαν από πυραύλους τους οποίους οι αμερικανικές δυνάμεις εκτόξευσαν από πολεμικά πλοία. Σύμφωνα με τον ίδιο, τις αεροπορικές επιθέσεις των ΗΠΑ ενίσχυσαν και αραβικά κράτη όπως η Σαουδική Αραβία, τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, η Ιορδανία και το Μπαχρέιν.
Με αντίποινα για τις αεροπορικές επιδρομές απείλησε μέλος της οργάνωσης. «Θα υπάρξουν αντίποινα σε αυτές τις επιθέσεις. Οι γιοι του Σαλούλ είναι εκείνοι που ευθύνονται. Έγιναν εξαιτίας τους», είπε ο εκπρόσωπος της οργάνωσης στο Reuters κατηγορώντας τη Σαουδική Αραβία που επέτρεψε τις επιδρομές.
Το ενδεχόμενο επέκτασης των επιθέσεων των ΗΠΑ κατά των ισλαμιστών και στη Συρία -εκτός από το Ιράκ- είχε βρει την αντίδραση της Ρωσίας και του Ιράν, που συμφωνούσαν με την Δαμασκό ότι θα ήταν επιθετική πράξη κατά της Συρίας. Μάλιστα, πριν από την ανακοίνωση του Πενταγώνου, ο Ρώσος Πρόεδρος Βλαντιμίρ Πούτιν είπε προς τον Γενικό Γραμματέα του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών Μπαν Κι Μουν ότι οι πιθανές επιθέσεις εναντίον του Ισλαμικού Κράτους «δεν θα πρέπει να ξεκινήσουν χωρίς την συγκατάθεση της κυβέρνησης της Συρίας». Μάλιστα, σήμερα, το ρωσικό Υπουργείο Εξωτερικών ανακοίνωσε ότι οι γεωπολιτικές επιχειρήσεις εις βάρος της εθνικής κυριαρχίας άλλων χωρών «αποσταθεροποιούν την κατάσταση». «Η όποια τέτοια πράξη θα πρέπει να είναι σύμφωνη με το διεθνές δίκαιο. Αυτό προϋποθέτει όχι μία επίσημη, μονόπλευρη “προειδοποίηση” για επικείμενες επιδρομές, αλλά την ύπαρξη ρητής συμφωνίας με την κυβέρνηση της Συρίας ή την έγκριση αντίστοιχα απόφασης του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ», προσθέτει η ανακοίνωση.
Από την πλευρά της η Γαλλία συντάχθηκε στο πλευρό των Αμερικανών συμμετέχοντας από την περασμένη Παρασκευή σε αεροπορικές επιδρομές του εναντίον του Ισλαμικού Κράτους, αν και ο Γάλλος Πρόεδρος Φρανσουά Ολάντ κατέστησε σαφές ότι η χώρα του θα περιοριστεί σε επιθέσεις σε περιοχές στο εσωτερικό του Ιράκ, αποκλείοντας συμμετοχή γαλλικών αεροσκαφών σε επιδρομές και στο συριακό έδαφος. Βέβαια, χθες, οι τζιχαντιστές κάλεσαν τους απανταχού υποστηρικτές του να δολοφονήσουν πολίτες των κρατών της διεθνούς συμμαχίας και κατά προτίμηση Γάλλους και Αμερικανούς.
Ήδη, το Υπουργείο Εξωτερικών της Γαλλίας ανακοίνωσε ότι το βίντεο που εμφανίζει έναν Γάλλο πολίτη να είναι όμηρος ισλαμιστών στην Αλγερία είναι γνήσιο. Στην Αλγερία έχει τη βάση της η οργάνωση «Στρατιώτες του Χαλιφάτου» η οποία στις 14 Σεπτεμβρίου διακήρυξε την πίστη της στο Ισλαμικό Κράτος. Η ακραία οργάνωση προειδοποιεί ότι θα σκοτώσει τον όμηρο σε διάστημα 24 ωρών, εάν το Παρίσι δεν σταματήσει τις αεροπορικές επιδρομές και τη συμμετοχή του στον διεθνή συνασπισμό κατά του Ισλαμικού Κράτους. Όπως δήλωσε ωστόσο, ο επικεφαλής της γαλλικής διπλωματίας Λοράν Φαμπιούς το Παρίσι «δεν θα υποχωρήσει στις απειλές της τρομοκρατικής οργάνωσης».
Ανησυχία για την εσωτερική ασφάλεια των ΗΠΑ εκφράζουν και οι αμερικανοί αξιωματούχοι, καθώς σύμφωνα με πληροφορίες που διαθέτουν περίπου 100 Αμερικανοί, οι οποίοι είχαν ταξιδέψει στη Συρία και το Ιράκ για να ενταχθούν σε ριζοσπαστικές οργανώσεις, όπως το Ισλαμικό Κράτος, έχουν επιστρέψει στις Ηνωμένες Πολιτείες. Τα άτομα αυτά παρακολουθούνται στενά από το FBI.
Οι ίδιοι αξιωματούχοι εκτιμούν ότι συνολικά περίπου 15.000 άτομα από 80 χώρες – μεταξύ αυτών και 2.000 Ευρωπαίοι- έχουν προσπαθήσει ή έχουν καταφέρει να φτάσουν στη Συρία και το Ιράκ για να συμμετάσχουν στον αγώνα των εξτρεμιστικών ομάδων.