Τα πρόσωπα έχουν πάντα ένα συμβολισμό. Κουβαλάνε τη μικρή ή μεγάλη ιστορία τους και σηματοδοτούν ένα συγκεκριμένο τρόπο σκέψης και δράσης. Πάρτε για παράδειγμα τον Νταλάρα. Είναι η προσωποποίηση της Μεταπολίτευσης. Αριστερές κορώνες, δεξιά τσέπη και δικτύωση στο κέντρο. Συνεπώς θα ήταν ποτέ δυνατόν να φανταστεί κάποιος τον Νταλάρα ως τον εκφραστή της Νέας Μεταπολίτευσης; Όχι βέβαια. Ο μόνος που και το φαντάστηκε και το επιχείρησε ήταν ο ίδιος και το γιαούρτι πήγε σύννεφο.
Στο βαθμό λοιπόν που συμφωνούμε πως θέλουμε να ξεκολλήσουμε από τον μεταπολιτευτικό βούρκο και να ανοίξουμε δρόμο στο καινούργιο, αυτό θα πρέπει να φαίνεται πρωτίστως στα πρόσωπα αυτών που αναλαμβάνουν να κινήσουν τα πράγματα μπροστά. Πρακτικά αυτό σημαίνει πρόσωπα που θα μπορούν να κάνουν τη θετική έκπληξη και όχι για «συνήθεις υπόπτους» που ξέρεις με ακρίβεια τι θα πουν, πριν ακόμη ανοίξουν το στόμα τους.
Παραδόξως κι όλως περιέργως η παρατηρούμενη ανακύκλωση των ίδιων και των ίδιων σε θέσεις ευθύνης, δημιουργεί εύλογα ερωτηματικά κατά πόσο σοβαρολογούν όσοι μιλούν για αλλαγές και νέα ξεκινήματα. Διότι, τίποτα νέο δεν μπορεί στην πραγματικότητα να οικοδομηθεί με υλικά κατεδαφίσεως. Για αυτό και επί χρόνια, χτίζουμε και γκρεμίζουμε την ίδια «παράγκα».
Η τοποθέτηση, για παράδειγμα, του πρώην διοικητή της ΔΕΗ Τάκη Αθανασόπουλου στο «τιμόνι» του Ταμείου Αποκρατικοποιήσεων, ποια θετική έκπληξη μπορεί να βγάλει; Το διάστημα της θητείας του στη ΔΕΗ ο κ. Αθανασόπουλος εμφανίστηκε ως ο πολλά υποσχόμενος μάνατζερ που θα έφερνε τα πάνω – κάτω. Είπε τόσα πολλά κι έκανε τόσο λίγα. Το μόνο που έμεινε από τη θητεία του ήταν business plan στα χαρτιά και τα βίντεο που έχει αναρτήσει η ίδια η ΓΕΝΟΠ – ΔΕΗ στο Youtube, για να δείξει πως μεταμόρφωσε τον «λύκο» – μάνατζερ της TOYOTA HELLAS σε φοβισμένο «προβατάκι». Δικαιούμαι λοιπόν να αναρωτηθώ ποιά θα είναι αυτή τη φορά η στάση του κ. Αθανασόπουλου, όταν θα αρχίσουν να μπουκάρουν στο γραφείο του, οι συνδικαλισταράδες των προς ιδιωτικοποίηση φορέων και οργανισμών του δημοσίου; Με βεβαιότητα μπορώ να προβλέψω πως θα οδηγηθούμε και πάλι εκεί που οδηγηθήκαμε και όταν είχε στην ευθύνη του τις τύχες της ΔΕΗ. Δηλαδή στο Απόλυτο Τίποτα.
Στη θέση του Προέδρου του Ταμείου Αποκρατικοποιήσεων περίμενα να δω ένα σχετικά νέο άνθρωπο, με καλές σπουδές και καλό βιογραφικό. Κι όσο πιο μικρή σχέση είχε με την Ελλάδα της Μεταπολίτευσης τόσο το καλύτερο. Περίμενα να δω έναν άνθρωπο που θα μας έδινε την αίσθηση πως έχει τρεις-τέσσερις έξυπνες ιδέες και κυρίως πως δεν ενδίδει στον πειρασμό να μετατραπεί είτε σε γραφειοκράτη, είτε σε πολιτικάντη. Κατανοώ ασφαλώς το έλλειμμα ανθρώπινου δυναμικού για θέσεις ευθύνης κι έχω γράψει σχετικά με την απροθυμία ικανών ανθρώπων να εμπλακούν στα γρανάζια της διακυβέρνησης. Σε καμία περίπτωση όμως αυτοί οι περιορισμοί, δεν δικαιολογούν το συνεχές σερβίρισμα ξαναζεσταμένης σούπας. Πόσο μάλλον όταν ήδη από το πρώτο πιάτο έχει φανεί πόσο άνοστη είναι.
Παράδειγμα δεύτερο. Από τη δεξαμενή «γαλαζοαίματων» και η επιλογή του επικεφαλής της ΕΡΤ, προς επιβεβαίωση του γεγονότος πως η ολιγαρχία του μεταπολιτευτικού συστήματος ζει και βασιλεύει και τις καρέκλες κυριεύει. Πιστεύει αλήθεια κανένας πως ο Τζων Καλημέρης θα κάνει την ΕΡΤ να μοιάζει με το BBC, όπως δήλωσε ο ίδιος με υπερβολική αυτοπεποίθηση; Ποιό είναι δηλαδή το διαφορετικό που μπορεί να κάνει σήμερα και δεν μπορούσε να κάνει τα προηγούμενα χρόνια; Ή μήπως το ζητούμενο είναι να ξαναπάρουμε τη Eurovision;
Όλο αυτό το « δούλεμα» κάποια στιγμή πρέπει να σταματήσει. Η αλληλοπροστασία και η αλληλοεξυπηρέτηση οδήγησαν την Ελλάδα «στα βράχια». Η συνέχιση της ιδιότυπης μονιμότητας ορισμένων σε παχυλά αμοιβόμενες θέσεις του δημοσίου με τα λεφτά των αγρίως φορολογουμένων πολιτών, μόνο και μόνο για να κάνουν μικρές χαριτωμένες τρύπες στο νερό, είναι ένα από τα ανησυχητικά δείγματα και αυτής της κυβέρνησης. Ακολούθησε πολύ εύκολα την πεπατημένη του «φίλου», του «συμμαθητή», του «μπατζανάκη», του «συμπέθερου» και πάει λέγοντας.
ΥΓ: Το θέμα που θίγω σήμερα ενδεχομένως να φανεί σε κάποιους από εσάς ως ήσσονος σημασίας μπροστά στην ασυνεννοησία και τα επικοινωνιακά παιχνίδια που δοκιμάζουν σοβαρά τη συνοχή της τριτοκομματικής κυβέρνησης. Όμως δεν είναι καθόλου έτσι. Στην καρδιά του ελληνικού προβλήματος υπάρχει ένα μεγάλο ερώτημα που ζητάει πειστική απάντηση: Μπορεί αυτή η χώρα να είναι κάτι περισσότερο από «οικογενειακή επιχείρηση»;