Γράφει ο Δημήτρης Κατσαρός
Στην Ελλάδα είναι γεγονός ότι οι κυβερνήσεις συχνά μπερδεύουν το σχέδιο επίτευξης ενός στόχου με τον ίδιο το στόχο. Συνεπώς έχουμε κουραστεί να ακούμε για τη δημιουργία σημαντικών εσόδων για το κράτος από την πάταξη της φοροδιαφυγής και του μαύρου χρήματος. Πολλοί πολιτικοί με την ευκολία που τους παρέχουν οι σημειώσεις που τους στέλνουν από τα κεντρικά των κομμάτων τους, παραδοσιακά διαρρηγνύουν στα μέσα ενημέρωσης της σημασία αυτού το σχεδίου για την αύξηση των εσόδων του κράτους. Μόνο που αυτό δεν είναι το σχέδιο. Η πάταξη της φοροδιαφυγής είναι ο στόχος. Σχέδιο ως τώρα δεν είδαμε.
Η Ισπανία σήμερα αποτελεί ένα εξαιρετικό παράδειγμα προς μίμηση. 34,8 δις έχουν ήδη συγκεντρωθεί από την έναρξη του προγράμματος καταπολέμησης της φοροδιαφυγής που ξεκίνησε το 2012, σύμφωνα με επίσημη ανακοίνωση του Υπουργείου Προϋπολογισμού της χώρας. Η ίδια η πορεία του προγράμματος αυτού είναι εντυπωσιακή, αφού το 2014 συγκέντρωσαν έσοδα τα οποία ήταν αυξημένα κατά 12,5% σε σύγκριση με εκείνα του 2013 και άγγιξαν τα 12,3 δις ευρώ. Η συνταγή δεν ήταν πολύπλοκη, όπως την καταγράφει δημοσίευμα της Ναυτεμπορικής. Το 2011, το τεράστειο έλλειμμα της χώρας του έκανε να σοβαρευτούν και να αποφασίσουν να αυξήσουν τα έσοδα του κράτους. Αύξηση φορολογικών ελέγχων, απαγόρευση πληρωμών σε μετρητά για ποσά άνω των 2.500, θέσπιση αυστηρότερου φορολογικού κώδικα με πολύ βαριά πρόστιμα.
Είναι όντως εκπληκτικό το ποσοστό του κόσμου με ανανεωμένες ελπίδες στη σημερινή ελληνική κυβέρνηση. Προς το παρόν έχει επιδείξει μεγάλη αποφασιστικότητα. Όμως η πρόθεση ούτε μετράει, ούτε αρκεί. Θα πρέπει να υπάρχει σχέδιο. Είναι βέβαιο ότι το πρόβλημα των προηγούμενων δεν ήταν μόνο η έλλειψη οργανωμένου σχεδίου, αλλά οι πολιτικές και παραπολιτικές δεσμεύσεις απέναντι σε μεγάλα επιχειρηματικά ντόπια συμφέροντα αλλά και τα ιδεολογικά κολλήματα για τη φορολόγηση κεφαλαίου. Όμως πρέπει να υπολογίσουμε ότι τέτοια ζητήματα είχε και η συντηρητική κυβέρνηση Ραχόι, στην Ισπανία και ωστόσο κατάφερε να επιδείξει αυτά τα αποτελέσματα. Η κυβέρνηση Τσίρπα λοιπόν έχει ένα λόγο παραπάνω.