Πρόσβαση σε δανεισμό και μάλιστα με ανταγωνιστική τιμολόγηση δίνει το εγχώριο τραπεζικό σύστημα στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, οι οποίες επωφελούνται επίσης από τα προγράμματα της Αναπτυξιακής Τράπεζας και του Ευρωπαϊκού Ταμείου Επενδύσεων, με εγγυοδοτούμενα και συγχρηματοδοτούμενα δάνεια, με δυνατότητες επιδότησης επιτοκίου για επενδυτικούς σκοπούς και για κάλυψη αναγκών κεφαλαίων κίνησης, επισήμανε ο Θοδωρής Τζούρος, Ανώτερος Γενικός Διευθυντής, Chief Corporate & Investment Banking της Πειραιώς, στο 5ο Διεθνές Συνέδριο του Οικονομικού Επιμελητηρίου Ελλάδος The World in Transition.
Στη διετία 2022 -2023 η πιστωτική επέκταση στις επιχειρήσεις ανήλθε στα 9,4 δισ. ευρώ, με την αύξηση των δανειακών υπολοίπων να ανέρχεται στο 15,5%, διπλάσια του ρυθμού αύξησης του ΑΕΠ την αντίστοιχη περίοδο, παρά την αρνητική επίδραση που είχε στην αγορά η αλματώδης αύξηση των επιτοκίων σε ιστορικά υψηλά επίπεδα στην ευρωζώνη, σημείωσε ο κ. Τζούρος.
Πρόσθεσε δε ότι έχουν υπογραφεί επίσης συμβάσεις ύψους 5 δισ.ευρώ δάνεια του Ταμείου Ανάκαμψης, εκ των οποίων έχουν εκταμιευτεί 1,5 δισ.ευρώ, τα οποία δεν προσμετρώνται στην πιστωτική επέκταση των τραπεζών, όπως επιπλέον πρέπει να ληφθούν υπόψη και τα δάνεια ύψους 10 δισ.ευρώ που έχουν δοθεί στην ελληνική ναυτιλία, η οποία συμβάλλει ως και κατά 8% στο ΑΕΠ της χώρας.
Εκτιμάται ότι το ποσό νέας παραγωγής δανείων που θα είχε τη δυνατότητα και διάθεση να προσφέρει το εγχώριο τραπεζικό σύστημα σήμερα, υπερκαλύπτει τη ζήτηση για νέα δάνεια από εταιρείες και ιδιώτες, καθώς οι συστημικές τράπεζες με δείκτη δανείων προς καταθέσεις στο 60% έναντι 107% του μέσου όρου στην Ευρώπη, έχουν υπερβάλλουσα ρευστότητα, σε σχετικά χαμηλά κόστος, την οποία θέλουν να αξιοποιήσουν.
«Κατά τη γνώμη μου, σήμερα οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις έχουν πρόσβαση σε τραπεζική χρηματοδότηση και μάλιστα σε πολύ ανταγωνιστικά spreads, τα οποία δεν απέχουν σημαντικά από αυτά των μεγάλων επιχειρήσεων. Καθώς όμως το μεγαλύτερο κομμάτι της ανάπτυξης και των επενδύσεων στη χώρα μας υλοποιείται από τους μεγάλους ομίλους, είτε πρόκειται για τα έργα υποδομής (δρόμοι, ΣΔΙΤ, αεροδρόμια), είτε για έργα που αφορούν στην πράσινη μετάβαση (ΑΠΕ, μπαταρίες, ηλεκτρικά αμάξια), είτε για νέες μεγάλες ξενοδοχειακές μονάδες, είτε για τον εκσυγχρονισμό του στόλου, η τραπεζική χρηματοδότηση πρέπει να στηρίξει και να ακολουθήσει το παραγωγικό μοντέλο της χώρας, δεν μπορεί να το επιβάλλει, ούτε μπορούν οι τράπεζες να υποκαταστήσουν τους επιχειρηματίες», τόνισε.
Σημαντικό κομμάτι του δανεισμού, περί τα 100 δισ. ευρώ, βρίσκεται εκτός τραπεζικού συστήματος και αφορά στις τιτλοποιήσεις που έχουν γίνει στο πλαίσιο του Ηρακλή. Παρότι το μεγαλύτερο μέρος αφορά καταγγελμένα δάνεια και πτωχευμένες εταιρείες, υπάρχει ένα αξιοσημείωτο κομμάτι που σχετίζεται με εταιρείες που αντιμετώπισαν δυσκολίες στην περίοδο της κρίσης και θα μπορούσαν να επανέλθουν στο τραπεζικό σύστημα. «Σε αυτό το κομμάτι θεωρώ ότι κομβικό ρόλο παίζουν οι μη συστημικές τράπεζες οι οποίες δεν έχουν τους περιορισμούς των συστημικών τραπεζών για τη χρηματοδότηση των μη εξυπηρετούμενων δανείων που έχουν τιτλοποιηθεί», επισήμανε ο Chief Corporate & Investment Banking της Πειραιώς.
Σε ερώτηση για την επίπτωση που έχει στην πιστοδοτική διαδικασία των τραπεζών, η εμπειρία από τον μεγάλο όγκο μη εξυπηρετούμενων δανείων που προκάλεσε η οικονομική κρίση, ο κ. Τζούρος αναφέρθηκε σε αλλαγές που έχουν γίνει τόσο στην εκτίμηση του πιστωτικού κινδύνου που είναι πιο αναλυτική και αυστηρή πλέον, όσο και στην εκτίμηση για την πραγματική ανακτησιμότητα των ενεχύρων σε δυσμενές οικονομικό περιβάλλον.
«Όπως ήταν λογικό μετά από μια μακρά περίοδο οικονομικής κρίσης, το εκκρεμές της πιστωτικής αξιολόγησης έκλινε σε μια αυστηρή πλευρά, αλλά τα τελευταία δυο έτη έχει κινηθεί σε μια πιο επιχειρηματική προσέγγιση, τόσο στην επιχειρηματική πίστη όσο και στη λιανική. Σε κάθε περίπτωση η διαχείριση του προβληματικού χαρτοφυλακίου μας έχει εξοπλίσει με τεχνογνωσία και εμπειρίες που συμβάλλουν στην καλύτερη αξιολόγηση των νέων συναλλαγών», υπογράμμισε ο κ. Τζούρος.
Πηγή euro2day.gr