Του Ηλία Καραβόλια
Πολλοί μισούν την θεωρία. Ειδικά την Οικονομική. Καλώς ή κακώς όμως αυτή είναι που καθοδηγεί την οικονομική πολιτική. Χωρίς αυτήν, οι οικονομίες και οι αγορές δεν μπορούν να βρούν τα όποια »σημεία ισορροπίας» τους . Και το ερώτημα για την δική μας οικονομία είναι ένα και είναι μείζον: πρέπει να γίνουν παρεμβάσεις στην πλευρά της προσφοράς ή στην πλευρά της ζήτησης;
Αυτός ακριβώς ο θεωρητικός διαχωρισμός, αυτή η ιδεολογική διαφορά στην οικονομική αντίληψη του ευρωπαίων υπουργών Οικονομικών, είναι το βαθύτερο και ουσιαστικό διακύβευμα της σημερινής συνεδρίασης στις Βρυξέλλες.
Τα τεχνικά κλιμάκια Ελλάδας-ΕΕ-ΕΚΤ-ΔΝΤ συζητούν πλέον απ ευθείας σε τεχνοκρατικό επίπεδο, ενώ η πολιτική διαπραγμάτευση γίνεται( επιτέλους) απο τους…πολιτικούς.
Ουσιαστικά, Βαρουφάκης και Δραγασάκης προσπαθούν με τα επιτελεία τους να οριοθετήσουν, σε επίπεδο απαιτούμενων μέτρων και μεταρρυθμίσεων, τις κόκκινες γραμμές της ελληνικής κυβέρνσησης. Εδώ βρίσκεται το κλειδί καθώς ο τελευταίος υπουργός Οικονομικών( Χαρδούβελης) είχε δηλώσει δυο φορές, εντός του 2014, ότι : «Η ελληνική οικονομία έχει πρόβλημα προσφοράς, και όχι ζήτησης….»
Προφανώς ο κος Χαρδούβελης ,ως καθηγητής Οικονομικών, μας παρέπεμπε στον γνωστό νόμο του Say. Ο νόμος αυτός εγκαταλείφθηκε από την πλειοψηφία των οικονομολόγων μετά τη Μεγάλη Κρίση της δεκαετίας του ’30, απλούστατα γιατί δεν μπορούσε πλέον να ερμηνεύσει το πρόβλημα της οικονομικής στασιμότητας και της τεράστιας ανεργίας. Τότε είναι που έγινε κατανοητή, μέσω της Γενικής Θεωρίας του Κέυνς το 1936, η αδυναμία αυτορρύθμισης μιας οικονομίας που παγιδεύται σε τέλμα. Και τότε είναι που εκτιμήθηκε στην πράξη ο ρόλος της ζήτησης, που μπορεί και πρέπει να δημιουργηθεί μέσα από την παρέμβαση του κράτους.
Σήμερα, η νέα κυβέρνηση λέει ότι η επανεκκίνηση της οικονομίας δεν μπορεί να επιτευχθεί χωρίς ένα μεγάλο θετικό σοκ στην πλευρά της ζήτησης, τόσο στο κομμάτι της κατανάλωσης όσο και στο κομμάτι της επένδυσης, το οποίο απαιτεί σημαντική δημόσια παρέμβαση. Και αυτή η θέση, κατα την γνώμη μου, δεν είναι »κρατισμός».
Εάν εξηγηθεί πειστικα στους εταίρους, και κυρίως στο Βερολίνο, ότι η αύξηση του εισοδήματος, της καταναλωτικής δύναμης και τελικά της ευημερίας των πολλών είναι απαραίτητο στοιχείο ευρείας αναδιανομής πλούτου, τότε θα πέσουν οι μάσκες και θα φανεί ποιές ηγεσίες κατανοούν και ποιές όχι αυτό το αναγκαίο στοιχείο για την έναρξη ενός ενάρετου κύκλου αναθέρμανσης της οικονομίας.
Οι εταίροι και το Βερολίνο μας λένε με άλλα λόγια ότι η όποια αύξηση της κατανάλωσης θα επαναφέρει άμεσα το μοντέλο «πλασματικής υπερκατανάλωσης» του παρελθόντος και θα πλήττει τις διαρθρωτικές παρεμβάσεις βελτίωσης του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών, οδηγώντας σε αύξηση των εισαγωγών. Αλλά το επιχείρημα τους αγνοεί κάτι ιδιαιτέρως σημαντικό : ότι οι εισοδηματικές ανισότητες και η διεύρυνσή τους μέσα στην κρίση βρίσκονται στον πυρήνα του στρεβλού οικονομικού συστήματος σε όλη την Ευρωζώνη.
Αγνοούν επίσης την ιδιαίτερη μορφή αναδιάρθρωσης που συντελείται τα τελευταία χρόνια στην ελληνική οικονομία. Ακόμα και το ΔΝΤ έχει υποστηρίξει ότι η βελτίωση του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών στην Ελλάδα είναι κυκλική, και όχι διαρθρωτική. Οπότε είναι λογικό ένα κομμάτι της αύξησης εισοδήματος να αυξήσει τις εισαγωγές. Αλλά είναι άραγε αυτό το κομβικό πρόβλημα της σημερινής κατατονικής ελληνικής οικονομίας; Μήπως ο μυωπικός εγωισμός του Βερολίνου ξεχνάει να μας πεί οτι έγιναν επί 5 χρόνια λανθασμένες επιλογές και στην πλευρά της προσφοράς;
Αυτό που είναι αδιανόητο να περνά απαρατήρητο σε περίοδο βαθιάς ύφεσης ,είναι ο απολύτως αναγκαίος ρόλος των δημόσιων επενδύσεων. Και όχι με τα στοιχεία της διασπάθισης δημοσίων πόρων που είχαν καθιερωθεί απο την δεκαετία του ’80 μέχρι τώρα , οπότε και στιγμάτισαν στην κοινή συνείδηση την χρησιμότητα της αποτελεσματικης κρατικής παρέμβασης.
Διότι στην χώρα μας, το Κράτος δαιμονοποιήθηκε. Το Δημόσιο έγινε η πηγή του κακού, ο τομέας που ευθυνότανε για χρέη, ελλείμματα, διαφθορά. Και αυτή ηταν η πραγματικότητα. Σήμερα όμως, η νέα κυβέρνηση οφείλει να πείσει τους εταίρους και το ΔΝΤ ότι είναι απαραίτητη η κρατική παρέμβαση, με μέτρο και σύνεση, χωρίς να απολίνει η χώρα απο δημοσιονομικούς στόχους, ώστε να απαντάει σε κοινωνικές ανάγκες( ανθρωπιστική κρίση) αλλά ταυτόχρονα να δημιουργεί συνθήκες για την ανάπτυηξη και του ιδιωτικού τομέα.
Κανείς δεν διαφωνεί ότι χρειαζόμαστε μια ριζική αλλαγή του μοντέλου ανάπτυξης η οποία βρίσκεται πράγματι στην πλευρά της προσφοράς. Αλλά η αντίληψη οτι η επανεκκίνηση της ελληνικής οικονομίας-αλλά και η οικοδόμηση ενός διαφορετικού μοντέλου παραγωγής- στηρίζεται αποκλειστικά στον ιδιωτικό τομέα, είναι προφανώς εκτός τόπου και χρόνου !
Δεν ζούμε ούτε στις ΗΠΑ της εποχής Reagan ,ούτε στην Μ.Βρετανία της εποχής Thatcher. Ζούμε στον νότο της ελλειμματικής Ευρωζώνης όπου η εμμονή της Μέρκελ για συνεχή λιτότητα ,μετά απο 5 χρόνια ανεπιτυχούς εκκίνησης της ιδιωτικής οικονομίας, μας αναγκάζει να κατανοήσουμε οτι δεν θα είναι »κρατισμός» ένα βιώσιμο μοντέλο ανάπτυξης που να βασίζεται στον συνδυασμό δημόσιου, ιδιωτικού και κοινωνικού τομέα,με μια διαφορετική λογική στην οικονομική οργάνωση και δραστηριότητα.
Αν δεν αναλυθούν αυτές οι πτυχές της παραγωγικής ανασυγκρότησης στην Ελλάδα, αν δεν πείσουμε ΕΕ και ΔΝΤ ότι εκεί θα ρίξουμε βάρος, τότε η ΕΚΤ θα παίζει επικίνδυνα παιχνίδια με την »βρύση» της ρευστότητας στο τραπεζικό μας σύστημα, και κατ επέκταση στα νοικοκυριά και στις επιχειρήσεις μας….