Τον κώδωνα του κινδύνου στη νέα κυβέρνηση κρούει το Γραφείο της Βουλής για την παρακολούθηση της εκτέλεσης του κρατικού προϋπολογισμού αναφορικά με την υστέρηση εσόδων, τη διεύρυνση του δημοσιονομικού κενού και την αύξηση των spreads, καλώντας την παράλληλα να λάβει τις αποφάσεις της «το ταχύτερο δυνατό».
«Οι αποφάσεις της νέας κυβέρνησης πρέπει να ληφθούν ταχύτατα προκειμένου να αναστραφεί το κλίμα που προκάλεσε η προκήρυξη εκλογών, η μη επίτευξη συμφωνίας με την Τρόικα και η απόπειρα της κυβέρνησης της ΝΔ/ΠΑΣΟΚ να προσφύγει στις αγορές τον Οκτώβριο 2014 χωρίς μια τέτοια συμφωνία» σημειώνουν χαρακτηριστικά, επισημαίνοντας ωστόσο ότι η ύπαρξη πρωτογενούς πλεονάσματος δίνει στη νέα κυβέρνηση βαθμούς ελευθερίας στη διαχείριση της δημόσιας οικονομίας.
Οι συντάκτες καταγράφουν τις τεράστιες υποχρεώσεις της χώρας τους επόμενους μήνες, επισημαίνοντας ότι δεν θα καλυφθούν, εάν δεν υπάρξει συμφωνία με τους εταίρους.
Προχωρούν μάλιστα ένα ακόμα βήμα, λέγοντας πως η θέση της Ελλάδας στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων είναι δυσμενέστερη από αυτή των δανειστών, ενώ τονίζουν ότι «πιθανή έλλειψη συμφωνίας σε σχέση με τη διευθέτηση των χρηματοδοτικών αναγκών της χώρας θα ισοδυναμούσε με πιστωτικό γεγονός».
Οι υποχρεώσεις της χώρας, όπως τις καταγράφουν οι συντάκτες της έκθεσης, είναι:
– Θα πρέπει να αποπληρώσει εντός των επόμενων δύο μηνών δάνεια (κυρίως προς το ΔΝΤ) ύψους περίπου €4 δισ.
– Να αναχρηματοδοτήσει έντοκα γραμμάτια ύψους περίπου €7 δισ.
– Ακόμα μεγαλύτερο πρόβλημα θα προκύψει μετά τον Ιούλιο 2015, όταν η Ελλάδα θα έχει ανάγκη για €8,8 δισ. για να καλύψει τις υποχρεώσεις της έναντι της ΕΚΤ, δευτερευόντως έναντι του ΔΝΤ και τόκους. Φαίνεται αδύνατο να καλυφθούν οι σχετικές χρηματοδοτικές δαπάνες, χωρίς μια συνολική συμφωνία με τους εταίρους
Απώλεια 50 δισ. ευρώ σε περίπτωση μη συμφωνίας
Αναφορικά με τις συνέπειες που θα έχει η χώρα σε περίπτωση που δεν επιτευχθεί συμφωνία, σημειώνουν:
– Η Ελλάδα θα απωλέσει κατ’ αρχάς €7,2 δισ. των δανείων του ΔΝΤ και της Ευρωζώνης.
– Η ελληνική κυβέρνηση δεν θα μπορέσει να συμμετάσχει μέσω των τραπεζών στο πρόγραμμα «ποσοτικής χαλάρωσης» της ΕΚΤ. Για τη συμμετοχή σε αυτό έχει τεθεί ως κύρια προϋπόθεση η ύπαρξη προγράμματος προσαρμογής. Ας σημειωθεί ότι το ποσό που μπορεί να αντληθεί από το Μάρτιο του 2015 έως το Σεπτέμβριο του 2016 ανέρχεται σε περίπου €30 δισ. και θα συνέβαλε στην επιδιωκόμενη ανάπτυξη αντί της λιτότητας.
– Τέλος, δεν θα μπορεί να αξιοποιήσει το ποσό των €11,4 δισ. που έχει σήμερα το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας. Άλλα κόστη θα προκύψουν από την ανάγκη προσφυγής των τραπεζών στο μηχανισμό ELA (emergency liquidity assistance), πράγμα που θα πιέζει τα επιτόκια των επιχειρήσεων προς τα επάνω.
– Επίσης, άμεσα προβλήματα μπορεί να δημιουργηθούν αν υπάρξει μαζική φυγή κεφαλαίων και αποταμιεύσεων από τις τράπεζες. Ακόμα και μόνο για το λόγο αυτό επιβάλλεται ένα ελάχιστο εγχώριας και διεθνούς συνεννόησης!
Αν η μαζική εκροή συνδυασθεί με διακοπή της φθηνής χρηματοδότησης των τραπεζών από την ΕΚΤ, πράγμα όμως που δε θεωρούμε πιθανό παρά τη σαφή θέση της ΕΚΤ, θα δημιουργηθούν σοβαρά προβλήματα ρευστότητας των τραπεζών και επομένως θα υπάρξουν περαιτέρω περιορισμοί στη χρηματοδότηση των πραγματικών οικονομικών δραστηριοτήτων.
Τότε, η εντεινόμενη αβεβαιότητα για τα επόμενα βήματα θα επηρεάσει αρνητικά τις προσδοκίες και θα οδηγήσει σε υποχώρηση των ρυθμών μεγέθυνσης (ανάπτυξης).
Παράλληλα, οι συντάκτες επισημαίνουν ότι η νέα κυβέρνηση καλείται να αντιμετωπίσει πλήθος εκκρεμοτήτων η τακτοποίηση των οποίων επιβάλλεται προκειμένου να χρηματοδοτηθεί ομαλά η χώρα. Σημειώνουν ότι στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων βρίσκονται ήδη έξι «καυτά» ζητήματα:
– Συμφωνία για τα προαπαιτούμενα (δημοσιονομικό κενό, μεταρρυθμίσεις) μέχρι το τέλος Φεβρουαρίου 2015 και αξιολόγηση του προγράμματος προσαρμογής («μνημονίου ΙΙ»), με την παράλληλη αποδέσμευση των τελευταίων δόσεων
– Συμφωνία για ένα διάδοχο εθνικό πρόγραμμα μεταρρυθμίσεων και ανάπτυξης,
– Επιστροφή των κερδών των κεντρικών τραπεζών από τη συμμετοχή τους στο πρόγραμμα ύψους περίπου €2 δισ.,
– Έγκριση «προληπτικής γραμμής πίστωσης» στον ΕΜΣ,
– Ελάφρυνση της εξυπηρέτησης του χρέους (σύμφωνα με δέσμευση του Eurogroup από το Νοέμβριο 2012!),
– Συμμετοχή στο πρόγραμμα «ποσοτικής χαλάρωσης» (δηλαδή αγοράς κρατικών ομολόγων) που η ΕΚΤ αποφάσισε στις 22.1.2015. Η συμμετοχή της Ελλάδος θα είναι δυνατή από τον Ιούλιο 2015 υπό όρους (αποπληρωμή χρέους προς ΕΚΤ, συμφωνία για πρόγραμμα προσαρμογής). Αν η χώρα συμμετάσχει στο πρόγραμμα «ποσοτικής χαλάρωσης» θα μπορέσει να εφαρμόσει κυρίως αναπτυξιακά μέτρα.
«Η τάση αυτή πρέπει να ανατραπεί επειγόντως»
Υποστηρίζουν ότι από την άνοιξη του 2014 οι μεταρρυθμίσεις του Μνημονίου «πάγωσαν», ενώ παράλληλα η παρατηρούμενη στέρηση εσόδων έχει διευρύνει το δημοσιονομικό κενό και έχει μειώσει τα ταμειακά διαθέσιμα του Δημοσίου, ξεκαθαρίζοντας ότι «η τάση αυτή πρέπει να ανατραπεί επειγόντως».