Το 2023 ήταν μια ισχυρή χρονιά κερδοφορίας για τις ελληνικές τράπεζες λόγω της αύξησης των εσόδων και του αποτελεσματικού ελέγχου του κόστους, όπως επισημαίνει η Optima Bank. Επιπλέον, οι κεφαλαιακές θέσεις ενισχύθηκαν περαιτέρω, η ρευστότητα παρέμεινε άφθονη και η δυναμική της ποιότητας του ενεργητικού παρέμεινε θετική, παρά την ενεργειακή κρίση και τις πληθωριστικές πιέσεις. Έπειτα από τα καλύτερα από τα αναμενόμενα αποτελέσματα και τους στόχους κερδοφορίας για το 2024 που πιστεύει ότι είναι εφικτοί, η χρηματιστηριακή επαναλαμβάνει την αξιολόγηση buy για το σύνολο του κλάδο.
Όπως επισημαίνει η Optima, οι ελληνικές τράπεζες διαπραγματεύονται με εκτιμώμενο P/E για το 2024 στο 5,93x, με discount 26% από τις τράπεζες της ΕΕ και δείκτη λογιστικής αξίας P/TBV στο 0,78x, με discount 30%. Ωστόσο, αναμένει να δημιουργήσουν μια μέση τιμή απόδοσης ιδίων κεφαλαίων RoaTBV στο 13,5% το 2024, ελαφρώς υψηλότερη από τις τράπεζες της ΕΕ και επομένως η Optima πιστεύει ότι θα πρέπει να συναλλάσσονται στο ίδιο επίπεδο με τις αντίστοιχες τράπεζες της περιοχής.
Η Eurobank και η Τράπεζα Πειραιώς είναι οι κορυφαίες επιλογές της στον κλάδο, καθώς προσφέρουν τις υψηλότερες δυνατότητες ανόδου. Οι τιμές στόχοι που δίνει οι Optima διατηρούνται και διαμορφώνονται στα 2,1 ευρώ για την Alpha Bank, στα 2,41 ευρώ για την Eurobank, στα 9,20 ευρώ για την Εθνική Τράπεζα και στα 5,00 ευρώ για την Τράπεζα Πειραιώς.
Σε ό,τι αφορά τα μερίσματα, οι συστημικές τράπεζες έχουν ανακοινώσει τις προθέσεις τους να προχωρήσουν σε διανομές το 2023 μετά από μακρά χρονική περίοδο (2008) και υπόκεινται σε ρυθμιστική έγκριση. Η Eurobank στοχεύει να διανείμει μέρισμα ανά μετοχή 0,09 ευρώ, η Εθνική 0,36 ευρώ, η Alpha 0,05 ευρώ, η Πειραιώς 0,06 ευρώ και η Optima Bank 0,44 ευρώ, που συνεπάγεται μερισματική απόδοση 4,8%.
Τα μεγέθη
Τα καθαρά κέρδη του κλάδου μειώθηκαν ελαφρά κατά 1% σε ετήσια βάση στα 3,75 δισ. ευρώ το 2023. Υπενθυμίζεται ότι τα καθαρά κέρδη του 2022 ενισχύθηκαν από τα έκτακτα κέρδη ύψους 2,04 δισ. ευρώ περίπου. Τα καθαρά έσοδα από τόκους ήταν η κινητήρια δύναμη των κερδών και αυξήθηκαν κατά 51% σε ετήσια βάση στα 8,23 δισ. ευρώ, καθώς το περιθώριο NIM διευρύνθηκε στο 2,75% έναντι 1,79% το 2022.
Τα έσοδα από προμήθειες αυξήθηκαν κατά 8% σε ετήσια βάση σε περίπου 1,88 δισ. ευρώ και έτσι τα βασικά έσοδα ανήλθαν σε ευρώ 10,1 δισ. (+41% ετησίως). Τα μη επαναλαμβανόμενα έσοδα διαμορφώθηκαν σε 345 εκατ. ευρώ από περίπου 2,04 δισ. ευρώ το 2022 και τα συνολικά έσοδα έφτασαν τα 10,46 δισ. ευρώ (+13% σε ετήσια βάση). Από την πλευρά του κόστους, οι λειτουργικές δαπάνες αυξήθηκαν μόλις κατά 0,7% σε ετήσια βάση στα 3,47 δισ. ευρώ, παρά τις πληθωριστικές πιέσεις. Τα έσοδα προ προβλέψεων αυξήθηκαν κατά 21% σε ετήσια βάση στα 6,98 δισ. ευρώ.
Σε ό,τι αφορά την ποιότητα ενεργητικού οι προβλέψεις για ζημίες από δάνεια LLPs (συμπεριλαμβανομένου του κόστους καθαρισμού NPE) αυξήθηκαν κατά 2% σε ετήσια βάση σε περίπου 1,43 δισ. ευρώ. Τα οργανικά NPEs αυξήθηκαν κατά μόλις 92 εκατ. ευρώ, παρά την ενεργειακή κρίση και τις πληθωριστικές πιέσεις. Τα NPEs σε επίπεδο ομίλων μειώθηκαν κατά 3,31 δισ. ευρώ σε περίπου 6,4 δισ. ευρώ και τα καθαρά NPEs ανήλθαν σε 2,2 δισ. ευρώ (-1,69 δισ. σε ετήσια βάση). Ο μέσος δείκτης NPE βελτιώθηκε συνεπώς περαιτέρω, στο 3,5% έναντι 5,2% το 2022, ενώ η διάμεση κάλυψη NPE διευρύνθηκε στο 86,4% από 75,5% το 2022.
Στο μέτωπο των κεφαλαίων, τα ενσώματα ίδια κεφάλαια αυξήθηκαν κατά 3,9 δισ. ευρώ σε ετήσια βάση σε 28 δισ. ευρώ και η διάμεση τιμή απόδοσης ιδίων κεφαλαίων RoaTBV διαμορφώθηκε στο 14,8%. Ο fully loaded δείκτης CET1 ενισχύθηκε στο 17,0% το 2023 από 12,5% το 2022.
Οι διοικητικές ομάδες παρουσίασαν τους στόχους κερδοφορίας τους για το 2024, οι οποίοι ξεπέρασαν τις προβλέψεις της Optima στις περιπτώσεις της Eurobank, της Εθνικής και της Alpha και η χρηματιστηριακή πιστεύει ότι έχουν πιθανότητες να κινηθούν υψηλότερα, δεδομένων των συντηρητικών παραδοχών για το μείγμα προθεσμιακών καταθέσεων και τα beta.
Ελευθερία Κούρταλη
Πηγή capital.gr