Δεν είναι μόνο η ηλικία της μητέρας αλλά και του πατέρα που επηρεάζει την επιτυχία της γέννησης παιδιού με εξωσωματική μέθοδο σύλληψης, σύμφωνα με μια νέα αμερικανική επιστημονική έρευνα.
Όσο μεγαλύτερη είναι η ηλικία του άνδρα, τόσο μειώνεται η πιθανότητα επιτυχίας της εξωσωματικής, όπως δείχνει η ανάλυση περίπου 19.000 κύκλων θεραπείας σε 7.753 ζευγάρια στις ΗΠΑ.
Οι ερευνητές, με επικεφαλής τη δρα Λόρα Ντοτζ της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Χάρβαρντ και του Ιατρικού Κέντρου Beth Israel Deaconess, έκαναν σχετική ανακοίνωση στο ετήσιο συνέδριο της Ευρωπαϊκής Εταιρείας Ανθρώπινης Αναπαραγωγής και Εμβρυολογίας στη Γενεύη. Οι άνδρες και οι γυναίκες της μελέτης είχαν χωρισθεί σε ηλικιακές ομάδες: κάτω των 30 ετών, 30-35, 35-40, 40-42 και, μόνο για τους άνδρες, άνω των 42 ετών.
Όπως αναμενόταν, η ανάλυση έδειξε αρχικά ότι το ποσοστό επιτυχίας (η γέννηση υγιούς παιδιού έως την έκτη προσπάθεια-κύκλο εξωσωματικής) ήταν μικρότερο στα ζευγάρια που η γυναίκα ήταν 40-42 ετών. Σε αυτές τις ηλικίες των γυναικών δεν φαινόταν να παίζει ρόλο η ηλικία του πατέρα, αλλά μόνο της μητέρας.
Όμως σε νεότερες ηλικιακές ομάδες γυναικών, διαπιστώθηκε ότι παίζει σημαντικό ρόλο η ηλικία του άνδρα. Έτσι, για παράδειγμα, σε ζευγάρια που η γυναίκα ήταν κάτω των 30 ετών, η πιθανότητα επιτυχίας ήταν 73%, αν ο άνδρας ήταν 30-35 ετών, αλλά πολύ μικρότερη (45%), αν ο άνδρας ήταν 40-42 ετών.
Σε ζευγάρια που η γυναίκα ήταν 35 έως 40 ετών, η πιθανότητα να κάνει παιδί με εξωσωματική, ήταν τόσο μικρότερη, όσο μεγαλύτερη ήταν η ηλικία του πατέρα. Αν π.χ. ο άνδρας ήταν 30-35 ετών, η πιθανότητα να κάνει παιδί η γυναίκα ήταν 54%, αλλά αν ο άνδρας ήταν κάτω των 30 ετών, η πιθανότητα ανέβαινε στο 70%. Αντίθετα με τις γυναίκες που έχουν εμμηνόπαυση και ένα σαφή όριο στην ικανότητα αναπαραγωγής, οι άνδρες δεν έχουν μια προβλέψιμη και σαφή μείωση της γονιμότητάς τους όσο μεγαλώνουν.
Ασφαλώς διάφορες έρευνες έχουν δείξει ότι η πιθανότητα σύλληψης παιδιού (με φυσικό ή εξωσωματικό τρόπο) επηρεάζεται από την ηλικία του πατέρα, κυρίως λόγω της μειωμένης γενετικής υγείας των σπερματοζωαρίων του με το πέρασμα του χρόνου. Όμως διάσημες περιπτώσεις ανδρών όπως ο Τσάρλι Τσάπλιν και ο Λουτσιάνο Παβαρότι, που απέκτησαν παιδί σε μεγάλη ηλικία, συντηρούν τον μύθο της αιώνιας ανδρικής γονιμότητας.
Η νέα μελέτη δείχνει σαφώς ότι η ανδρική γονιμότητα μειώνεται με την ηλικία. Η ηλικία του πατέρα παίζει μεγαλύτερο ρόλο, όταν η γυναίκα είναι μικρότερης ηλικίας, οπότε η δική της ηλικία δεν αποτελεί εξίσου εμπόδιο στη σύλληψη.
Σύμφωνα με τη νέα έρευνα, αν μια γυναίκα 30-35 ετών έχει άνδρα μεγαλύτερης ηλικίας από την ίδια, κατά μέσο μειώνεται κατά 11% η πιθανότητα επιτυχούς εξωσωματικής (από 70% σε 64%), από ό,τι αν είχε ένα συνομήλικό της άνδρα.
Η Ντοτζ επεσήμανε ότι και στη φυσική σύλληψη η προχωρημένη ηλικία του ανδρα σχετίζεται με μειωμένη πιθανότητα εγκυμοσύνης της γυναίκας και με μεγαλύτερο κίνδυνο αποβολής του παιδιού, πιθανώς λόγω βλαβών στο DNA του σπέρματος, οι οποίες μπορεί να επηρεάσουν τη γονιμοποίηση του ωαρίου, την εμφύτευσή του στη μήτρα και την ανάπτυξη του εμβρύου μέσα σε αυτήν.
Συνολικά πάντως, σύμφωνα με τη δρα Ντοτζ, «όπως δείχνουν τα ευρήματα της δικής μας μελέτης και προηγούμενων, η ηλικία της γυναίκας παίζει μεγαλύτερο ρόλο στη γονιμότητα από ό,τι του άνδρα».
Όπως είπε, αν κανείς απομονώσει τις επιπτώσεις της ηλικίας της γυναίκας μόνο, παρατηρείται μια μείωση στη γονιμότητα κατά 46% από την ηλικία έως 30 ετών στην ηλικία των 40-42 ετών. Αντίστοιχα, η μείωση στη γονιμότητα λόγω του άνδρα μόνο δεν ξεπερνά το 20% στις ίδιες ηλικιακές ομάδες. Σύμφωνα με μια προηγούμενη μελέτη του 2015, αν ένα ζευγάρι θέλει να κάνει ένα και μοναδικό παιδί, θα πρέπει να αρχίσει τις προσπάθειες σύλληψης (με φυσικό ή εξωσωματικό τρόπο), όταν η γυναίκα είναι το πολύ έως 35 ετών.
Για την απόκτηση δύο παιδιών, οι προσπάθειες πρέπει να ξεκινάνε το αργότερο όταν η γυναίκα είναι 31 ετών και για τρία παιδιά όταν είναι έως 28 ετών. Και τι μπορεί να κάνει ένας προχωρημένης ηλικίας άνδρας για να αυξήσει τις πιθανότητές του να κάνει παιδί με εξωσωματική με μια νεότερη γυναίκα; Να ακολουθεί ένα εν γένει υγιεινό τρόπο ζωής, είναι η -κάπως ασαφής-συμβουλή των ερευνητών.