Το tweet της φωτογραφίας έγινε την 14η Απριλίου του 2013, από τον νυν Υπουργό Εξωτερικών. Τι είχε συμβεί τότε; Ο Νικόλας Σεβαστάκης είχε δημοσιεύσει την ίδια μέρα ένα άρθρο στην Αυγή, με το οποίο αποδομούσε τη ρητορική Κοτζιά περί «αποικίας χρέους» και προφητικά εξηγούσε ότι αυτή μπορεί να φέρει την Αριστερά στην ίδια πλευρά με περίεργα ακροατήρια.
Ο «ανόητος» και «αμόρφωτος» Σεβαστάκης έγραφε τότε:
Στη δεκαετία του ’60 πολλοί αριστεροί στις δυτικές χώρες θεώρησαν ότι το κέντρο της αντίστασης βρίσκεται στην περιφέρεια του ανεπτυγμένου κόσμου, στις νέες χώρες της Αφρικής, της Ασίας και της Λατινικής Αμερικής. Σε αυτή την ανακάλυψη συναντήθηκαν η απογοήτευση από τον ανατολικοευρωπαϊκό “σοσιαλισμό” και η μελαγχολία για την ενσωμάτωση των δυτικών εργατικών τάξεων στη μαζική δημοκρατία της κατανάλωσης.
Σήμερα η μεγάλη κρίση του ευρωπαϊκού οικοδομήματος, μοιάζει να αναθερμαίνει μια συγγενή πεποίθηση: μιας και όπως λέγεται κατά κόρον, η κρίση μετατρέπει και εμάς σε αλύτρωτη περιφέρεια ή σε “αποικία χρέους”, η λύση δεν μπορεί να είναι παρά η… αποτίναξη της ευρωπαϊκής (γερμανικής) αποικιοκρατίας. Με άλλα λόγια διαμορφώνεται ένας απολυτρωτικός τριτοκοσμισμός δίχως τρίτο κόσμο, ένας αμυντικός οικονομικός πατριωτισμός ο οποίος επενδύει στην εξέγερση του οφειλέτη έναντι του πιστωτή. Η διάχυτη παράφραση αυτής της άποψης είναι η κήρυξη πολέμου στους διεθνείς τοκογλύφους ή στη γερμανική μπότα.
Πιστεύω ότι αυτό το σχήμα, με διάφορες παραλλαγές, αρχίζει και γεννοβολά σε ευρύτερα ακροατήρια και χώρους. Και εμφανίζεται μάλιστα ως ένας σκληρόπετσος ρεαλισμός, ως μια ψυχρή και δίχως συναισθηματισμούς ανάλυση των δεδομένων που δεν υπακούει πια σε μεταφυσικές προσδοκίες και ιδεαλιστικές αυταπάτες.
Η ανομολόγητη σκέψη πίσω από το παραπάνω σχήμα είναι η εξής: εφόσον η παρούσα ευρωπαϊκή ηγεσία είναι κυνική, οφείλουν και οι αντίπαλοί της να αποτινάξουν τις ηθικές ή πολιτιστικές τους αγκυλώσεις με την Ευρώπη και να δουν τα πράγματα υπό το γυμνό πρίσμα των συμφερόντων. Είτε εθνικών είτε ταξικών και λαϊκών, πράγμα που για πολλές αναλύσεις είναι ένα και το αυτό.
Υπάρχουν φυσικά αντίλογοι στην πορεία προς αυτή την αντι-αποικιοκρατική αφήγηση. Αλλά η έλξη που ασκεί η ιδέα της πάλης με την ξενοκρατία και τον “δωσιλογισμό” είναι μεγάλη. Φαίνεται να αγγίζει κάποια βαθύτερη φλέβα.
Και λοιπόν; Πού είναι το πρόβλημα αν μια τέτοια εγερτήρια έκκληση έχει την ικανότητα να συσπειρώνει ευρύτερες δυνάμεις;
Απαντώ επανερχόμενος σε μια σκέψη που την έχω εκθέσει και άλλες φορές σε αυτήν τη στήλη: νομίζω ότι οι πιθανότητες για μια αριστερή “ιδιοποίηση” του αναδυόμενου ευρωσκεπτικισμού είναι ελάχιστες. Ο παταγώδης αντιμερκελισμός και τα αναθέματα στους δαίμονες της Νέας Τάξης μου φαίνονται πολύ πιο κοντά στο εδώδιμο πνεύμα ενός Γιώργου Τράγκα παρά στις αξίες μιας κριτικής Αριστεράς.
Πέρα όμως από αυτές τις προβληματικές συνάφειες, μια άλλη διάσταση με κάνει να αντιδρώ ηθικά και πολιτικά στις κουβέντες περί αποικιοκρατούμενων και αποικιοκρατών: το γεγονός ότι σε αυτή τη ρητορική οι δραματικές και τραγικές πλευρές αυτού που ζούμε εδώ και τρία χρόνια εξισώνεται με πραγματικό πόλεμο. Κάποιοι φαντάζονται ότι η τραυματική εμπειρία της κρίσης έχει φτιάξει μια εμπόλεμη κοινωνία με τα αντίστοιχα ήθη. Η μεταφορά του πολέμου έχει δώσει έτσι τη θέση της στην κυριολεξία σα να εξαφανίστηκαν από προσώπου γης οι δεκαετίες που μεταμόρφωσαν την ελληνική ζωή σε μια στρεβλή ειρήνη, αλλά πάντως σε ειρήνη. Και σα να μην καταλαβαίνουν, οι ίδιοι θεωρητικοί στρατηγοί του πολέμου, ότι οι άνθρωποι, ακόμα και στις πιο οργισμένες και απεγνωσμένες τους στιγμές, θέλουν από την Αριστερά μια καλύτερη ποιότητα ειρήνης -δικαιοσύνης- και όχι ένα Κούγκι.
Εκτός και αν ρίχνεται στο τραπέζι η παλιά προτροπή που λέει ότι αν θέλεις ειρήνη να είσαι προετοιμασμένος για τον πόλεμο. Δεν είμαι όμως σίγουρος ότι η αναβίωση του πολέμου μητρόπολης – περιφέρειας είναι η ευφυέστερη πολιτική μετάφραση της παραπάνω προτροπής.