Γράφει ο Γιάννης Νάκος
Για ακόμη μια φορά η συγκυβέρνηση Σύριζα-Ανέλ φαίνεται να επιδεικνύει την άγνοια αλλά και την αποστροφή της προς οτιδήποτε αφορά την αριστεία αλλά και την επιτυχία κάποιου στην Ελλάδα, ιδίως όταν ο τελευταίος ‘’κερδίζει’’ την επιτυχία με δικά του μέσα και προσπάθειες και όχι με τυχοδιωκτικές ενέργειες και φυσικά ρουσφετολογικά μέσα.
Δυστυχώς στην Ελλάδα του 2017 και σε λίγο διάστημα από σήμερα, μια εντελώς λάθος κατεύθυνση δώθηκε δια χειρός του ΠτΔ όσον αφορά τα δημοτικά σχολεία.
Ειδικότερα από την νέα σχολική χρονιά κατά την διάρκεια των μαθητικών παρελάσεων στα δημοτικά σχολεία, οι σημαιοφόροι θα επιλέγονται βάσει κλήρωσης και όχι με κριτήρια την καθ’όλη του σχολικού έτους επίδοση τους στα μαθήματα.
Πρόκειται για ένα τεράστιο σφάλμα από πλευράς της συγκυβέρνησης, καθώς ένα τέτοιο μέτρο ουσιαστικά από την μια καταργεί και με την βούλα την Αριστεία, και από τη άλλη ανοίγει διάπλατα τις πόρτες στον οπουρτουνισμό, τις δημόσιες σχέσεις και φυσικά την περιχαράκωση των όποιων μαθητικών αξιών έχουν απομείνει.
Από την άλλη πλευρά αυτό που με δυσαρεστεί περισσότερο είναι η χλιαρή αντίδραση της εκπαιδευτικής κοινότητας αλλά και των συλλόγων γονέων και κηδεμόνων, οι οποίοι διατηρούν μια σιγή ιχθύος και φαίνεται να περιμένουν ως εκ θαύματος μια αλλάγη ρότας από την κυβέρνηση και επαναφορά της στην πραγματικότητα, κάτι που όμως δυστυχώς δεν πρόκειται να συμβεί ποτέ. Και δεν πρόκειται να λάβει χώρα ένα τέτοιο σενάριο γιατί πολύ απλά η σημερινή κυβέρνηση της Ελλάδας αποτελεί ένα ακριβές αντίγραφο όλης εκείνης της ιδεολογίας που αφενός έχει τις ρίζες της στην κομμουνιστική Ρωσία του ψυχρού πολέμου, και από την άλλη την πολιτική της πραγμάτωση στις πρακτικές που έλαβαν χώρα στην Ελλάδα από το 1980 και έπειτα.
Θεωρώ πως είναι απαγορευτικό για μια ευρωπαϊκή χώρα να μην μπορεί να διασφαλίσει στο πιο ευαίσθητο τμήμα της κοινωνίας της το Δημοτικό Σχολείο όλες εκείνες τις αξίες που έρχονται μαζί με την Αριστεία και την επιβράβευση. Φυσικά ομιλώ για την διαρκής μελέτη και προσήλωση σε έναν στόχο, την αξιοπιστία και την οξυδέρκεια και τέλος την επιτυχία μέσα από κόπο και αρκετή μελέτη.
Βέβαια τα προαναφερόμενα δεν δείχνουν να απασχολούν σε μεγάλο βαθμό την συγκυνέρνηση καθώς εάν πραγματικά τους ενδιέφερε το ζήτημα θα έπρεπε να κοιτάξουν την μελλοντική βελτίωση των Αρίστων, και όχι την πλήρης κατάργηση τους, και εξίσωση τους με την Τύχη.
Είμαι σίγουρος ότι θα επανέλθουμε στο θέμα και πολύ σύντομα μάλιστα, και πραγματικά εύχομαι η τότε συζήτηση να γίνει με καλύτερους όρους, όπως μια κυβέρνηση που να ακούει, μια αντιπολίτευση να διαπραγματεύεται και έναν λαό να απαιτεί αυτά που δικαιωματικά του ανήκουν.