Το τέλος της Ιστορίας δεν κράτησε πολύ. Ορισμένοι, βέβαια, το είχαν πιστέψει. Είχαν αναγγείλει ότι το σοβιετικό ναυάγιο είχε εμβολιάσει, επιτέλους, την ανθρωπότητα κατά των πολεμοχαρών ιδεολογιών. Ότι ο εμπορικός ανταγωνισμός, με φόντο τη φιλελεύθερη δημοκρατία, θα απορροφούσε τα αρπακτικά ένστικτα. Ότι ο ΟΗΕ θα κατόρθωνε να διευθετήσει με πολιτισμένο τρόπο τις εδαφικές διαμάχες, δικαιώνοντας τον Ρούσβελτ και τον Τσόρτσιλ που είχαν πει το 1941 ότι «έχει σημασία να αφοπλιστούν τα έθνη». Ναι, ορισμένοι πίστευαν στον αφοπλισμό του πλανήτη. Θα υπάρχουν, όμως, πάντα εκείνοι που προτιμούν να εκφράζονται με τα κανόνια. Κι από τότε που ο Βλαντίμιρ Πούτιν έστειλε τα τανκς του, τα αεροπλάνα του και τα drones του εναντίον της Ουκρανίας, στις 24 Φεβρουαρίου του 2022, δεν πρέπει να έχει κανείς, πλέον, αμφιβολίες γι’ αυτό.
του Grégoire Leménager (*)
To σοκ είναι παγκόσμιο, πόσο μάλλον που στην άλλη άκρη του πλανήτη η Κίνα δείχνει να ορέγεται την Ταϊβάν. Ένας αριθμός είναι πιο αποκαλυπτικός από οποιαδήποτε ανάλυση: Σύμφωνα με το Διεθνές Ινστιτούτο Ερευνών για την Ειρήνη, που εδρεύει στη Στοκχόλμη, επενδύθηκαν πέρυσι, παγκοσμίως, στο στρατιωτικό πεδίο 2,24 τρισεκατομμύρια δολάρια. Πρόκειται για ιστορικό ρεκόρ. Ακόμη και χώρες όπως η Γερμανία και η Ιαπωνία, που αρκούνταν ως τώρα σε «δυνάμεις αυτοάμυνας», αποφάσισαν να διαθέσουν σημαντικούς πόρους για να αναπτύξουν τις Ένοπλες Δυνάμεις τους. Η μεταπολεμική περίοδος έλαβε τέλος. Ανοίγει ένα νέο κεφάλαιο, και είναι άγνωστο.
Είναι τα 2,24 τρισεκατομμύρια δολάρια το τίμημα της ειρήνης; Για τις περισσότερες από τις εμπλεκόμενες χώρες, ο σκοπός είναι, φυσικά, πρωτίστως αποτρεπτικός. «Αν θέλεις ειρήνη, ετοιμάσου για πόλεμο», έλεγαν στην αρχαιότητα. Η ρωσική επίθεση έβαλε τέλος σε μία ευρωπαϊκή αφέλεια που κρατούσε πολλές δεκαετίες: Η γηραιά μας ήπειρος είναι τώρα καταδικασμένη να τρέξει για να αναπληρώσει την καθυστέρησή της στο πεδίο των εξοπλισμών. Σε αυτό το πλαίσιο, ανακοινώθηκε από τη γαλλική κυβέρνηση ότι θα διατεθούν 413 δισεκατομμύρια ευρώ την επόμενη επταετία σε στρατιωτικά προγράμματα. Με άλλα λόγια, η Γαλλία θα δίνει περισσότερα χρήματα για όπλα από ό,τι για την παιδεία.
Θα μπορούσε, τουλάχιστον, να γίνει μία συζήτηση. Για το ίδιο το ποσό, σε μία περίοδο που πρέπει να χρηματοδοτηθεί μία πραγματική ενεργειακή μετάβαση. Αλλά και για τον τρόπο που θα αξιοποιηθεί, δεδομένου ότι δεν έχει πολύ νόημα στην εποχή μας ο στόχος της αυτονομίας του γαλλικού στρατού. Το 2018, η Άγγελα Μέρκελ έλεγε ότι η Ευρώπη πρέπει να πάρει την τύχη της στα χέρια της. Δεν θα ήταν καλύτερα να γίνει αυτό με συντονισμένο τρόπο;
(*) Ο Γκρεγκουάρ Λεμεναζέ είναι αναπληρωτής διευθυντής του περιοδικού L’ Obs