Γράφει ο Νίκος Νικολόπουλος*
Είναι φανερό ότι υπάρχει σύγχυση στην οικονομική σκέψη των συντακτών της πρόσφατης έκθεσης, διότι η σκληρή πραγματικότητα καταδεικνύει ότι η υπαγωγή της Ελλάδας στις 10 Μαΐου του 2010, στο Α’ Μνημόνιο της εθνικής υποτέλειας, υπήρξε το άλλοθι για να ζωθεί το Ευρώ και οι τράπεζες του Ευρωσυστήματος, κυρίως της Γαλλίας και Γερμανίας, που κατείχαν ελληνικά χρεόγραφα αξίας άνω των € 140 δις.
Ακολούθησε το Β’ Μνημόνιο με το περιβόητο PSI ή κοινώς «Η Μεγάλη ‘Μπλόφα’ της Σωτηρίας της Ελλάδος από τη Χρεοκοπία» που συνοδεύονταν από τη δανειακή σύμβαση των € 130δις. Η νέα δανειακή σύμβαση βαπτίσθηκε όπως και η Α’ δανειακή σύμβαση των € 110 δις, ως «βοήθεια χρηματοδότησης της ελληνικής οικονομίας», ενώ απέβλεπε στη μετατροπή του χρέους από το ελληνικό δίκαιο σε ξένο. Και κανείς δεν διερωτήθηκε, είναι όντως έτσι τα πράγματα;
Πως είναι δυνατόν να μπαίνει ζεστό χρήμα € 240 δις στην ελληνική οικονομία και το ΑΕΠ της χώρας αντί να αυξηθεί κατακρημνίζεται;
Πώς να διανοηθεί ο κοινός νους ότι με απίστευτες μεθοδεύσεις οι αρμόδιοι της ελληνικής κυβέρνησης, με πράξεις νομοθετικού περιεχομένου περνούσαν σε ΦΕΚ δεκάδες δις ευρώ ως παροχές στις ελληνικές τράπεζες με την εγγύηση του δημοσίου;
Χαρακτηριστικό δείγμα της αδιαφάνειας των δις ευρώ παροχών προς τις τράπεζες με την εγγύηση του ελληνικού δημοσίου συνιστά η εγγραφή τους σε άσχετα ΦΕΚ, που άλλα αφορούσαν πλοία και λιμάνια, άλλα φορολογικές τροποποιήσεις κι άλλα βοσκοτόπια. Η διεθνής επιβεβαίωση θα έρθει λίγα χρόνια αργότερα. Σε τεκμηριωμένη ανάλυση με τίτλο «Που Πήγαν τα Χρήματα Διάσωσης της Ελλάδος;», η μελέτη παρουσιάζει τη ροή των κεφαλαίων των δανειακών συμβάσεων του Α’ και Β’ Μνημονίου, συνολικού ποσού € 240 δις.
Το κύριο συμπέρασμα είναι ότι μόνο € 9.7 δις ή λιγότερο από 5% από το σύνολο των € 215.9 δις, που εκταμιεύτηκαν από τις δύο δανειακές συμβάσεις χρησιμοποιήθηκαν για την επανεκκίνηση της οικονομίας. Το υπόλοιπο 95.5% πήγε για πληρωμές σχετιζόμενες με το χρέος και τις ανακεφαλαιοποιήσεις των τραπεζών!
Ως επακόλουθο, το αέναο χρέος που επωμίστηκαν να κουβαλούν στην πλάτη τους οι εν ζωή έλληνες πολίτες και οι μέλλουσες γενεές είναι αθέμιτο, επαχθές και επονείδιστο και πρέπει να διαγραφεί. Και θα διαγραφεί, διότι υπάρχει διεθνής στήριξη και διεθνής κατακραυγή για τα δεινά που αδίκως έχει υποστεί η ελληνική κοινωνία. Παρά ταύτα οι τράπεζες του Ευρωσυστήματος έμειναν ατιμώρητες.
Και όπως είδαμε, παραβιάζοντας τα συναλλακτικά ήθη η ΕΕ, συνήνεσε με την ελληνική πολιτική ηγεσία οι τεράστιες ζημιές των κερδοσκοπικών παραγώγων και «τοξικών» επενδύσεων των τραπεζών να μεταβιβαστούν αποκλειστικά στην Ελλάδα. Οι ζημίες όμως αφορούν όλες τις εμπορικές τράπεζες των κρατών -μελών της Ευρωζώνης και συνεπώς έπρεπε να επιμεριστούν. Αντιθέτως, τις επωμίστηκε η αδύναμη Ελλάδα, μια οικονομία που αποτελεί το 1.3% του ΑΕΠ της Ευρωζώνης, γιατί δεν υπάρχει τραπεζική ένωση.
Ως εκ τούτου, με τι επιστημονικό και ηθικό έρεισμα οι οικονομολόγοι του ΣΕΒ ισχυρίζονται ότι «το ελληνικό χρέος είναι απαιτητό και… δεν υπάρχει κανείς που θα αναλάβει τα χρέη μας και κανείς δεν θα μας διευκολύνει να ζούμε σε βάρος άλλων». Η πλάνη του ισχυρισμού απορρέει από το αναμφισβήτητο γεγονός ότι το χρέος δεν είναι ελληνικό αλλά ευρωπαϊκό και συνεπώς δεν ζούμε σε βάρος των άλλων. Οι άλλοι, οι ευρωπαίοι εταίροι, ζουν εις βάρος των ελλήνων, με την τοκογλυφία των δανείων, που χωρίς αιδώ, την μετονόμασαν σε αλληλεγγύη.
Το χρέος βαπτίστηκε ελληνικό για να συγκαλυφτούν οι τρομερές ατέλειες του μισοτελειωμένου σπιτιού που στεγάζεται το ευρώ. Γι αυτό, ακόμη και ο διάσημος Allan Greenspan, επί 18 χρόνια πρόεδρος της Ομοσπονδιακής Τράπεζας των ΗΠΑ (Federal Reserve), δήλωσε ότι «η Ελλάδα είναι αναπόφευκτο να εξέλθει από το ευρώ και δεν βλέπει πως η παραμονή την βοηθάει.»
Είναι ευχής έργον ότι κοινή γνώμη μεταστρέφεται υπέρ του εθνικού νομίσματος, της ιστορικής δραχμής, απλώς καθυστέρησε, διότι με το ξέσπασμα της κρίσης χρέους έχει αποτραπεί ο δημόσιος διάλογος και τα ΜΜΕ έχουν εκφοβίσει τον κόσμο. Τώρα όμως γνωρίζει το κοινό ότι έγινε μια φοβερή λεηλασία της Ελλάδας, με αθέμιτα μέσα, παρασκηνιακά, και δεν έχει πλέον τίποτε να φοβηθεί, παρά μόνο τον ίδιο το φόβο.
Οφείλουν λοιπόν οι συντάκτες της έκθεσης να έχουν σύνεση και περισυλλογή και να μην παραπληροφορούν διαστρεβλώνοντας τα γεγονότα. Το δημόσιο χρέος όπως αποδείχθηκε δεν είναι απαιτητό. Και να θυμηθούν ότι υπάρχουν δύο τρόποι για να υποδουλώσεις ένα έθνος. Ο ένας είναι με το ξίφος και ο άλλος είναι με το χρέος. Στη δεδομένη συγκυρία των τριών δανειακών συμβάσεων των Μνημονίων το κεφάλαιο ανέρχεται στο εξωφρενικό ποσό των € 326 δις, ήτοι 186% του ΑΕΠ, χωρίς τους τόκους.
Το ανεκδιήγητο και όμως αληθινό, η πολιτική ηγεσία συνέπραξε με τους πιστωτές για να κατακτηθεί η χώρα! Έτσι, πληρώνει ως φόρο υποτέλειας τον τόκο των δανείων με δέλεαρ την ψευδαίσθηση της ανάπτυξης, λόγω της δογματικής ΤΙΝΑ των πολιτικών.
Ο φόρος υποτέλειας, τον οποίο οι δανειστές με αναισχυντία μετονόμασαν σε «αλληλεγγύη», ανέρχεται από την έναρξη των Μνημονίων έως τα τέλη του 2016 στα € 60 δις+. Και τώρα, οι «αλληλέγγυοι» εταίροι μας με την απαίτηση της εκποίησης των περιουσιακών στοιχείων του δημοσίου, συμπεριφέρονται όπως οι αδίστακτοι αργυραμοιβοί και σαν νέοι Shylocks ζητούν να πάρουν μια λίβρα σάρκας δίπλα στην καρδιά του ελληνικού λαού. Γι αυτό, η επιστροφή στη δραχμή δίνει την προοπτική.
*Ο Νίκος Νικολόπουλος είναι ανεξάρτητος Βουλευτής και Πρόεδρος του Χριστιανοδημοκρατικού Κόμματος Ελλάδος.