Η Ολομέλεια του Ελεγκτικού Συνεδρίου με απόφασή της έκλεισε την πόρτα στις ανεξέλεγκτες δαπάνες του ελληνικού Δημοσίου και είπε «όχι» στην αύξηση του ορίου του προληπτικού ελέγχου νομιμότητας των δημοσίων δαπανών.
Το Ανώτατο Δημοσιονομικό Δικαστήριο κάνει αναφορά στον «παραλογισμό» της τρόικας και των συναρμοδίων υπουργείων, καθώς από την μια μεριά ψηφίζουν στην Βουλή δρακόντεια νομοθετικά μέτρα για την προστασία της εθνικής οικονομίας, τη σύλληψη της φορολογητέας ύλης κλπ. και από την άλλη μεριά θέλουν να νομοθετήσουν τον μη έλεγχο δαπανών των υπουργείων και άλλων κρατικών δημόσιων οργανισμών.
Με το σκεπτικό αυτό το Ελεγκτικό Συνέδριο έκρινε αντισυνταγματικό σχέδιο Προεδρικού Διατάγματος του αναπληρωτή υπουργού Οικονομικών Χρήστου Σταϊκούρα και του υπουργού Δικαιοσύνης Χαράλαμπου Αθανασίου που περιόριζε τους προληπτικούς ελέγχους στις προμήθειες, παροχές υπηρεσιών, κλπ. του δημόσιου τομέα.
Σύμφωνα με το ισχύον νομοθετικό καθεστώς (Προεδρικό Διάταγμα 87/2014) ο προληπτικός έλεγχος του Ελεγκτικού Συνεδρίου για τις δαπάνες των υπουργείων, κλπ. ξεκινάει σήμερα από το ποσό των 30.000 ευρώ και άνω (συν ΦΠΑ).Πρέπει να αναφερθεί ότι το περασμένο έτος με το Προεδρικό Διάταγμα 87/2014 έγινε αναπροσαρμογή του «πλαφόν» του προληπτικού ελέγχου που ίσχυε από το 2011. Δηλαδή το «πλαφόν» το 2011 ήταν στα 10.000 ευρώ και πέρσι αυξήθηκε στα 30.000 ευρώ, ενώ τώρα επιδιώχθηκε (ανεπιτυχώς) νέα αύξηση στα 45.000 ευρώ.
Η Ολομέλεια του Ελεγκτικού Συνεδρίου συνήλθε για να διατυπώσει τις απόψεις της επί του επίμαχου σχεδίου Προεδρικού Διατάγματος, όπως απαιτεί το Σύνταγμα και ο σχετικός νόμος. Εισηγητής της υπόθεσης ήταν ο ίδιος ο πρόεδρος του Ανωτάτου Δημοσιονομικού Δικαστηρίου Νικόλαος Αγγελάρας.
Ομόφωνα οι σύμβουλοι του Ελεγκτικού Συνεδρίου έκριναν για τρεις βασικούς λόγους αντισυνταγματικό το επίμαχο σχέδιο Προεδρικού Διατάγματος, ενώ σημειώνουν ότι με την εφαρμογή του θα τεθεί σε «δοκιμασία το κοινωνικό κράτους δικαίου».Όπως υπογραμμίζει η Ολομέλεια του Ε.Σ. η άνοδος του ορίου υπαγωγής στον προληπτικό έλεγχο των δαπανών της κεντρικής διοίκησης στις 45.000 ευρώ από 30.000 ευρώ που είναι, δεν είναι συμβατή με την ισχύουσα νομοθεσία».
Οι δικαστές υπογραμμίζουν ότι ενώ την μία στιγμή «το ευρύτερο δημοσιονομικό περιβάλλον και οι υψηλοί δείκτες διακινδύνευσης της εθνικής οικονομίας οδήγησαν σε λήψη δημοσιονομικών μέτρων περιστολής των δημοσίων δαπανών, θέτοντας έτσι σε δοκιμασία το κοινωνικό κράτος δικαίου, επιφέροντας επαχθείς συνέπειες στα ατομικά και κοινωνικά δικαιώματα» και την άλλη στιγμή επιδιώκεται η μείωση των ελέγχων των δημοσίων δαπανών.