Τα προβλήματα της ακοής ταλαιπωρούν το 10% περίπου του παγκόσμιου πληθυσμού κάθε ηλικίας. Τα βαρήκοα άτομα ανέρχονται σε 643 εκατομμύρια παγκοσμίως, ενώ στην Ευρώπη τα 84 εκατομμύρια. Κάθε μέρα γεννιούνται στις Ηνωμένες Πολιτείες 33 παιδιά με βαρηκοΐα. Το 60 με 70% από τα άτομα με βαρηκοΐα θα χρειαστεί να τοποθετήσουν ακουστικά ή κοχλιακά εμφυτεύματα.
Σύμφωνα με πρόσφατες μελέτες, η απώλεια ακοής, ανάλογα με τον βαθμό της και την ηλικία εμφάνισής της, μειώνει δραματικά την ικανότητα της γνώσης, επηρεάζει αρνητικά τον ψυχισμό, δημιουργεί πολλές φορές κατάθλιψη, μειώνει την γνωστική ικανότητα, αυξάνει την άνοια και την σωματική κούραση. Τέλος δημιουργεί πολλές φορές κινητικά προβλήματα διαταράσσοντας την ισορροπία του βαρήκοου ατόμου.
Σύμφωνα με τον καθηγητή Ωτορινολαρυγγολογίας και διευθυντή της Α’ ΩΡΛ Πανεπιστημιακής Κλινικής του ΑΠΘ, Ιωάννη Κωνσταντινίδη, «η πρόληψη και η αποκατάσταση των ατόμων με βαρηκοΐα, είναι μεταξύ άλλων το μέλημα της κλινικής μας, διότι εκτός από τη διάσταση της ποιότητας ζωής, διασφαλίζεται μεγάλο οικονομικό όφελος από το μειωμένο κόστος φροντίδας υγείας, από τη μείωση της ανεργίας, τη μείωση των περιπτώσεων συνταξιοδότησης ιδίως στις παραγωγικές ηλικίες, τη μείωση του κόστους της εκπαιδευτικής υποστήριξης στα βαρήκοα παιδιά, καθώς και μεγάλη μείωση των διαφόρων κοινωνικών παροχών».
Ποιες είναι όμως οι καθημερινές συνήθειες που κάνουν κακό στην ακοή μας;
– Συχνάζουμε σε χώρους, όπου η μουσική είναι σε ένταση πολύ μεγαλύτερη απ’ αυτήν που μπορεί να αντέξει το ανθρώπινο αυτί. Το γεγονός αυτό προκαλεί ακουστικό τραύμα, δηλαδή μόνιμη και μη αναστρέψιμη βλάβη στα νευρικά κύτταρα του αυτιού.
– Χρησιμοποιούμε υπερβολικά το handsfree από το κινητό.
– Εργαζόμαστε σε χώρους με έντονους και δυνατούς ήχους. Για παράδειγμα οι χειριστές κομπρεσέρ και χορτοκοπτικών ή οι εργαζόμενοι στο σιδηρόδρομο και στις βιοτεχνίες, εκτίθενται σε υψηλές εντάσεις και συχνότητες ήχου και μετά από χρόνια παρατηρείται κατά κανόνα πτώση των επιπέδων της ακοής.
Εφ όσον διαπιστωθεί οποιαδήποτε βλάβη, που μπορεί να φτάσει μέχρι την κώφωση και εφ όσον δεν ανατάσσεται αυτή φαρμακευτικά ή χειρουργικά, τότε η αποκατάσταση γίνεται με ακουστικά βαρηκοΐας ή κοχλιακά εμφυτεύματα, ανάλογα με την βαρύτητά της. Γι αυτόν τον λόγο, τα άτομα που εκτίθενται σε υψηλής έντασης ήχους, θα πρέπει να χρησιμοποιούν προστατευτικά ακουστικά και ωτοασπίδες.
Δηλαδή, αν αθροιστικά στη διάρκεια μιας μέρας εκτίθεται το άτομο σε θόρυβο 110dB για 4 λεπτά και 48 δευτερόλεπτα, καταστρέφονται τα νευρικά κύτταρα του κοχλία με σταδιακή μείωση της ακοής στις υψηλές συχνότητες, εκεί που στηρίζεται η διάκριση και άρα η κατανόηση της ομιλίας και στη συνέχεια σε όλο το ακουστικό φάσμα. Το ίδιο συμβαίνει αν το άτομο εκτίθεται σε 120 dB για 28 δευτερόλεπτα κάθε μέρα.