Σε μια νέα φάση εμπορικών ανταγωνισμών που δύσκολα θα έχει επιστροφή στην παλιά παγκόσμια τάξη, στην αρένα του διεθνούς εμπορίου των 31 τρισ. δολαρίων, μπαίνουν οι τρεις κυρίαρχες οικονομίες του κόσμου, ΗΠΑ, Κίνα και ΕΕ.
Η φάση αυτή μπορεί να βαθύνει υπάρχοντα ρήγματα, αλλά και να θέσει σε κίνδυνο ορθόδοξες πρακτικές δεκαετιών στην ελεύθερη αγορά, με τις ΗΠΑ να δανείζονται όπλα εμπορικού πολέμου από το κινεζικό… εγχειρίδιο, θέτοντας την Ευρώπη μπροστά σε αποφάσεις, όπως γράφει το Bloomberg.
Το σύνθημα έδωσαν οι ΗΠΑ, όταν επί προεδρίας Τραμπ, πριν από επτά χρόνια, επέβαλαν δασμούς στην Κίνα και σε ένα επόμενο στάδιο σημερινός πρόεδρος Τζο Μπάιντεν εισήγαγε την Αμερική στη νέα εποχή της βιομηχανικής πολιτικής.
Το τρίτο στάδιο, που συνίσταται στον νέο γύρο δασμών που επέβαλε πρόσφατα ο Μπάιντεν, με φόντο την προεκλογική περίοδο στις ΗΠΑ, είναι μια σύνθεση των δυο προηγούμενων: χρήση δασμών για την υπεράσπιση των αμερικανικών συμφερόντων και επιδοτήσεις στον πυρήνα της κυβερνητικής πολιτικής, χωρίς φόβο για αντίποινα.
Αυτήν τη φορά, ο βασικός άξονας είναι η Ευρωπαϊκή Ένωση που βρίσκεται ανάμεσα στις μυλόπετρες της διατήρησης του αυτοαποκαλούμενου ρόλου της ως υπερασπιστή των πολυμερών κανόνων και στον φόβο της απώλειας εκατομμυρίων θέσεων εργασίας και δεκάδων δισεκατομμυρίων επενδύσεων, ενώ οι ΗΠΑ και η Κίνα διαχειρίζονται επιδοτήσεις και δασμούς που στρεβλώνουν την αγορά, επισημαίνει το Bloomberg.
«Ο Τραμπ άφησε το τζίνι του προστατευτισμού να βγει από το μπουκάλι και κανείς δεν τόλμησε να το ξαναβάλει μέσα», είπε ο Simon Evenett, ιδρυτής του St. Gallen Endowment for Prosperity Through Trade, μιας ομάδας που εδρεύει στην Ελβετία και παρακολουθεί τις εμπορικές πολιτικές.
Μετά την ανακοίνωση των δασμών των ΗΠΑ την περασμένη εβδομάδα, η Κίνα έστειλε σήμα ότι είναι έτοιμη να επιβάλει δασμούς έως και 25% σε αμερικανικά και ευρωπαϊκά αυτοκίνητα που εισάγονται στη χώρα, απειλώντας με αντίποινα όχι μόνο τις ΗΠΑ, αλλά και την ΕΕ. Και αυτό, γιατί οι Βρυξέλλες ολοκληρώνουν την έρευνα για το κατά πόσο οι επιδοτήσεις των ηλεκτρικών οχημάτων από το Πεκίνο στρεβλώνουν τον ανταγωνισμό εις βάρος της ευρωπαϊκής αυτοκινητοβιομηχανίας, με ενδεχόμενη τη λήψη μέτρων από την πλευρά της ΕΕ.
Οι ΗΠΑ επιδιώκουν να βάλουν και άλλες χώρες στον χορό των μέτρων εναντίον των κινεζικών προϊόντων αιχμής με το επιχείρημα ότι η Κίνα πλημμυρίζει την παγκόσμια αγορά με φθηνά προϊόντα.
Την ίδια στιγμή, στην Ευρώπη, υπάρχουν ανησυχίες ότι οι μέτρα οικονομικού χαρακτήρα που υπερβαίνουν τους περιορισμούς για στρατιωτικούς σκοπούς θα μπορούσαν να βλάψουν την ανταγωνιστικότητα της ηπείρου.
Οι πιο ευάλωτοι
Ο κατακερματισμός του εμπορίου που θα προκύψει στην πορεία των εντάσεων που φουντώνουν, θα είναι πιο επιζήμιος για χώρες όπως η Κίνα, η Νότια Κορέα ή η Ιαπωνία, των οποίων οι οικονομίες εξαρτώνται περισσότερο από το διεθνές εμπόριο με τις ΗΠΑ ή πολλές χώρες της ΕΕ.
Είναι χαρακτηριστικό ότι μόνο η Κίνα, συμπεριλαμβανομένου του Χονγκ Κονγκ, αποτελεί το 20% όλων των παγκόσμιων εξαγωγών, διπλάσιο από το ποσοστό των ΗΠΑ, σύμφωνα με στοιχεία του ΠΟΕ.
Εξ ου και η Κίνα επιμένει να ισχυρίζεται ότι τηρεί τους κανόνες καλής εμπορίας και αυτός είναι και ο λόγος για τον οποίο το Πεκίνο προσπαθεί να συνάψει εμπορικές συμφωνίες τόσο με τους γείτονές του όσο και με πιο μακρινές χώρες όπως η Σερβία και η Ουγγαρία.
Αλλά, η ανισορροπία μεταξύ του ΑΕΠ της Κίνας και της βιομηχανικής παραγωγής της βρίσκεται στο επίκεντρο των ανησυχιών των ΗΠΑ και της Ευρώπης σχετικά με τις συνέπειες που θα μπορούσε να έχει η πολιτική του Πεκίνου στην παγκόσμια οικονομία.
Στις ΗΠΑ λιγοστεύουν οι φωνές εναντίον του προστατευτισμού, τώρα που και τα δύο κόμματα έχουν πείσει μεγάλο μέρος των πολιτών ότι οι υψηλότεροι δασμοί και η κρατική βοήθεια είναι εργαλεία για τη διάσωση των αμερικανικών θέσεων εργασίας. Και χωρίς την αμερικανική ηγεσία στον ΠΟΕ ή άλλα φόρουμ που έχουν στο επίκεντρο των αρχών τους την απελευθέρωση του εμπορίου, είναι δύσκολο για τους οικονομολόγους να καταλάβουν πού σταματά ο «κατήφορος».
Αυξάνονται οι επιδοτήσεις
Σχεδόν το 70% των παγκόσμιων εξαγωγών αξίας 14,1 τρισ. δολαρίων έχει να ανταγωνιστεί επιδοτούμενα προϊόντα, όταν το αντίστοιχο ποσοστό πριν από 10 χρόνια ήταν 50%, σύμφωνα με την ερευνητική ομάδα της Evenett στο Global Trade Alert, η οποία παρακολουθεί τις πολιτικές που στρεβλώνουν την αγορά.
Με τους δασμούς και τις επιδοτήσεις να αυξάνονται, πολλά θα εξαρτηθούν από το πόσο σοβαρά θα είναι τα αντίποινα.
Οι Αμερικανοί αγρότες είναι από τους πιο ευάλωτους εάν οι Κινέζοι εισαγωγείς αλλάξουν προμηθευτές, σύμφωνα με την Christine McDaniel, εμπειρογνώμονα στο διεθνές εμπόριο στο Mercatus Center και πρώην εμπορική οικονομολόγο στον Λευκό Οίκο, η οποία προβλέπει ότι έτσι όπως διαμορφώνεται η κατάσταση στο παγκόσμιο εμπόριο θα υπάρξει πισωγύρισμα στην εποχή των «αχαλίνωτων επιδοτήσεων».
Οι κίνδυνοι από μια τέτοια στροφή μπορεί να είναι οι υψηλότεροι για την ΕΕ, προειδοποιούν οι αναλυτές του Bloomberg. Το μεταπολεμικό οικονομικό μοντέλο της ένωσης χτίστηκε για ένα σύστημα βασισμένο σε κανόνες που ενθάρρυνε τις ανοιχτές αγορές και τον ανταγωνισμό. Για δεκαετίες, οι ΗΠΑ ήταν ένας φυσικός σύμμαχος σε αυτή την πορεία. Τώρα, όμως, στις Βρυξέλλες αρχίζουν να αισθάνονται απομόνωση.
Δύο ευρωπαίοι αξιωματούχοι δήλωσαν στο Bloomberg ότι κατά τη γνώμη τους οι ΗΠΑ έχουν εγκαταλείψει τις αρχές των εμπορικών κανόνων και διαδικασιών υπέρ μιας προσέγγισης που βασίζεται κυρίως στην οικονομική ασφάλεια — την προστασία της νεοαναδυόμενης τεχνολογίας στο εσωτερικό και την ενίσχυση των εγχώριων αλυσίδων εφοδιασμού. Αυτή η προσέγγιση ουσιαστικά προσπαθεί να αποκόψει την Κίνα, είπαν οι ίδιοι.
Βεβαίως, η ΕΕ έχει γίνει πιο δυναμική και πρόσφατα έχει λάβει μέτρα που θα ήταν αδιανόητα πριν από μερικά χρόνια. Για παράδειγμα, είναι κοντά στην ολοκλήρωση μιας έρευνας που διαρκεί σχεδόν έναν χρόνο και προσπαθεί να ποσοτικοποιήσει τις επιπτώσεις των επιδοτήσεων του Πεκίνου για τις κινεζικές αυτοκινητοβιομηχανίες EV, χωρίς να αποκλείεται να προχωρήσει σε επιβολή δασμών. Επιπλέον, έχει ξεκινήσει και έρευνα για την προμήθεια ιατροτεχνολογικών προϊόντων από την Κίνα.
Νέα εργαλεία της ΕΕ
Η ΕΕ αναπτύσσει επίσης μια δική της στρατηγική οικονομικής ασφάλειας, η οποία επιδιώκει να εναρμονίσει τους ελέγχους τεχνολογιών που θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν για στρατιωτικούς σκοπούς, να ελέγξει ευαίσθητες επενδύσεις και να μετριάσει τους κινδύνους της εφοδιαστικής αλυσίδας.
Οι εκκλήσεις για ριζική επανεξέταση γίνονται όλο και πιο δυνατές σε όλο το εύρος της ΕΕ. Ο Μάριο Ντράγκι, πρώην πρόεδρος της ΕΚΤ, ζήτησε να θωρακιστεί η βιομηχανία της για να αποφύγει να μείνει ακόμη πιο πίσω στον αγώνα δρόμου για νέες τεχνολογίες.
«Εμπιστευτήκαμε τους παγκόσμιους ισότιμους όρους ανταγωνισμού και τη διεθνή τάξη που βασίζεται σε κανόνες, αναμένοντας ότι και άλλοι θα έκαναν το ίδιο», είπε ο Ντράγκι σε πρόσφατη ομιλία του, «φωτογραφίζοντας» ουσιαστικά τόσο τον κινεζικό όσο και τον αμερικανικό προστατευτισμό. «Άλλες περιοχές δεν παίζουν πλέον με τους κανόνες και επεξεργάζονται ενεργά πολιτικές για να ενισχύσουν την ανταγωνιστική τους θέση».
ot.gr